Στις 19 Αυγούστου 2019 πέθανε η Αντιγόνη Τσαπαλιάρη-Τσαμούταλη στο Γηροκομείο Ικαρίας, σε ηλικία 96 ετών.
Η Αντιγόνη ήταν σχεδόν 20 χρόνια στο Γηροκομείο. Ήταν από τους 14 που το 2012 εγκαταλείφθηκαν εκεί από την Ι.Μ.Σ.Ι.Φ. αφού απέλυσε όλους τους εργαζόμενους σε μία μέρα, με τους ηλικιωμένους να είναι στα κρεβάτια τους. Από τότε μέχρι την ημέρα που πέθανε επί της ουσίας συμμετείχε στην επιτροπή στήριξης του Γηροκομείου για να μην κλείσει, περιμένοντας μαζί με τους συγκατοίκους της, τους απολυμένους που συνέχισαν να τους φροντίζουν αλλά και την πλειοψηφία της Ικαριακής κοινωνίας και τους απανταχού Ικαριώτες, κυρίως την Ικαριακή Αδελφότητα Αμερικής, να υλοποιήσει η δημοτική αρχή ομόφωνες αποφάσεις των δημοτικών συμβουλίων, από τον Απρίλη του 2012 ότι θα αναλάβει τη λειτουργία του. Δεν πρόλαβε να δει κάτι τέτοιο. Έφυγε με την δημοτική αρχή χρόνια τώρα να επιμένει πως Γηροκομείο δεν υπάρχει. Όμως το Γηροκομείο είναι πρώτα απ’ όλα οι ηλικιωμένοι και οι εργαζόμενοι σ’ αυτό και μέχρι και τώρα ΥΠΑΡΧΟΥΝ!
Η Αντιγόνη ήταν απόλυτα πεισμένη ότι η Πρόνοια δεν είναι υποχρέωση των γυναικών που πρέπει να μένουν πίσω στο σπίτι, όπως συνήθως συμβαίνει αλλά υποχρέωση της πολιτείας και των φορέων της. Πίστευε ότι οι γυναίκες έχουν δικαίωμα στη δουλειά και την οικονομική ανεξαρτησία. Έτσι έζησε, έτσι αγωνίστηκε. Σαν πραγματική αγωνίστρια που ποτέ της και πουθενά δεν δείλιασε, αποχαιρετάει τον κόσμο τούτο κι όσους παριστάνουν τους προοδευτικούς, τους αριστερούς, τους κομουνιστές….. και θα μπορούσε να έλεγε τα παρακάτω λόγια:
Γενάρης 2012
Μικρό παιδί στη φτώχεια και την πείνα
Έζησα δυο πολέμους στη σειρά
Το φασισμό, τη φυλακή, την εξορία
Μάτωνα χρόνια για ζωή και λευτεριά.
Κι ύστερα πρόσφυγας και μετανάστης και φτυσμένος,
Στα κάτεργα του κόσμου ναυαγός,
Από τον τόπο μου έξω πεταμένος
Με μιαν ελπίδα έμαθα να ζω
Κάποτε θα γυρίσω… Δεν μπορεί…..
Δεν μένουν έτσι οι καιροί, όλο γυρνάνε
Αχ! Να πατήσω στη γεννήτρα γη!
Άραγε νάνε όπως τη θυμάμαι;
Ελπίζοντας ασπρίσαν τα μαλλιά μου,
Είπα πως όνειρο θα μείνει ο γυρισμός
Μα να! Είμαι εδώ! Τι θαύμα γη δικιά μου!
Τον ήλιο σου να βλέπω κι ας χαθώ.
Ο Στέλιος, η Αργυρώ, η Σταματούλα,
Ο Γιώργος, η Αντιγόνη, η Αθηνά,
Δεκάδες μια παρέα στα στερνά μας,
Στον τόπο μας, σε μια ζεστή γωνιά.
Και τώρα; Καταχείμωνο η ψυχή μας
Το σώμα μας μπαλάκι στα σκυλιά
Βάρος μας λένε έγινε η ζωή μας
Εδώ κι εκεί μας διώχνουν σαν σακιά
Σηκώνουμε το βλέμμα στα παιδιά μας
Που γίναν βουλευτές, πολιτικοί,
Δήμαρχοι, γραμματείς και…φαρισαίοι
Εδώ πεθαίνουμε…. από πίκρα και ντροπή.
Από τον τάφο το 2019.
Τώρα που στον τάφο πια βαδίζω,
Την ζωή μου πίσω όπως κοιτώ
Πίκρα και λυγμός μες στα στερνά μου
Στους δικούς σας νόμους δεν χωρώ.¨
Πεθαίνω αφανής και ξεχασμένη
Μαζί μου σέρνω μνήμη τραγική
Πιο κι απ’ της εξορίας μου τα χρόνια
Να με ποδοπατάτε όλοι μαζί.
Η Εκκλησία, η Νομαρχεία, τα Υπουργεία,
Ο Δήμος το Επαρχείο κι οι λοιποί,
Γίναμε βάρος μας φωνάζουν, προσκυνάνε
Νόμους που αφανίζουν τη ζωή.
Και…… Θυμάμαι στα δεκάξι μου τα χρόνια
Μες σε στρατόπεδα της Μες Ανατολής,
Αψήφησα τους νόμους και τα βόλια,
Σήκωσα τη γροθιά μου στο ληστή.
Έγραφα με τα άγουρά μου χρόνια,
Στις εξορίες και τις φυλακές
Κομουνιστής τι πάει να πει και τώρα
Πνιγήκατε σε νόμους και γραφές
Χρόνια σηκώναμε σε ματωμένους ώμους
Σακατεμένοι, σκοτωμένοι και νεκροί
ΤΟΥ ΔΙΚΙΟΥ ΚΟΥΒΑΛΟΥΣΑΜΕ τους ΝΟΜΟΥΣ
Στα χέρια μας την ίδια τη ζωή.
Κι αναρωτιέμαι τι σας λένε όλα τούτα
Για μια γενιά που ήταν όρθιοι κι οι νεκροί
Να πολεμά με νύχια και με δόντια,
Για λευτεριά δικαιοσύνη και τιμή;
Από τον τάφο μέσα σας φωνάζω
Μη στέκεστε κιοτήδες και δειλοί
Αν είναι να μιλάτε στ’ όνομά μας
Αντισταθείτε σ’ ότι θάβει τη ζωή.
Κατερίνα Πετράκη