Ρούλα Σαλούρου
Ενώ η κυβέρνηση έχει κάνει κεντρικό της σύνθημα την αύξηση του κατώτατου μισθού, κρατά κλειστά τα χαρτιά της για το θέμα του υποκατώτατου για τους νέους κάτω των 25. Τι παραδέχονται στελέχη της σε κλειστές κομματικές συνεδριάσεις.
Άδηλη είναι η τύχη του υποκατώτατου μισθού που ισχύει για τους νέους ηλικίας έως 25 ετών, αμέσως μετά τη λήξη του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, τον Αύγουστο.
Η κυβέρνηση μπορεί να διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι προτίθεται να προχωρήσει σε αύξηση του κατώτατου μισθού, όμως για το θέμα του υποκατώτατου, του κατώτατου μισθού δηλαδή που ισχύει για τους νέους εργαζόμενους, δεν κάνει καμία αναφορά.
Να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το πληροφοριακό σύστημα Εργάνη του υπουργείου Εργασίας, το 7,6% του συνόλου των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα που ανήλθαν το 2017 ήταν ηλικίας 19-24 ετών και δυνητικά μπορεί να απασχολούνται με μισθό της τάξης των 511 ευρώ μικτά (ή 428 ευρώ καθαρά) έναντι του κατώτατου μισθού των 586 ευρώ κάτω από τον οποίο δεν επιτρέπεται να αμείβονται οι πλήρως εργαζόμενοι άνω των 25 ετών.
Ο κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερος από τον κατώτατο μισθό για τους νέους θεσπίστηκε τον Φεβρουάριο του 2012 επί κυβέρνησης Παπαδήμου (η οποία στηριζόταν από το ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ και το ΛΑΟΣ), μαζί με τη μείωση 22% στον κατώτατο μισθό.
Έτσι, έκτοτε ο κατώτατος μισθός για νέους έως 25 ετών είναι κατά 33% κατώτερος σε σχέση με τα 751 ευρώ μικτά που ίσχυε μέχρι το 2012, ως κατώτατη αμοιβή για πλήρη απασχόληση, χωρίς ηλικιακές εξαιρέσεις.
Την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού έθεσε κατά τη διάρκεια της δεύτερης αξιολόγησης η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας στους επικεφαλής των δανειστών, οι οποίοι την απέρριψαν χωρίς πολλή κουβέντα. Το ελληνικό επιχείρημα ήταν ότι πρόκειται για μισθολογικές διακρίσεις σε βάρος των νέων κάτω των 25 ετών, με το υπουργείο Εργασίας να επισημαίνει ότι κάθε διάκριση είναι αντίθετη με τον ευρωπαϊκό κοινωνικό χάρτη.
Στο τραπέζι έπεσε η πρόταση για κατάργηση των ηλικιακών διακρίσεων, όχι όμως και της κατώτατης αμοιβής για τους νέους. Με βάση και το πόρισμα των «Σοφών» για τα εργασιακά, που έκανε λόγο για έναν κατώτατο μισθό για τους νέους, ο οποίος θα αντιστοιχεί στο 90% του κατώτατου μισθού (σήμερα 586 ευρώ μικτά) για τον 1ο χρόνο εργασιακής εμπειρίας τους και στο 95% για τον 2ο χρόνο εργασιακής εμπειρίας τους. Αυτό σημαίνει πως ένας νέος, ανεξάρτητα από την ηλικία του, κατά το πρώτο έτος εργασίας θα έπρεπε να αμειφθεί με 527 ευρώ μικτά ενώ τον 2ο χρόνο, με 556 ευρώ μικτά.
Τελικά, κάθε συζήτηση για κατάργησή του απορρίφθηκε, ενώ δεν προχώρησε και η αντικατάστασή του. Υπέρ της πρότασης για υποκατώτατο που θα συνδέεται με την εμπειρία και όχι την ηλικία, ο οποίος θα εφαρμόζεται για τρία χρόνια από την ένταξη στην αγορά εργασίας, τάσσεται στην πρόσφατη έκθεσή του για την Ελλάδα και ο ΟΟΣΑ.
Στον αντίποδα, η ελληνική κυβέρνηση, τόσο στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα για την περίοδο 2019-2022, όσο και στο Αναπτυξιακό της πρόγραμμα που παρουσίασε στους εκπροσώπους των δανειστών, δεν κάνει καμία αναφορά στο θέμα του υποκατώτατου.
Σε εσωτερικές κομματικές συζητήσεις, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, το θέμα έχει τεθεί, με κυβερνητικά στελέχη να αποκλείουν τη συζήτηση, τουλάχιστον για το άμεσο μέλλον. Και αυτό γιατί μπορεί η κυβέρνηση να επιμένει στην κατάργηση της διάκρισης και εφαρμογή του νέου, αυξημένου κατώτατου μισθού σε όλους τους εργαζόμενους ανεξάρτητα από την ηλικία ή την εμπειρία, όμως εκτιμά πως πολιτικά η ώρα δεν είναι κατάλληλη για να ανοίξει το θέμα.
Υπό αυτό το πρίσμα, στρατηγικά φαίνεται να επικεντρώνεται στο θέμα του κατώτατου μισθού, και μάλιστα επιθυμεί ακόμη και σε αυτό το θέμα να μην αφήσει τους εκπροσώπους των δανειστών να εμπλακούν, καθώς πρόκειται να ακολουθήσει μνημονιακό νόμο.
Στην πράξη, η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας προωθεί την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου στην αγορά εργασίας και θέτει τρεις πυλώνες σχετικά με την εργασία για το επόμενο έτος, την αύξηση του κατώτατου μισθού, την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την καταπολέμηση της αδήλωτης και επισφαλούς εργασίας.
Ειδικά στον προσδιορισμό του κατώτατου μισθού, η κυβέρνηση επιμένει ότι οι επιπτώσεις της μείωσης του ήταν δραματικές στις εισοδηματικές κατανομές, καθώς αυξήθηκε το ποσοστό των χαμηλόμισθων και οδηγήθηκε σε έξαρση το φαινόμενο της εργασιακής φτώχειας. Μάλιστα, στοιχεία υπάρχουν και για τον υποκατώτατο, που δείχνουν ότι το μέτρο δεν έδωσε ώθηση στην απασχόληση των νέων, οι οποίοι αποτελούν την ηλικιακή ομάδα με το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αναδημοσίευση από : http://www.euro2day.gr