Εισαγωγή
Η πλατεία υπάρχει από την εποχή που δημιουργήθηκε ο Οικισμός, ως η μοναδική πλατεία του. Είναι στην είσοδο του πεζόδρομου, συνορεύει με το πολιτιστικό κέντρο, το σχολείο και το γήπεδο μπάσκετ. Χρησιμοποιείται σήμερα ως χώρος στάθμευσης. Μπορεί και πρέπει να γυρίσει στην παλιά της μορφή και να δώσει μια άλλη αίσθηση και ομορφιά στον οικισμό.
Επομένως είναι σημαντική για την πολιτιστική και οικονομική ζωή, όχι μόνο του χωριού, αλλά και της ευρύτερης περιοχής.
1. Σύμφωνα με την από 18/07/2012 εμπεριστατωμένη γνωμάτευση του Νομικού συμβούλου του Δήμου Ζαχαρία Κεσσέ, της οποίας το περιεχόμενο ως προς την ορθότητα και την ακρίβεια έχει διασταυρωθεί με την γνώμη και άλλων έγκριτων νομικών , η πλατεία αυτή ήδη πριν από το 1923 ανήκε στην κοινότητα Ραχών και εξακολουθεί να ανήκει στον Δήμο Ικαρίας ως καθολικό διάδοχό της.
Το Θέμα έχει ένα μακρύ ιστορικό μη νόμιμων και άκυρων πράξεων, όπως :
· Η με αριθμό 16708/19-01-1976 συμβολαιογραφική πράξη με την οποία δωρήθηκε από ιδιώτη η πηγή που βρίσκεται στην θέση Μηλιώντα στο Συνεταιρισμό
· Η με αριθμό 195/16-11-1976 συμβολαιογραφική πράξη με την οποία ανταλλάχθηκε η εν λόγω πηγή με την περιγραφείσα στο συμβόλαιο ως οικόπεδο 1026 τ.μ πλατεία Αγίου Γεωργίου
· Η κατόπιν της με αριθμό 29/1976 απόφασης του Κοινοτικού Συμβουλίου Ραχών και της με αριθμό 8902/27-9-1976 εγκριτικής απόφασης της Νομαρχίας Σάμου.
Η ακυρότητα όλων των παραπάνω πράξεων είναι προφανής πέραν των άλλων παραβιάσεων του Δημοτικού και κοινοτικού κώδικα, έλλειψη προφανούς ωφέλειας, λόγω της ανισότητας των αξιών που ανταλλάχθηκαν κλπ, για τον απλό λόγο, ότι αφορούν κοινόχρηστα πράγματα που ανήκαν στην κοινότητα Ραχών τα οποία είναι εκτός συναλλαγής. Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι χρησιμοποιήθηκε η ανήκουσα στην κοινότητα Ραχών πηγή για να ανταλλαγεί με τον συνεταιρισμό η επίσης ανήκουσα στην κοινότητα Ραχών κοινόχρηστη πλατεία που χαρακτηρίστηκε ως οικόπεδο.
2. Επειδή επείγει η αντιμετώπιση του θέματος λόγω της οικονομικής κατάστασης του συνεταιρισμού, του οποίου κινδυνεύει να κατασχεθεί η φερόμενη ως περιουσία του, πλατεία Αγίου Γεωργίου, από τους δανειστές του, πράγμα το οποίο θα οδηγήσει το Δήμο σε χρονοβόρες και δαπανηρές δικαστικές εμπλοκές, πρέπει άμεσα να προβούμε στις εξής ενέργειες :
2.1 Στην ανάκληση της με αριθμό 29/1976 απόφασης του Κοινοτικού Συμβουλίου Ραχών
2.2 Να ζητηθεί η ανάκληση της υπ’ αριθ. 8902/1976 απόφασης της Νομαρχίας Σάμου από την τώρα αρμόδια Περιφερειακή Ενότητα Σάμου της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου
2.3 Να ασκηθεί άμεσα αναγνωριστική αγωγή για την αναγνώριση της κυριότητας της πλατείας Αγίου Γεωργίου από το Δήμο Ικαρίας καθώς και της αναγνώρισης της ακυρότητας της ανταλλαγής.
2.4 Να επιδιωχθεί συναινετικά με τον συνεταιρισμό η συμβολαιογραφική ανάκληση της ανταλλαγής , χωρίς η διαδικασία αυτή να αναστείλει τις προαναφερόμενες ενέργειες.
Με βάση τα παραπάνω ζητώ από το Δημοτικό Συμβούλιο να αποφασίσει, ώστε ο Δήμος να προχωρήσει άμεσα στις παραπάνω ενέργειες
Θέμα: Ανταλλαγή ακινήτων μεταξύ της Κοινότητας Ραχών Ικαρίας και του Γεωργικού Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Ραχών Ικαρίας δυνάμει της υπ’ αριθ. 195/16-11-1976 Συμβολαιογραφικής πράξης του Συμβολαιογράφου Σ. Κεφάλου
Ι. ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Με την υπ’αριθμ. 16708/19-01-1976 Συμβολαιογραφική πράξη του Συμβολαιογράφου Μιχάλη Οικονόμου δωρήθηκε από τον Νικόλαο Στρούπα πηγή ύδατος μετά γης έκτασης 20 τμ στον Γεωργικό Μελισσοκομικό Συνεταιρισμό Ραχών Ικαρίας. Στη συνέχεια, με την υπ’αριθμ. 195/16-11-1976 Συμβολαιογραφική πράξη του Συμβολαιογράφου Σταμάτη Κεφάλου, ανταλλάχτηκε η εν λόγω πηγή με την, περιγραφείσα ως οικόπεδο 1.026 τμ στο εν θέματι συμβόλαιο, πλατεία Αγίου Γεωργίου Χριστού Ραχών της τότε Κοινότητας Ραχών Ικαρίας, κατόπιν της υπ’αριθμ. 29/1976 απόφασης του Κοινοτικού Συμβουλίου Ραχών και της υπ’αριθμ. 8902/27-9-1976 εγκριτικής απόφασης της Νομαρχίας Σάμου. Μετά από την εξέταση των διαθέσιμων στο φάκελο της υπόθεσης στοιχείων, επαγόμαστε τα ακόλουθα συμπεράσματα περί της νομιμότητας της συντελεσθείσας ανταλλαγής.
ΙΙ. ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ
Σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα (π.δ. 456/84, Α΄ 164):
«Άρθρο 966. Πράγματα εκτός συναλλαγής. Πράγματα εκτός συναλλαγής είναι τα κοινά σε όλους, τα κοινόχρηστα και τα προορισμένα στην εξυπηρέτηση δημόσιων, δημοτικών, κοινοτικών ή θρησκευτικών σκοπών. Άρθρο 967. Κοινόχρηστα. Πράγματα κοινής χρήσης είναι ιδίως τα νερά με ελεύθερη και αέναη ροή, οι δρόμοι, οι πλατείες, οι γιαλοί, τα λιμάνια και οι όρμοι, οι όχθες πλεύσιμων ποταμών, οι μεγάλες λίμνες και οι όχθες τους. Άρθρο 968. Κυριότητα σε κοινόχρηστα. Τα κοινόχρηστα πράγματα, εφόσον δεν ανήκουν σε δήμο ή κοινότητα, ή ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, ανήκουν στο δημόσιο. Άρθρο 970. Σε κοινόχρηστα πράγματα μπορούν να αποκτηθούν με παραχώρηση της αρχής κατά τους όρους του νόμου ιδιαίτερα ιδιωτικά δικαιώματα εφόσον με τα δικαιώματα αυτά εξυπηρετείται ή δεν αναιρείται η κοινή χρήση».
Εξάλλου, το τότε ισχύον Π.Δ. 933/1975, Περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον νόμου των ισχυουσών διατάξεων περί του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικος (Α` 297) προέβλεπε στο άρθρο 89 :
«1. Το Κοινοτικόν συμβούλιον αποφασίζει: α) επί του ετησίου προϋπολογισμού και απολογισμού της κοινότητος και των ιδρυμάτων αυτής, β) περί επιβολής φόρων, τελών και δικαιωμάτων, γ) περί εκμισθώσεως, εκποιήσεως και ανταλλαγής κτημάτων της κοινότητος, ως και συστάσεως εμπραγμάτων δικαιωμάτων επ` αυτών».
Το άρθρο 190, σχετικά με την ανταλλαγή ακινήτων όριζε: «Η ανταλλαγή ακινήτων κτημάτων των δήμων και κοινοτήτων και η επιβάρυνσις αυτών δι` εμπραγμάτου δικαιώματος επιτρέπεται υπό τους όρους του άρθρου 187.», ενώ το άρθρο 187:
«1. Η εκποίησις δημοτικών και κοινοτικών ακινήτων κτημάτων επιτρέπεται μόνον επί προφανεί ωφελεία του δήμου ή της κοινότητος, βεβαιουμένη δι` αποφάσεως του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, ήτις λαμβάνεται δι` απολύτου πλειοψηφίας του νομίμου αριθμού των μελών αυτού. Η απόφασις χρήζει της εγκρίσεως του Υπουργού των Εσωτερικών. 2. Η εκποίησις ενεργείται δια δημοπρασίας. Η επί του πρακτικού αυτής απόφασις του αρμοδίου οργάνου του δήμου της κοινότητος χρήζει της εγκρίσεως του Υπουργού των Εσωτερικών. 3. Η παράβασις των ως άνω διατάξεων επάγεται ακυρότητα των πράξεων των δήμων και κοινοτήτων, ουδεμία δε αξίωσις κατά του δήμου ή της κοινότητος γεννάται εκ της ακυρώσεως.»
Σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, η ανταλλαγή ή εκποίηση ακινήτων που ανήκουν σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, επιτρέπονται υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι ο οικείος Οργανισμός έχει εξουσία διαθέσεως αυτών και τα σχετικά δικαιώματα είναι απαλλοτριωτά. Αντιθέτως, επί κοινοχρήστων πραγμάτων, τα οποία σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες ρυθμίσεις του Α.Κ. είναι πράγματα εκτός συναλλαγής, δεν χωρεί εκποίηση, ανταλλαγή ή συμβιβασμός εκ μέρους του Δημοσίου ή των ΟΤΑ, αλλά επιτρέπεται μόνον η παραχώρηση ιδιαιτέρων ιδιωτικών δικαιωμάτων, εάν αυτά δεν αναιρούν την – κατά τον προορισμό του πράγματος – κοινοχρησία και εφόσον η παραχώρηση προβλέπεται από ειδική διάταξη νόμου. Ως εκ τούτου, εφόσον εν προκειμένω η επίδικη έκταση είναι κοινόχρηστη (και, επομένως, πράγμα εκτός συναλλαγής), η τότε Κοινότητα Ραχών εστερείτο της εξουσίας διαθέσεως αυτής και συνεπαγόμενα η ανταλλαγή της με το δωρηθέν στο Γεωργικό Μελισσοκομικό Συνεταιρισμό Ραχών ακίνητο είναι αυτοδικαίως άκυρη. Επίσης, δεδομένης της πρόδηλης διαφοράς και αναντιστοιχίας στην αξία των δύο ανταλλαγέντων ακινήτων, η ανταλλαγή του επίμαχου ακινήτου, και αν ήθελε θεωρηθεί ότι επιτρεπόταν η διάθεση κοινόχρηστου πράγματος, δεν πραγματοποιήθηκε επί προφανεί ωφελεία της Κοινότητας. Η απόφαση έχρηζε περαιτέρω της εγκρίσεως του Υπουργού των Εσωτερικών, η οποία δεν προκύπτει από τα διαθέσιμα στοιχεία του φακέλου. Επιπρόσθετα, η υπέρμετρη δυσαναλογία της αξίας του ανταλλαγέντος ακινήτου εις βάρος της Κοινότητας και εντέλει του Δημοσίου συγκροτεί αυτοτελή λόγο ακυρότητας της ανταλλαγής.
Ανταλλαγή η οποία επιφέρει στο Δημόσιο πολλαπλάσιες απώλειες από το όφελος που αποκομίζει είναι αντικειμενικά καταπλεονεκτική και δεν γίνεται ανεκτή από τις κρατούσες στην κοινωνία αντιλήψεις περί ηθικής και δημόσιας τάξης, από αυτό δηλαδή που ο αστικός μας κώδικας ορίζει ως χρηστά ήθη. Συνέπεια της αντίθεσης μιας σύμβασης στα χρηστά ήθη είναι η αυτοδίκαιη ακυρότητά της.
Συνεπώς, η υπ’αριθμ. 29/1976 απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου Ραχών και η υπ’αριθμ. 8902/27-9-1976 απόφαση της Νομαρχίας Σάμου που την ενέκρινε την απόφαση της Κοινότητας περί ανταλλαγής, παρίστανται για τους ανωτέρω λόγους ακυρωτέες, ως αντικείμενες σε ουσιώδεις διατάξεις νόμου.
ΙΙΙ. ΜΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΛΟΓΩ ΜΕΤΑΓΡΑΦΗΣ
Τονίζεται ότι η παραπάνω διαπιστωθείσα ακυρότητα αυτή δεν θεραπεύεται με τη μεταγραφή του συμβολαίου στο οικείο υποθηκοφυλακείο.
Σύμφωνα δε με το άρθρο 791 παρ. 1 του ΚΠολΔ: «Όποιος τηρεί δημόσια βιβλία στα οποία καταχωρίζονται πράξεις ή αποφάσεις που έχουν σχέση με τη σύσταση, μεταβίβαση ή κατάργηση δικαιωμάτων ιδιωτικού δικαίου ή εγγράφονται ή εξαλείφονται κατασχέσεις ή εγγράφονται αγωγές ή ανακοπές ή γίνονται σημειώσεις γι` αυτές, αν αρνείται να ενεργήσει όπως του ζητείται, οφείλει το αργότερο μέσα στην επόμενη από την υποβολή της αίτησης ημέρα να σημειώσει περιληπτικά στο σχετικό βιβλίο την άρνηση του και τους λόγους της», ενώ, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου: «Η εκκρεμότητα που δημιουργείται με την άρνηση αίρεται με απόφαση του δικαστηρίου στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει εκείνος που τηρεί τα βιβλία, με αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον».
Οι μεταγραπτέες πράξεις μεταγράφονται, εφόσον είναι έγκυρες. Αν είναι άκυρες, δεν παράγουν αποτελέσματα και επομένως είναι περιττή η μεταγραφή, αφού αυτή δεν είναι ικανή να θεραπεύσει την ακυρότητα. Μόνο με τη μεταγραφή δεν επέρχεται η εμπράγματη μεταβολή. Έτσι άκυρη δικαιοπραξία, και αν ακόμη μεταγραφεί, παραμένει άκυρη και επομένως δεν παράγει τα αποτελέσματα της (άρθρο 180 ΑΚ).
ΙV. ΜΗ ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ ΛΟΓΩ ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑΣ
Κατά το άρθρο 57 εδ.α` του ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητα του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον. Από την ανωτέρω διάταξη συνάγεται ότι προϋπόθεση της παρεχόμενης με αυτή προστασίας είναι η συνδρομή παράνομης πράξης, από την οποία επέρχεται μειωτική διαταραχή της προσωπικότητας σε κάποια έκφανσή της. Τέτοια προσβολή δημιουργείται και όταν παρακωλύεται η χρήση κοινόχρηστης οδού. Από το συνδυασμό της ως άνω διατάξεως με εκείνες των άρθρων 966, 967 και 59 του ΑΚ προκύπτει ότι, με την καθιέρωση κάποιου πράγματος ως κοινοχρήστου, το άτομο αποκτά εξουσία χρήσεως αυτού, η οποία δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως άμεση εξουσία επί του πράγματος (νομή, οιονεί νομή ή κατοχή), είναι όμως απόρροια του επί της ιδίας προσωπικότητας ιδιωτικού δικαιώματος, η εξουσία δε αυτή χρήσεως, που προσβάλλεται εξωτερικώς σε περίπτωση παρακωλύσεως της κοινής χρήσεως, ως έκφανσης της προσωπικότητας του πολίτη, περικλείει την ικανότητα για ακώλυτη ανάπτυξη της ανθρώπινης ενέργειας και προστατεύεται από το άρθρο 57 Α.Κ., που επιβάλλει, όπως εκτέθηκε, την άρση της προσβολής και την παράλειψη της στο μέλλον, ενώ επί πλέον δικαιούται το προσβαλλόμενο φυσικό πρόσωπο να απαιτήσει, κατ` άρθρο 59 ΑΚ, χρηματική ικανοποίηση για την εκ της προσβολής ηθική του βλάβη.
Με την καθιέρωση του πράγματος ως κοινοχρήστου δημιουργείται αφενός σχέση της πολιτείας ή άλλου φορέα δημόσιας εξουσίας (δήμου, κοινότητας κλπ) προς το πράγμα και αφετέρου σχέση του πολίτη προς αυτό, που συνίσταται στην εξουσία να το χρησιμοποιεί ελεύθερα μέσα στα όρια του προορισμού του. Η εξουσία του δε αυτή, που απορρέει από το προστατευόμενο δικαίωμα του επί της προσωπικότητας του (άρθρο 57 του ΑΚ), αποτελεί εκδήλωση της ελευθερίας που είναι στοιχείο της προσωπικότητας του ατόμου, συνταγματικώς προστατευόμενη (άρθρο 5 §1 του Συντάγματος). Περαιτέρω κατά τις διατάξεις των άρθρων 966, 967, 969, 970, 971 και 1054 του ΑΚ εκτός συναλλαγής πράγματα είναι και τα κοινόχρηστα, στα οποία περιλαμβάνονται οι οδοί και οι πλατείες, ως προεκτάσεις και διευρύνσεις των οδών, οι οποίες, αν δεν ανήκουν σε δήμο ή κοινότητα ή ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, ανήκουν στο Δημόσιο και είναι ανεπίδεκτες νομής, άρα και κτήσης κυριότητας με χρησικτησία, αποβάλλουν δε τον κοινόχρηστο χαρακτήρα τους, αν έπαυσε να εξυπηρετείται ο εν λόγω προορισμός από φυσικά εμπόδια ή μεταβολές στη νομική κατάσταση αυτών.
Με το άρθρο 4 παρ.1 και 2 του Ν. 3127/2003 ορίζονται τα εξής:
«1. Σε ακίνητο που βρίσκεται μέσα σε σχέδιο πόλεως ή μέσα σε οικισμό που προϋφίσταται του έτους 1923 ή μέσα σε οικισμό κάτω των 2.000 κατοίκων, που έχει οριοθετηθεί, ο νομέας του θεωρείται κύριος έναντι του Δημοσίου εφόσον α)νέμεται, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, αδιαταράκτως για δέκα (10) έτη το ακίνητο, με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία, υπέρ του ιδίου ή του δικαιοπαρόχου του, που έχει καταρτισθεί και μεταγραφεί μετά την 23-2-1945, εκτός εάν κατά τη κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη, ή β) νέμεται μέχρι τη έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, το ακίνητο αδιαταράκτως για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ετών, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη. Στο χρόνο νομής που ορίζεται στις περιπτώσεις στις α’ και β’ προσμετράται και ο χρόνος νομής των δικαιοπαρόχων που διανύθηκε με τις ίδιες προϋποθέσεις. Σε κακή πίστη βρίσκεται ο νομέας, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042 του ΑΚ. 2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για ακίνητο εμβαδού μέχρι 2.000 τ.μ. Για ενιαίο ακίνητο εμβαδού μεγαλύτερου των 2.000 τ.μ. οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται μόνο εφόσον στο ακίνητο υφίσταται κατά την 31-12-2002 κτίσμα που καλύπτει ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%) του ισχύοντος συντελεστή δόμησης στην περιοχή».
Από την ως άνω σαφή διατύπωση των προπαρατεθεισών διατάξεων προκύπτει ότι οι απαιτούμενες προϋποθέσεις εφαρμογής του είναι αθροιστικώς, οι ακόλουθες: Α) Να πρόκειται για ακίνητο που βρίσκεται εντός σχεδίου πόλεως ή εντός προϋφισταμένου του έτους 1923 οικισμού ή εντός οριοθετηθέντος οικισμού, ο πληθυσμός του οποίου συμφώνως με την τελευταία (προ της ενάρξεως εφαρμογής του ως άνω νόμου) απογραφή δεν υπερβαίνει τους 2.000 κατοίκους. Β) Να πρόκειται για ακίνητο εμβαδού α) μέχρι 2.000 τετρ. μέτρων ή β) μείζονος των 2.000 τετρ. μέτρων, εφόσον στο ακίνητο αυτό υπήρχε στις 31-12-2002 κτίσμα που καλύπτει ποσοστό τουλάχιστον 30% του ισχύοντος στην περιοχή συντελεστή δόμησης, Γ) Να έχει καταστεί το ακίνητο αντικείμενο αδιατάρακτης νομής μέχρις ενάρξεως ισχύος του ως άνω νόμου α) επί δέκα έτη με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία υπέρ του ιδίου του νεμομένου ή νεμηθέντος ή υπέρ των δικαιοπαρόχων του, εφόσον ο νόμιμος αυτός τίτλος έχει καταρτισθεί και μεταγραφεί μετά την 28-2-1945, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής ο επικαλούμενος κυριότητα ή οιοσδήποτε από τους δικαιοπαρόχους του ήταν κακής πίστεως, ή β) επί τριάντα έτη, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής ο επιληφθείς της νομής του ακινήτου ήταν κακής πίστεως, δηλαδή εφόσον δεν συνέτρεχαν κατά τον χρόνο κτήσεως της νομής οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042 ΑΚ. Εξάλλου, στο χρόνο νομής των ως άνω περιπτώσεων α’ και β’ προσμετράται και ο χρόνος νομής των δικαιοπαρόχων που διανύθηκε με τις ίδιες προϋποθέσεις.
Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 966, 968 και 1054 ΑΚ προκύπτει ότι τα εκτός συναλλαγής ακίνητα του Ελληνικού Δημοσίου, στα οποία συγκαταλέγονται και τα κοινής χρήσεως είναι ανεπίδεκτα τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας και, επομένως, δεν μπορούν να είναι αντικείμενο της κατά το ιδιωτικό δίκαιο κτήσεως είτε κατά κυριότητα είτε κατά νομή από οποιονδήποτε τρίτο, του οποίου το δικαίωμα προς χρήση των πραγμάτων αυτών δεν συνιστά νομή ή οιονεί νομή ή κατοχή αλλά ιδιόρρυθμο δικαίωμα που απορρέει από την προσωπικότητα του ανθρώπου και προστατεύεται με την ΑΚ 57 μόνο στην περίπτωση παρακωλύσεως ή αποβολής από τη χρήση του κοινοχρήστου πράγματος.
Συνεπώς, τα ανήκοντα στο Ελληνικό Δημόσιο κοινόχρηστα πράγματα δεν καταλαμβάνονται από το ως άνω άρθρο 4 του ν. 3127/2003. Πράγματα δε κοινής χρήσεως, κατά τις διατάξεις των ανωτέρω άρθρων 966 και 968 ΑΚ, είναι ιδίως τα νερά με ελεύθερη και αέναη ροή, οι δρόμοι, οι πλατείες, οι αιγιαλοί, τα λιμάνια και όρμοι, οι όχθες πλεύσιμων ποταμών, οι μεγάλες λίμνες και οι όχθες τους.
V. ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΝΟΜΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ
1. Λόγω της διαπιστωθείσας ανωτέρω παρανομίας, ο Δήμος Ικαρίας υποχρεούται να ανακαλέσει την η υπ’αριθμ. 29/1976 απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου Ραχών, ως καθολικός διάδοχος αυτής, και να προκαλέσει με αίτημά του την ανάκληση της υπ’αριθμ. 8902/27-9-1976 απόφασης της Νομαρχίας Σάμου, από την νυν αρμόδια προς τούτο, Περιφέρεια Βορείου και Ανατολικού Αιγαίου.
2. Ευκταίο θα ήταν ο Συνεταιρισμός να αποδεχθεί την οικειοθελή και χωρίς δίκες σύμπραξή του με το Δήμο Ικαρίας στην ανάκληση της ανταλλαγής με νέα συμβολαιογραφική πράξη.
3. Σε περίπτωση άρνησης σύμπραξης εκ μέρους του Συνεταιρισμού στην ανάκληση, ο Δήμος δύναται να ασκήσει αγωγή αναγνώρισης της ακυρότητας της ανταλλαγής ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου.
Ζαχαρίας Κεσσές
Αθήνα, 18.7.2012
Comments are closed.