γράφει η δημοσιογράφος Μαργαρίτα Ικαρίου
Halib (γάλα) για προσφυγόπουλα. Πρωί-πρωί ξυπνούσαν, Σαμιώτες και Σαμιώτισσες, κι έτρεχαν στο λιμάνι Μαλαγαρίου, εκεί που έστρωναν την απελπισία και την προσφυγιά τους καταγής οι Σύροι. Σάντουιτς φτιαγμένα από ομάδες εργασίας που άφηναν στο σπίτι τους απλήρωτο το ρεύμα για να παίρνουν καθημερινά τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης στους κατατρεγμένους όπου γης, τους οποίους είχαν «σπρώξει» σε βάρκες θανάτου οι «έμποροι των εθνών».
Τη ζωή τους ριψοκινδύνευαν κάθε μερόνυχτο οι άνδρες της Ελληνικής Ομάδας Διάσωσης, οι αυτοδύτες, οι ψαράδες, οι λιμενικοί, οι πυροσβέστες και οι αστυνομικοί για να απεγκλωβίζουν από τις κρημνώδεις ακτές της Σάμου τους κρεμασμένους σαν τσαμπιά, ανθρώπους της προσφυγιάς και του πολέμου, σε βάρος των οποίων θησαύριζαν πετώντας τους στο ενδιάμεσο των θαλασσίων συνόρων, οι αργυρώνητοι «ανθρωπιστές» της φαιάς ημισελήνου. Πακτωμένες ψυχές σε πλωτά φέρετρα, μωράκια που καταπλακώνονταν κάτω από μπαγκάζια σε σκάφη διακίνησης, γυναίκες ως ανταλλακτήριο εκμετάλλευσης, νέα παιδιά που αναζητούσαν να κερδίσουν τη ζωή και το κεφάλι τους, μακριά από του πολέμου τη σπάθα. Σωσίβια μαύρα διάσπαρτα παντού. Ως και ο πνιγμός τους να είναι πένθιμος και φτηνός, μη εμφανής στα σκοτάδια της νύχτας…
Νησιώτισσες μανάδες που έπλεναν παιδικά ρουχαλάκια, ξέθαβαν παπούτσια από τις ντουλάπες και έπαιρναν τα χνουδωτά κουκλιά από τα χέρια των παιδιών τους, για να τα προσφέρουν με χαρά και βιάση σε εκείνα τα μικρά, με τα γεμάτα δάκρυα μάτια. Κουβέρτες και κλινοσκεπάσματα, γεύματα προετοιμαζόμενα από εθελόντριες γιαγιάδες, χέρια, χαμόγελα, αλληλεγγύη και ανθρωπιά, μέσα από το λιγοστό «έχειν» των γηγενών .
Δεν είναι άμαθοι από πόνο, ξεριζωμό και πόλεμο οι Σαμιώτες. Μήτε από προσφυγιά. Μπήκαν σε ένα χορό που δικός τους δεν ήταν και διαχειρίστηκαν τα προβλήματα που προέκυπταν από τον τεράστιο όγκο των προσφυγικών ροών, με σύνεση και επάρκεια. Με ανθρωπισμό και τεράστια διάθεση προσφοράς.
Στάθηκαν απέναντι σε ακραιφνείς εκφραστές ρατσιστικών και φασιστικών τάσεων, αντιτάχθηκαν σε στεντόρειες φωνές που με αιχμή δόρατος τη «ξενοφοβία» ανέσυραν από το χρονοντούλαπο εθνικιστικές κορώνες και τρομολαγνικές φοβίες.
Οι φορείς αυτοδιοίκησης, με ελαχιστοποιημένους τους πόρους, ήρθαν να καλύψουν στο μέτρο του δυνατού, τις εμφανείς -κρατικής και ευρωπαϊκής ευθύνης- ελλείψεις οργάνωσης και διαχείρισης του προσφυγικού. Η κοινωνία, στο μεγαλύτερο ποσοστό της, άναβε τα δικά της κεριά στις εκκλησιές του ανθρώπινου πόνου, προσευχόμενη για λύσεις ειρήνης και δρόμους ανοιχτούς για τους ανθρώπους που ως ικέτες προσήλθαν στις πατρογονικές μας εστίες.
Κι ύστερα… ήρθαν οι ξενόφερτοι μισθοφόροι της αλληλεγγύης. Οι ευρωπαϊκών κονδυλίων διαχειριστές, με τα ακριβά τους οχήματα και σκάφη, να φρουρούν τα σύνορα και να περιφρουρούν των αφεντικών τους τις αποφάσεις. Οι μετακινήσεις προς άλλες χώρες σταμάτησαν, οι πρόσφυγες σε καθεστώς «ομηρίας» σε εδάφη ελληνικά, ο υπερπληθυσμός «έγκλειστων» στην ουσία ανθρώπων άρχισε να δημιουργεί εντάσεις αλλά και να ανατροφοδοτεί τους φασιστόλυκους που επιχαίρονται στην αναμπουμπούλα.
Υποσχέσεις κυβερνητικές που δεν τηρήθηκαν, η χαμένη εμπιστοσύνη του πολίτη έναντι εκείνων που παίρνουν αποφάσεις, οι δομές που πιστοποιούν την ανεπάρκειά τους, η αποτίμηση της κατάστασης στην ακριτική Σάμο και η υποτίμηση της ζωής, οι διμερείς συμφωνίες που υποθηκεύουν το αύριο, οι συνθήκες ανθρωπισμού που απαγορεύουν την γκετοποίηση ακόμη κι αν αυτή εμφανίζεται εξωραϊσμένη, η «νησιωτικότητα» που οι όροι της καταστρατηγούνται, η αποσυμφόρηση τόσων χιλιάδων που βραδυπορεί τραγικά, οι απέλπιδες προσπάθειες των ξεριζωμένων να βρουν δίοδο προς τις χώρες της Ευρώπης, τα ασυνόδευτα ανήλικα που δικαιούνται μέριμνας…
Με την ασπίδα στο γόνατο οι πολλοί, παρακολουθούμε απαθώς τον υπουργό να ορίζει και (δεύτερο) hot spot στη Σάμο, ένα εγκαταλειμμένο στρατόπεδο δίπλα στα σπίτια της κωμόπολης των Μυτιληνιών. Λες και μετατοπίζοντας το πρόβλημα, το επιλύεις. Μεγιστοποιώντας ωστόσο την επικινδυνότητα ανατροφοδότησης νεορατσιστικών τάσεων.
Οι ίδιοι εκείνοι άνθρωποι που προσέτρεχαν σε βοήθεια, που από το υστέρημά τους κερνούσαν χαλίμπ τα προσφυγόπουλα, που έσκαβαν τη γη για την πατάτα και την έκαναν σίτιση αγάπης στην ανάγκη, είναι οι ίδιοι που σήμερα ανησυχούν και εναντιώνονται και θυμώνουν και εξοργίζονται για τις αποφάσεις που λαμβάνονται εν μια νυκτί, χωρίς καν τη γνωμοδοτική θέση ή και τη συναίνεση της τοπικής κοινωνίας. Χωρίς να έχουν διερευνηθεί επακριβώς οι όροι που διέπουν την εγκατάσταση ενός ακόμη hot spot στη Σάμο, όταν στη λειτουργία του πρώτου είναι διαπιστωμένες και καταγεγραμμένες οι οργανωτικές αδυναμίες και τα επιμέρους προβλήματα. Χωρίς να εξετάζονται οι άμεσες, έμμεσες και μελλοντικές επιπτώσεις αυτής της κατάστασης. Οι ραγδαίες εξελίξεις που πιθανόν δρομολογούνται…
Λέει κάπου ο Ρίτσος: «Εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ποιος ξέρει, ίσως εκεί αρχίζει η ανθρώπινη ιστορία»….
Τι θα γράψει, άραγε, αύριο η ιστορία για τις εκάστοτε «Ειδομένες» που στέκουν μακριά από τα ιδεώδη του ανθρωπισμού; Φτιάχνονται για να δώσουν καταφύγιο στους ξεριζωμένους άραγε ή στόχο έχουν, με ευρωπαϊκή νότα, να μετατρέψουν έναν ολάκερο ακριτικό νησί ή και όλα τα νησιά του Β. Αιγαίου, σε άτυπα γκέτο;