ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ
Αθήνα, 02/09/2018
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Συνέντευξη του Υπουργού Επικρατείας και Κυβερνητικού Εκπροσώπου, Δημήτρη Τζανακόπουλου, στην εφημερίδα «Έθνος της Κυριακής» και την δημοσιογράφο Βούλα Κεχαγιά
Κύριε υπουργέ, λιγότερο από μία εβδομάδα απομένει για την εμφάνιση του πρωθυπουργού και συνολικά της κυβέρνησης στη ΔΕΘ. Τι να περιμένουμε;
Η φετινή Έκθεση Θεσσαλονίκης έχει έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα, καθώς πρόκειται για την πρώτη διοργάνωση μετά από οκτώ χρόνια μνημονίων. Και είναι λογικό ότι οι προσδοκίες τόσο των πολιτών όσο και των παραγωγικών φορέων θα είναι αυξημένες, καθώς η χώρα πλέον έχει ολοκληρώσει την καθαρή έξοδο από τα μνημόνια και έχει έρθει ο καιρός για την εκπόνηση πολιτικών που θα αποκαταστήσουν προοδευτικά τις αδικίες της κρίσης, θα μειώσουν τις ανισότητες και θα στηρίξουν τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία που σήκωσε δυσανάλογα βάρη.
Από τη μεριά της κυβέρνησης και φυσικά του πρωθυπουργού ο στόχος, λοιπόν, είναι να περιγράψουμε ένα στρατηγικό σχέδιο για την οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότηση της χώρας με συγκεκριμένες προτεραιότητες: την ενίσχυση της μισθωτής εργασίας, τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων για την αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης με το βλέμμα στραμμένο στη βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος και, τέλος, μια δέσμη δράσεων για την οικοδόμηση ενός αποτελεσματικού κοινωνικού κράτους.
Γνωρίζετε καλύτερα από μένα πως ο κόσμος προσδοκά ότι η κυβέρνηση θα ανακοινώσει τη μη εφαρμογή του μέτρου της περικοπής των συντάξεων. Πόσες πιθανότητες δίνετε στο να μη συμβεί αυτό;
Ο πρωθυπουργός έχει αρκετές φορές τονίσει -με τελευταίο παράδειγμα την προχθεσινή συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου- ότι ο κύκλος της δημοσιονομικής προσαρμογής έχει κλείσει. Αυτό απλούστατα σημαίνει ότι ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% μπορεί να επιτευχθεί τα επόμενα χρόνια χωρίς να είναι αναγκαία οποιαδήποτε περαιτέρω μέτρα. Αυτό είναι εξάλλου κάτι που αναγνωρίζουν όλο και περισσότεροι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, και μάλιστα δημοσίως. Ως προς τις ανακοινώσεις τώρα που θα κάνει ο πρωθυπουργός στην Έκθεση, συστήνω υπομονή.
Σας ανησυχεί κάποια αρνητική αντίδραση των δανειστών ή του ΔΝΤ, ή και ένα πιθανό «μούδιασμα» των αγορών, αν, εντέλει, ανακοινωθεί η μη εφαρμογή του μέτρου;
Το βασικό ζήτημα για τους θεσμούς αλλά και τις αγορές είναι η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων που έχουν τεθεί ώστε το ελληνικό χρέος να εξυπηρετείται και να παραμένει μακροπρόθεσμα βιώσιμο. Έχουμε, εξάλλου, αρκετές φορές πει ότι η έξοδος από τα μνημόνια έχει μια συγκεκριμένη συνέπεια: αυτό που δηλαδή ενδιαφέρει πλέον είναι η επίτευξη των στόχων και όχι ο τρόπος που θα επιτυγχάνονται αυτοί. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο λέμε διαρκώς ότι η χώρα ανακτά με την έξοδο την οικονομική της κυριαρχία.
Πείτε μας κάποια κοινωνικά μέτρα που θα λάβετε και η εφαρμογή τους θα ευνοήσει τους πιο αδύναμους και τη μεσαία τάξη…
Αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι, με βάση τις προβλέψεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος δημοσιονομικής στρατηγικής, προβλέπεται η δημιουργία δημοσιονομικού χώρου για τα επόμενα χρόνια που πρέπει να αξιοποιηθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για την ενίσχυση όσων σήκωσαν τα βάρη της κρίσης. Είναι προφανές, όμως, ότι δεν μπορώ να προαναγγείλω τις ανακοινώσεις του πρωθυπουργού.
Η κυβέρνηση προαναγγέλλει, όμως, φοροελαφρύνσεις. Αυτές περιλαμβάνουν και μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ ή στους συντελεστές του ΦΠΑ;
Σας είπα και προηγουμένως ότι ο δημοσιονομικός χώρος που δημιουργείται θα χρησιμοποιηθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ώστε να υπάρξει η μέγιστη ελάφρυνση στις κοινωνικές κατηγορίες που έχουν πληγεί από την κρίση, αλλά και για να στηριχθεί το κοινωνικό κράτος.
Θα σας ρωτήσω και για το αφορολόγητο. Και μη μου πείτε ότι είναι νωρίς ακόμη…
Θα σας πω αυτό που σας είπα και προηγουμένως. Ότι δηλαδή, με βάση τις προβλέψεις για τη δημοσιονομική πορεία της χώρας τα επόμενα χρόνια, κανένα επιπλέον μέτρο δεν είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων που έχουν συμφωνηθεί.
Κύριε Τζανακόπουλε, βλέπουμε ότι η πολιτική αντιπαράθεση ανεβαίνει στα ύψη. Σε ποιο πεδίο θα αναμετρηθείτε με τη ΝΔ; Στο προγραμματικό ή στη σύγκριση των δύο κόσμων;
Πρόκειται για το ίδιο πεδίο στην πραγματικότητα. Τα δύο αντιπαρατιθέμενα προγράμματα είναι οι αντανακλάσεις δύο διαφορετικών κόσμων στο πεδίο της πολιτικής. Από τη μια μεριά το πρόγραμμα της σημερινής κυβέρνησης, που θέτει στο επίκεντρο τη μισθωτή εργασία, τη δίκαιη ανάπτυξη, την καταπολέμηση της διαφθοράς, την οικοδόμηση ενός νέου και αποτελεσματικού κράτους, τη στήριξη των αυτοαπασχολούμενων και των μικρών επιχειρήσεων, την προώθηση της καινοτομίας.
Από την άλλη μεριά το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας, που θεωρεί ότι προϋπόθεση για την ανάπτυξη είναι η συντριβή της εργασίας, η παράδοση των κρατικών λειτουργιών και της κοινωνικής ασφάλισης στους ιδιώτες, η μείωση της φορολόγησης επί των κερδών – πρόκειται εδώ για προτάσεις κοινωνικά επιζήμιες αλλά και οικονομικά αναποτελεσματικές, που μοναδικό στόχο έχουν να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των οικονομικών ελίτ που στηρίζουν τον κ. Μητσοτάκη.
Εδώ, το παράδειγμα της επαναφοράς των αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων που οδηγούν σε αυξήσεις μισθών χιλιάδων εργαζομένων είναι αποκαλυπτικό. Θα θυμάστε ότι ο κ. Μητσοτάκης χαρακτήριζε αυτή την κίνηση ιδεοληπτική εμμονή της Αριστεράς. Άρα, λοιπόν, πρόκειται εδώ για προγράμματα που αντιστοιχούν σε συμφέροντα διαφορετικών κοινωνικών δυνάμεων, δύο διαφορετικών κόσμων.
Ξέρετε, η αντιπολίτευση σας κατηγορεί ότι δεν μπορείτε να διεκδικείτε την εκπροσώπηση του «νέου» στην πολιτική, όταν ακόμη και το πρόσφατο κυβερνητικό σχήμα συγκροτήθηκε με εκπροσώπους που «θυμίζουν» το παρελθόν…
Το πρόβλημα της ΝΔ, που υπό την ηγεσία Μητσοτάκη έχει εξελιχθεί σε ένα υβρίδιο ακροδεξιάς και νεοφιλελευθερισμού, είναι ότι πάσχιζε εδώ και καιρό να πείσει – σε συνεργασία με τα μέσα ενημέρωσης που έχουν αναλάβει εργολαβία να προωθούν την προπαγάνδα της – ότι η σημερινή κυβέρνηση βρίσκεται εντός μιας ιδιότυπης υγειονομικής ζώνης. Ότι δεν έχει πολιτικές συμμαχίες και κοινωνικές αναφορές. Αυτό που αποδείχθηκε, όμως, από τον τελευταίο ανασχηματισμό και πράγματι προκάλεσε μεγάλη αμηχανία στους εκπροσώπους του παλαιού καθεστώτος είναι ότι η εικόνα αυτή είναι απολύτως ψευδής.
Αντιθέτως, προέκυψε ότι η σημερινή κυβέρνηση συσπειρώνει δυνάμεις και πρόσωπα που δεν ανέχονται ούτε την ακροδεξιά στροφή του κ. Μητσοτάκη ούτε, φυσικά, την πολιτική του οριστικά μεταλλαγμένου ΚΙΝΑΛ, την πολιτική της ταύτισης με τη ΝΔ, και επιλέγουν να συστρατευθούν σε μια προσπάθεια για την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας και τη στήριξη της κοινωνίας. Εκεί, λοιπόν, κρίνεται η σύγκρουση του παλιού με το νέο, αφού θέλετε να μιλήσουμε με αυτούς τους όρους.
Διότι το δίλημμα σήμερα είναι: Στήριξη στη ΝΔ του κ. Μητσοτάκη, του κατεξοχήν εκπροσώπου του διεφθαρμένου παλιού πολιτικού συστήματος, ή στη σημερινή κυβέρνηση που βάζει σε πρώτη προτεραιότητα τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας;