ΒΑΔΙΖΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ
1η ώρα: ΜΑΘΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑ
«καθάρισε τον κήπο σου από τα ζιζάνια πριν πνίξουν τα άνθη»
Ά π ι τ ε !!!… (φύγετε)!…
ΏΠΙΣ… μία Πόλις προς Ανατολή σε χρόνο παρελθόντα, παρόντα και Μέλλοντα!
Εκεί στις πηγές των δύο αιώνιων ποταμών Τίγρη και Ευφράτη, την ώρα που ο ήλιος έγερνε, υπό την σκιά των Ιμαλαΐων στέκεται ένας Στρατηλάτης μπροστά στον στρατό του ζητώντας από τους παλαίμαχους να αποστρατευτούν, να αποχωρήσουν, να επιστρέψουν όσοι το ήθελαν πίσω στην Πατρίδα τους δοξασμένοι, πλούσιοι και τυχεροί με όσα κέρδισαν στην απαράμιλλη εκστρατεία που άλλη σαν αυτή δεν γνώρισε η γης! Όσοι πάλι θα ήθελαν να μείνουν μαζί του θα ΄βρισκε τρόπο να τους ανταμείψει με γενναιοδωρία… έτυχε όμως, έτσι το ήθελε η μοίρα, αυτός που τους μιλούσε να μην είναι ένας από αυτούς, προπάντων να μην σκέπτεται σαν αυτούς!
Οι πολλοί δεν κατάλαβαν κι οι ελάχιστοι ψυχανεμίζονταν ότι ο κόσμος εκείνη την ώρα άλλαζε κι άλλαζε τόσο συθέμελα που τα τραντάγματα εκείνα πυροδότησαν την μεγάλη ανυπακοή!!!
Χωρίς να μπορούν και με το δίκιο τους άλλωστε, απλοί στρατιώτες ήταν που οι περισσότεροι ακολουθούσαν για δικούς τους λόγους (δεν είναι η ώρα τώρα να αργοπορούμε για εξηγήσεις).
Δεν μπορούσαν να κατανοήσουν, όχι μόνο να προβλέψουν, το τι έρχεται. Έβγαλαν όλη την αντίθεσή, τον θυμό, την ζήλια τους για την υπεροχή αυτού που τους μιλούσε. Αρνήθηκαν να προχωρήσουν κι άλλο στο άγνωστο , αντιδρούσαν στον τρόπο που ο Βασιλιάς αντιμετώπιζε… τους νικημένους Ασιάτες…
Πώς είναι δυνατόν ένας Βασιλιάς τέτοιου μεγέθους να μην ρίχνει τα αστροπελέκια του Νικητή στους νικημένους; να μην γίνεται ο επόμενος Αρχηγός που θα τον τρέμουν και θα τον φοβούνται όλοι; να μην θεμελιώνει την εξουσία της ταπείνωσης και της τυφλής υποταγής όπως πάντοτε και παντού γίνεται;
Και πώς είναι δυνατόν ετούτος ο παράξενος «Βασιλιάς» να σέβεται τους λαούς που κυριεύει βεβαίως με μάχες που πότισαν με αίμα τόπους κι ερήμους αλλά μετά να στέκεται ευσεβής μπροστά σε βωμούς ξένων θεών, να συνομιλεί και να συνδιαλέγεται με τοπικούς άρχοντες , να δίνει ελευθερία στους απλούς ανθρώπους; να τρώει ό,τι τρώνε, να συμπεριφέρεται όπως συμπεριφέρονται, να διασκεδάζει όπως διασκεδάζουν, να ντύνεται όπως ντύνονται, να παντρεύεται με μία αλλόφυλη και αλλόθρησκη Ρωξάνη!!! … Τι «τουρλουμπούκι» είναι αυτό; Τι κόσμος μπορεί να γεννηθεί από ένα τέτοιο αλλοπρόσαλλο και περίεργο ανακάτεμα συνηθειών, θρησκειών, ανθρώπων, θρύλων , παραδόσεων!!! Αυτά κι άλλα θα είχαν στο μυαλό τους όταν άρχισαν να δυναμώνουν οι άγριες φωνές και οι διαμαρτυρίες των… και κατηγόριες βαριές ακούγονταν, πως ήθελε λέει, τώρα να τους ξεφορτωθεί γέρους κι ανήμπορους πια, να τους στείλει πίσω στην Μακεδονία… κι όλο πιο πολύ φούντωνε ο σαματάς, τέτοια η συγκέντρωση και η ανταρσία του στρατού εκεί στην μακρινή Ώπι!!!
Έξαλλος κατέβηκε από το πρόχειρο βήμα σαν τον κεραυνό που πέφτει ξαφνικά και κατακαίει ό,τι βρεί στο πέρασμά του και άοπλος όρμησε ανάμεσα στο πλήθος, το βλέμμα του φωτιά, η φωνή του βροντερή, άρπαξε με σιδερένιο χέρι δέκα τρεις και χωρίς πολλά λόγια και συζητήσεις , (που χρόνος τώρα για διαλόγους και ανακρίσεις) ! έτσι τους έστειλε «αδιάβαστους» … και ύστερα.. αχ! ύστερα τραβάει έναν λόγο μα έναν λόγο… εκείνον που διασώζει ο Αρριανός, βάναυσος λόγος μα δίκαιος…
Τους αρχίζει από την αρχή: ποιοι και πώς ήταν όταν ο Φίλιππος τους μάζεψε ημιάγριους με προβιές για ρούχα, ξυπόλητους, αλήτες και φτωχούς για να τους κάνει πολιτισμένους πολίτες σε πόλεις… κιχ, δεν ακουγόταν , θες ο φόβος, θες η έκπληξη για αυτόν που έβλεπαν και άκουγαν ακίνητοι, αποσβολωμένοι, άφωνοι στέκονταν εμπρός του, και τούτος συνέχιζε ανελέητα χωρίς οίκτο:
« ποιος σας κατέβασε από τα βουνά; ποιος σας έχτισε πόλεις; ποιος σας πήγε ως εκεί που σας πήγα; ποιος από σας κοιμάται λιγότερο από μένα; ποιος από σας τρώει λιγότερο από μένα; ποιος έχει περισσότερα τραύματα από μένα; Εσείς και Σατράπες, εσείς και Στρατηγοί, εσείς και Ταξίαρχοι, εσείς και τυχοδιώκτες! Κι από όλους αυτούς τους κόπους και τις πορείες τι απομένει σε μένα; τίποτα δικό μου πέρα από την πορφύρα ετούτη και το στέμμα!!! και τώρα τι θέλετε να πείτε; Ε! ναι λοιπόν να φύγετε, (και λέει το περίφημο εκείνο που ακούγεται ως τις μέρες μας)… « Ά π ι τ ε»!!! φύγετε!!! … λέξη βαριά, ασήκωτη με πολύ θυμό ειπωμένη, σε πολύ ελεύθερη μετάφραση… «φύγετε! άμετε και στο διάολο»! και σε λίγο ο στρατός εκείνος που κατέκτησε τον κόσμο έχει γίνει ένας σωρός συντρίμμια, χύμα εκειδά μπροστά του, σε πλήρη αναβρασμό….
Μετά από τρεις μέρες μαθαίνουν πως καινούριο στρατό οργάνωσε με απόλυτη εμπιστοσύνη στους Ασιανούς και τότε τρέχουν όλοι στα ανάκτορα ρίχνοντας μπρος στις πύλες τα άρματά τους, φωνάζοντας και κλαίγοντας με παρακάλια να τους δεχτεί και πάλι…
Και να τον βγαίνει επιτέλους ο Αλέξανδρος! όπου η σκηνή είναι συγκλονιστική βλέποντάς τους παλιούς στρατιώτες μετανοημένους κι ακούγοντας τις χαρούμενες φωνές που τον ξανά αντικρίζουν δεν καταφέρνει να συγκρατήσει κι εκείνος τα δικά του δάκρυα και ρίχνονται στην αγκαλιά του και φιλιούνται εκεί καταμεσής της απέραντης Ασίας μπροστά στους έκπληκτους Ασιάτες… και δίνει αμέσως διαταγή να ετοιμαστεί η μεγάλη γιορτή της συμφιλίωσης όπου ανακοινώνει την θέληση της πολιτικής του, αδιαπραγμάτευτος μέχρι τέλους : <<την αρχή της κοινής εξουσίας σε Έλληνες και Ασιάτες>>:
«κοινήν την εξουσίαν της αυτοκρατορίας αυτής»!
Και από εδώ που λέτε αρχίζει ο καινούριος κόσμος, ο δικός μας κόσμος, καλός ή κακός δεν έχει σημασία, σημασία έχει εκείνο το «κοινόν» ! που έγινε με το βροντερό…. Ά π ι τ ε!
Υ.Γ./ έτσι μόνο στέκονται στην ιστορία οι πραγματικοί Ηγέτες σε όλους τους καιρούς και σε όλους τους χρόνους… το ακούω και πάλι « Ά π ι τ ε»!