Η 16η Αυγούστου είναι η 228η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και 229η σε δίσεκτα έτη. Είναι και η ημέρα κατά την οποία έγινε η υποστολή της βρετανικής σημαίας και η επίσημη ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Στις 16 Αυγούστου 1888 γεννήθηκε ο Τόμας Έντουαρντ Λόρενς, Άγγλος στρατιωτικός και μια από τις πιο μυστηριώδεις και γοητευτικές φυσιογνωμίες της σύγχρονης ιστορίας.
Ο Λόρενς είναι ο άνθρωπος που βοήθησε τη Σαουδική Αραβία να εαναστατήσει εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και πέρα από ήρωας για τους Άραβες έγινε και η καλύτερη ταινία με πλάνα ερήμου στην ιστορία, το «Λόρενς της Αραβίας» του Ντέιβιντ Λιν, δεύτερη καλύτερη είναι το «Τσάι στη Σαχάρα» του Μπερτολούτσι.
Το 1919 την ιδια ημερομηνία ήρθε στον κόσμο ο Αντώνης Σαμαράκης, ο άνθρωπος που μας δίδαξε πώς να λες πολλά πράγματα με λίγα λόγια και ακριβώς ένα χρόνο αργότερα, το 1920, ο Μπουκόφσκι.
Στις 14 Αυγούστου 1958 γεννήθηκε η Μαντόνα, είναι δηλαδή 63 ετών, μπράβο της.
Στις 14 Αυγούστου 1960 γεννήθηκε και ένα πολύπαθο κράτος: Η Δημοκρατία της Κύπρου.
Από τους Οθωμανούς στους Βρετανούς
Τη νύχτα της 15ης προς την 16η Αυγούστου του 1960, στις 2 μετά τα μεσάνυχτα στη Λευκωσία, ο Βρετανός κυβερνήτης της Κύπρου, σερ Χιου Φουτ, διάβασε στην αίθουσα του Μεταβατικού Υπουργικού Συμβουλίου (που αργότερα έγινε Μέγαρο της Βουλής των Αντιπροσώπων) την προκήρυξη της βασίλισσας της Μεγάλης Βρετανίας, με την οποία ανακοίνωσε την εγκατάλειψη της αγγλικής κυριαρχίας στην Κύπρο, στη βάση των Συμφωνιών της Ζυρίχης και του Λονδίνου.
Λίγο πριν το μεσημέρι της 16ης Αυγούστου έγινε στο μέγαρο του Κυβερνείου η υποστολή της βρετανικής σημαίας και η έπαρση της κυπριακής.
Ήταν η γέννηση ενός κράτους που δεν έγινε ούτε απλά ούτε εύκολα. Η Κύπρος είχε περάσει πολλά και πολύ δύσκολα χρόνια κάτω από τον οθωμανικό ζυγό πριν περάσει το 1878 στη Βρετανική Αυτοκρατορία.
Αρχικά οι Βρετανοί συγκυβερνούσαν με τους Οθωμανούς. Ο τρόπος με τον οποίο πήραν το νησί ήταν τρόπον τινά ανταποδοτικός: Υποσχέθηκαν στους Οθωμανούς στήριξη και προστασία από τους Ρώσους.
Η Κύπρος τούς ήταν εξαιρετικά χρήσιμη για πολλούς λόγους, όπως η ναυτική σύνδεση με τη Μέση Ανατολή αλλά και το Σουέζ, καθώς έγινε η μεγαλύτερη ναυτική βάση τους στην Ανατολική Μεσόγειο. Από εκεί τα πλοία τους ταξίδευαν προς όλες τις ανατολικές τους επαρχίες.
Όταν ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι Οθωμανοί συμμάχησαν με τις Κεντρικές Δυνάμεις, οι Άγγλοι προσάρτησαν πλήρως την Κύπρο, τους πέταξαν έξω και δημιούργησαν το Σουλτανάτο της Αιγύπτου σαν Βρετανικό προτεκτοράτο.
Μια μεγάλη και χαμένη ευκαιρία
Τότε δημιουργήθηκε μια μοναδική ευκαιρία για ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα: Οι Βρετανοί πρόσφεραν το νησί στη χώρα μας σε αντάλλαγμα να συμμαχήσουν οι Έλληνες μαζί τους, όμως ο γερμανόφιλος βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄ το αρνήθηκε.
Το 1925, με τη Συνθήκη της Λωζάνης η νεοσύστατη Τουρκική Δημοκρατία του Κεμάλ Ατατούρκ παραιτήθηκε από κάθε διεκδίκηση στην Κύπρο, η οποία ανακηρύχτηκε αποικία του Βρετανικού στέμματος.
Οι Ελληνοκύπριοι πίστευαν ότι η Βρετανική διοίκηση θα τους βοηθήσει να ενωθούν με την Ελλάδα. Με τεράστια συμμετοχή της Εκκλησίας της Κύπρου, οι Ελληνοκύπριοι ίδρυσαν την Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών (EOKA). Έβλεπαν το νησί σαν τμήμα του ελληνισμού και την ένωσή τους με τη μητέρα Ελλάδα ως φυσικό δικαίωμα.
Οι Τουρκοκύπριοι, από την πλευρά τους, όταν είδαν την ανάπτυξη των ελληνικών εθνικών κινημάτων αποφάσισαν να αντιδράσουν επειδή φοβήθηκαν την εκδίωξή τους από το νησί και αντιστάθηκαν σκληρά στη δράση της ΕΟΚΑ.
Ο τουρκικός πληθυσμός στο νησί έφτανε μόλις στο 20% και η πιθανή ένωση με την Τουρκία ήταν ένα άπιαστο όνειρο. Οι Τουρκοκύπριοι ενώθηκαν τη δεκαετία του 1950 κάτω από το σύνθημα «Διαίρεση ή Θάνατος». Μετά τη Ζυρίχη και το Λονδίνο οι Τούρκοι δέχτηκαν την ίδρυση Κυπριακού κράτους αλλά η μεγάλη τους επιθυμία ήταν πάντοτε η διαίρεση του νησιού και η ενσωμάτωση τουλάχιστον του Βορρά στην Τουρκία μέσω της δημιουργίας τουρκικού κράτους, όπως συνέβη το 1939 με την Αλεξανδρέττα.
Η Αθήνα γυρίζει την πλάτη στη Λευκωσία
Στις 15 Ιανουαρίου 1950 οι Κύπριοι πήγαν μαζικά στις κάλπες για να ψηφίσουν υπέρ ή κατά της Ένωσης του νησιού με την Ελλάδα. Στο δημοψήφισμα πήραν μέρος για πρώτη φορά και οι γυναίκες άνω των 18 ετών.
Το αποτέλεσμα ήταν συντριπτικό. Από τους 224.747 πολίτες με δικαίωμα ψήφου, ψήφισαν οι 215.108 και από αυτούς οι 215.103 τάχθηκαν υπέρ της Ένωσης.
Η ιδέα για δημοψήφισμα συζητήθηκε και ανακοινώθηκε για πρώτη φορά από την ηγεσία του ΑΚΕΛ, το Σεπτέμβριο του 1949. Με ανακοίνωσή της, παρότρυνε τους Έλληνες της Κύπρου «να κάμουν την 15η του Γενάρη μέρα θριάμβου για την Ένωση και σαρωτικής ήττας για το ξενικό ιμπεριαλιστικό καθεστώς».
Την ιδέα για δημοψήφισμα υιοθέτησε η Εθναρχία υπό την καθοδήγηση του Μακαρίου Γ’, νεαρού τότε Μητροπολίτη Κιτίου. Το ΑΚΕΛ κάλεσε τα μέλη του να ψηφίσουν υπέρ στο δημοψήφισμα που ετοίμασε η Εκκλησία της Κύπρου.
Ο Μακάριος Β’ ζήτησε από τον τότε Βρετανό Κυβερνήτη Άντριου Ράιτ να αναλάβει η αποικιακή κυβέρνηση τη διενέργεια του δημοψηφίσματος. Εκείνος όχι μόνο αρνήθηκε, αλλά απάντησε: «Αντιλαμβάνομαι ότι η λέξις “δημοψήφισμα” χρησιμοποιείται διά να περιγράψει την οργανωμένην εκλιπάρησιν του κοινού, όπως υπογράψει έγγραφον προσλαμβάνοντος την μορφήν διακηρύξεως των πόθων του. Η προτεινόμενη αίτησις ή διακήρυξις θα συσχετίζεται αμέσως με το θέμα της Ενώσεως της Κύπρου μετά της Ελλάδος. Η στάσις της Κυβερνήσεως της Αυτού Μεγαλειότητος και συνεπώς και της Κυπριακής Κυβερνήσεως, επί του θέματος τούτου, όπως επανειλημμένως διετυπώθη, είναι ότι το ζήτημα είναι κλειστόν».
Οι βρετανικές αποικιοκρατικές αρχές απείλησαν όλους τους δημοσίους υπαλλήλους ότι όποιος ψηφίσει θα απολυθεί.
Η αρνητική στάση των Βρετανών δεν πτόησε την Εθναρχία. Λίγες μέρες αργότερα, ο Αρχιεπίσκοπος με εγκύκλιο ανακοίνωσε τη διενέργεια δημοψηφίσματος. Η διενέργεια του δημοψηφίσματος πραγματοποιήθηκε σε δύο Κυριακές.
Από την πρώτη Κυριακή, 15 Ιανουαρίου είχε ήδη ψηφίσει το 90% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων.
Οι επιλογές ήταν δύο: «Αξιούμε την Ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα» ή «Ενιστάμεθα εις την Ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα».
Η συνεργασία της Εθναρχίας με την Αριστερά έφτασε στο τέρμα της όταν το ΑΚΕΛ ήθελε να συμπεριλάβει τις χώρες του ανατολικού μπλοκ σε εκείνες τις οποίες θα επισκεπτόταν η πρεσβεία της εκκλησίας με τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος.
Η Εθναρχία, φυσικά, δεν επιθυμούσε την εμπλοκή των Σοβιετικών στο κυπριακό ζήτημα. Έτσι, δημιουργήθηκαν δύο πρεσβείες. Η πρεσβεία της Εθναρχίας και η πρεσβεία Εθνικού Απελευθερωτικού Συνασπισμού (ΕΑΣ) υπό τον έλεγχο του ΑΚΕΛ.
Η Εθναρχία έκανε πρώτη στάση στην Αθήνα, όπου η κυβέρνηση Πλαστήρα δεν ήταν έτοιμη να συγκρουσθεί με το Λονδίνο. Ο τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γεώργιος Παπανδρέου δήλωσε ότι η «η Ελλάς αναπνέει σήμερον με δύο πνεύμονας, τον μεν αγγλικόν, τον δε αμερικανικόν. Δεν ημπορεί, λόγω του Κυπριακού, να διακινδυνεύσει από ασφυξίαν».
Η πρεσβεία έφυγε από την Αθήνα για το Λονδίνο, όπου επίσης συνάντησε -όπως ήταν αναμενόμενο- κλειστές πόρτες. Κάπως καλύτερα ήταν τα πράγματα στις ΗΠΑ, αφού μετά από διαμεσολάβηση Ελληνοαμερικανών, καθώς και του Αρχιεπισκόπου Αμερικής, η πρεσβεία συναντήθηκε με αμερικανό αξιωματούχο του Υπουργείου Εξωτερικών.
Την ίδια ώρα η ΕΑΣ επισκέφθηκε τη Βρετανία, το Παρίσι, την Τσεχοσλοβακία, τη Ρουμανία, την Ουγγαρία και την Πολωνία, ενώ αρνητική απάντηση πήρε εκ των προτέρων από τη Μόσχα και τις ΗΠΑ.
Παρά το συντρηπτικό του αποτέλεσμα, το δημοψήφισμα έπεσε σε «κουφά αυτιά». Ένα χρόνο αργότερα ο Μακάριος Γ΄εξελέγη Αρχιεπίσκοπος και έγινε το επίκεντρο της κυπριακής πολιτικής σκηνής με την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ.
Λονδίνο – Ζυρίχη – Λευκωσία
Η ΕΟΚΑ δημιουργήθηκε το 1955 με στόχο την ένωση με την Ελλάδα με ένοπλο αγώνα, ενώ ταυτόχρονα δημιουργήθηκε από τους Τουρκοκύπριους η Τουρκική Οργάνωση Αντίστασης ή ΤΑΞΙΜ σαν αντίβαρο με στόχο την δημιουργία Τουρκικού κράτους στο νησί.
Το ζήτημα «επιλύθηκε» με δύο συμφωνίες, σχεδόν πέντε χρόνια αργότερα:
Στο ξενοδοχείο Ντόλτερ της Ζυρίχης στις 11 Φεβρουαρίου 1959 υπεγράφη η συμφωνία της Ζυρίχης από τους Κωνσταντίνο Καραμανλή και Αντνάν Μεντερές, πρωθυπουργό της Τουρκίας, ενώ στο Λάνκαστερ Χάουζ του Λονδίνου στις 19 Φεβρουαρίου του 1959 υπεργάφη και εκείνη του Λονδίνου, από τους δύο προαναφερθέντες συν τον Βρετανό ομόλογό τους, Χάρολντ Μακμίλαν.
Στην ουσία δημιουργήθηκε ένα ανεξάρτητο κράτος, εξαρτημένο όμως απόλυτα από τις διαθέσεις και τις σχέσεις των τριών εγγυητριών δυνάμεων. Κάτι που αποδείχθηκε αργότερα με τον πιο τραγικό τρόπο.
Πηγή: cnn.gr