Ερώτηση Νίκου Χουντή (ΛΑΕ) προς την Κομισιόν για την ανεργία και την εργασιακή ανασφάλεια στην Ελλάδα
- Νίκος Χουντής:
«Κατανοείτε τους κινδύνους της υποαπασχόλησης και της ανεργίας στις ζωές χιλιάδων οικογενειών που αναγκάζονται να ζουν με μισές δουλειές, μισούς μισθούς και μειωμένα επιδόματα;»
- Τη χειρότερη επίδοση στις χώρες του ΟΟΣΑ έχει η Ελλάδα στους δείκτες ανεργίας και εργασιακής ανασφάλειας
- Δεύτερη χειρότερη στην απασχόληση, στην εργασία πλήρους απασχόλησης, στο εργασιακό άγχος και στο ύψος των αποδοχών
Παρά τους κυβερνητικούς πανηγυρισμούς για τη μείωση της ανεργίας, η Ελλάδα παρουσιάζει τη χειρότερη επίδοση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, όσον αφορά, τόσο ποσοτικούς δείκτες, όπως η απασχόληση, η ανεργία και οι θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης, όσο και ποιοτικούς δείκτες, όπως το ύψος των αποδοχών, η εργασιακή ανασφάλεια, το εργασιακό άγχος, επιβεβαιώνοντας την τραγική κατάσταση που βιώνουν οι Έλληνες εργαζόμενοι. Τα στοιχεία αυτά φέρνει στο προσκήνιο ο ευρωβουλευτής της Λαϊκής Ενότητας, Νίκος Χουντής, με ερώτησή του προς την Κομισιόν, σχετικά με την κατάσταση των εργασιακών σχέσεων στην Ελλάδα, μετά από 7 χρόνια εφαρμογής Μνημονιακών πολιτικών.
Πιο συγκεκριμένα, ο ευρωβουλευτής της ΛΑΕ σημειώνει ότι οι πολιτικές που εφαρμόζουν πιστά οι ελληνικές κυβερνήσεις, «στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, του εργατικού κόστους και της μείωσης των ελλειμμάτων (άρα της αύξησης της φορολογίας)» έχουν ισοπεδώσει τους Έλληνες εργαζόμενους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν «μια αγορά εργασίας με επίσημη ανεργία στο 22.6% και αν συνυπολογίσουμε την υποαπασχόληση του διευρυμένου εργατικού δυναμικού, ανεβαίνει στο 32%[1], εργασιακή ανασφάλεια και χαμηλούς μισθούς, λόγω της διάλυσης του καθεστώτος των συλλογικών συμβάσεων και της επικράτησης της μερικής απασχόλησης, μειωμένα εισοδήματα από την φορολογική επιβάρυνση και τις μειώσεις στους μισθούς τους».
Στη συνέχεια της ερώτησής του, ο Νίκος Χουντής επικαλείται την πρόσφατη Έκθεση Απασχόλησης του ΟΟΣΑ, στην οποία η Ελλάδα καταλαμβάνει τις χειρότερες θέσεις όσον αφορά ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες απασχόλησης. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα πιάνει την «πρωτιά» στους δείκτες της επίσημης ανεργίας και εργασιακής ανασφάλειας, έχει τη 2η χειρότερη απόδοση στους δείκτες της απασχόλησης, της εργασίας σε θέσεις πλήρους απασχόλησης, στο εργασιακό άγχος, στο ποσοστό εργαζομένων που αναγκάζονται να ζουν με χαμηλούς μισθούς (χαμηλότερους από το 50% του διαμέσου οικογενειακού εισοδήματος), την 3η χειρότερη στο κενό απασχόλησης για μη προνομιούχα άτομα και την 4η χειρότερη στις ώρες εργασίας και στο μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων.
[1] Στοιχεία 2016 από Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδας, σελ. 91, Ειδικό Θέμα IV.2 «Υποαπασχόληση και εν δυνάμει εργατικό δυναμικό την περίοδο 2008-2016»
Καταλήγοντας στην ερώτησή του, ο Έλληνας ευρωβουλευτής ρωτά την Κομισιόν εάν «Αναγνωρίζει τις τεράστιες ευθύνες που έχει για την οικονομική και κοινωνική καταστροφή που επέφεραν οι πολιτικές που έχουν εφαρμοστεί στην Ελλάδα», καθώς επίσης, εάν «Κατανοεί τους κινδύνους της υποαπασχόλησης των εργαζομένων και της κυριάρχησης των ελαστικών μορφών εργασίας στην ανάκαμψη της οικονομίας, στα δημόσια οικονομικά, στο ασφαλιστικό σύστημα και κυρίως στις ζωές χιλιάδων οικογενειών που αναγκάζονται να ζήσουν με μισές δουλειές, μισούς μισθούς και πετσοκομμένα επιδόματα;»
Ακολουθεί η πλήρης ερώτηση:
Μετά από 7 χρόνια εφαρμογής των πολιτικών της εσωτερικής υποτίμησης που σχεδίασε η Τρόικα[1] (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ) και εφαρμόζουν πιστά οι ελληνικές κυβερνήσεις η ελληνική αγορά εργασίας έχει ισοπεδωθεί κυριολεκτικά, αφού στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, του εργατικού κόστους και της μείωσης των ελλειμμάτων (άρα της αύξησης της φορολογίας) οι Έλληνες εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν:
- μια αγορά εργασίας με επίσημη ανεργία στο 22.6% και αν συνυπολογίσουμε την υποαπασχόληση του διευρυμένου εργατικού δυναμικού, ανεβαίνει στο 32%[2],
- εργασιακή ανασφάλεια και χαμηλούς μισθούς, λόγω της διάλυσης του καθεστώτος των συλλογικών συμβάσεων και της επικράτησης της μερικής απασχόλησης,
- μειωμένα εισοδήματα από την φορολογική επιβάρυνση και τις μειώσεις στους μισθούς τους.
Την εικόνα αυτή επιβεβαιώνει η πρόσφατη έκθεσή[3] του ΟΟΣΑ για την Απασχόληση όπου διαπιστώνει ότι η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον Μέσο Όρο των χωρών του ΟΟΣΑ σε 9 δείκτες για την απόδοση της αγοράς εργασίας και συγκεκριμένα, στους δείκτες της ανεργίας, της απασχόλησης σε θέσεις πλήρους απασχόλησης, στην εργασιακή ασφάλεια, στο εργασιακό άγχος και στο ποσοστό εργαζομένων που αναγκάζεται να επιβιώσει με πολύ χαμηλά εισοδήματα.
Ερωτάται η Επιτροπή:
- Αναγνωρίζει τις τεράστιες ευθύνες που έχει για την οικονομική και κοινωνική καταστροφή που επέφεραν οι πολιτικές που έχουν εφαρμοστεί στην Ελλάδα;
- Κατανοεί τους κινδύνους της υποαπασχόλησης των εργαζομένων και της κυριάρχησης των ελαστικών μορφών εργασίας στην ανάκαμψη της οικονομίας, στα δημόσια οικονομικά, στο ασφαλιστικό σύστημα και κυρίως στις ζωές χιλιάδων οικογενειών που αναγκάζονται να ζήσουν με μισές δουλειές, μισούς μισθούς και πετσοκομμένα επιδόματα;
Το Γραφείο Τύπου 30.08.2017
[1] (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ)
[2] Στοιχεία 2016 από Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδας, σελ. 91, Ειδικό Θέμα IV.2 «Υποαπασχόληση και εν δυνάμει εργατικό δυναμικό την περίοδο 2008-2016»
[3]Employment Outlook 2017,