H ΛΑΜΠΡΗ ΣΤΗ ΝΙΚΑΡΙΑ!
ένας μακρινός αντίλαλος της λαλιάς του λαού μας.
Σώζεται κι η σαρρακοστή, να που φτάσαμε στη άκρεν της! που νάχουδ δόξαγ κι οι Πατέρες – άγιοι αθρώποι – μακρέν τηγ κάμασιν, ας είναι κι έτσι, γιατί μαθών η γεροντέ κι η νηστεία, εν τα πράσσουσιν, αυτά λέει ο Κωσταντής και χαίρεται για την Πασκαλιά που έφτασε!
Μα σήμερον είναι Λαμπρή! Κουλλούρες από το φούρνο της αυλής, κόκκιν’ αυγά, λαζάροι, καθουράκια. Το χειμεράδι αποστραγγίζει κρεμασμένον από πα στοχ χερόμυλον, απ’ αυτό ένα κομμάτι θα μπεί μες στο καζάνι που βράζει στα πυρομάχια δίπλα στην εκκλησσά για το «μνημόσυνο», για τους αποθαμμένους μας… έτσι και πάλι τους θυμόμαστε καταμεσής της Άνοιξης ανήμερα της Λαμπρής! Ούλοι μαζί στη μεγάλη τάβλα στ’ αυλογύρι της εκκλησσάς μας!
Ηχάραξεν η ανατολή, ο ήλιος ηνεφάνει πίσω απ’ το Φανάρι, ησήκωσεν η μέρα, μέσα τα στενορύμια, τα καλντερίμια οι πιο γερόντοι του χωργιού, αργά, σκυφτοί με το κερίν στο χέρι τραβούν κατά την εκκλησσά να πάρουνε το φως όπως το λένε τ’ αναστάσιμο, νάχουνε να φέγγουνε στις νύχτες και στις μέρες των όσες των έμειναν ακόμη!
Γλεντάει σήμερα η φύσις όλη, μαζί μας κι αυτή! Ζουμπούλια, τριαντάφυλλα, κρινάκια και βιολέττες, ηνοίξασιν οι αμυγδαλές, ηθθίσαν τα κηπάργια, ημύρισσαν οι κερασές, οι κήποι ηφουντώσαν, τα σπαρτοτόπια ούλα μες στη λωλλάδα της χαράς! Εν λέουν να μερέψουσιν αφ’ το μεάλομ πάθος. Αμ! εκείνες οι μυρωδιές της Άνοιξης ως κι οι περικκαθές πναστίκαν το τι γίνεται και πρώτες σέρνουν τον χορό!
Ήριξεν ο Μάρτης το νερόν, και την δροσά του ο Απρίλης κι ηνεκακίστηκεν η γής!
Ω! η σημερινή μέρα σκολιανή! Η αρκοντιά της Άνοιξης! Δικοί και μουσαφίρηδες, περαστικοί και ξένοι έχει για ούλους μιαθ θεσάν, στη μεγάλη τράπεζα του χωργιού. Ο Παπάς ορθός πρώτα συγχωρεί τα αποθαμένα μας κι έπειτα ευλογεί με το «Χριστός Ανέστη» το καφαρτέ μας, που σήμερον μνημόσυνον το λέμε!
Εδά μαθών, χρειάζεται χαζίρεμα το πράμα, μην πάει κι ούλη η νηστεία χαμένη! Να μεαλιένει ο κάβος μας και να χορεύγει πρώτη η Πασκαλιά μ’ ούλα τα χρώματα του κόσμου! Ημέρα της Ανάστασης και της Αγάπης πρώτα!
Κι έτσι όπως κοιτώ την πέρα πάντα του χωργιού με τις λουλουδιασμένες «άσπες»*, έρχονται ψιθυριστά εκείνοι οι υπέροχοι λαϊκοί στίχοι από τους «ασπαλάθους» της φίλης μου της Σώσας της Πλακίδα:
Παντέχω σε κάθε Λαμπρήν, π’αθθίζουσιν οι κρίνοι
και της ελπίδας το κερίν μιαν άφτει και μια σβήνει. ——–
Κι εφέτι πάλι στόλισα σαν πέρσι το πυργάριν,
σαν τον καιρό που ζήσαμεν ενιόπαντρον ζευγάριν.
Είντα ‘ν’ που σ’αλικόντισεν και εν κοπιάζεις νάρτεις
να δεις… τι μαρτολούλουδον που ήμπλασεν ο Μάρτης!!!
Ήρτασιν νιόφερτοι και πάλι απ’ άλλα μέρη να μας δουν, να μας ακούσουν και να γράψουσιν τους κανόνες μας και τις συνήθειές μας, ολίον όψιμα το σκέφτηκαν, μόμ πιά; Καλοδεχούμενοι και τούτοι!
ΚΑΛΗ ΛΑΜΠΡΗ & ΚΑΛΗ… ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΕ ΟΛΟΥΣ!
Χαρούλα Κ.Κοτσάνη /Απρίλιος 2019
*«άσπες» λέμε στην Ικαρία, τις κατωφέρειες των κτημάτων, που δεν έχουν χτιστεί.