Table of Contents
Η 14η Οκτωβρίου είναι η 287η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και 288η σε δίσεκτα έτη. Είναι η ημέρα, το 1862, που η Ελλάδα ξυπνάει χωρίς βασιλιά, μετά από 30 χρόνια. Ο Όθωνας με την Αμαλία είχαν φύγει την προηγούμενη μέρα, ή για να ακριβολογούμε, είχαν εκδιωχθεί. Ήταν η πρώτη φορά που οι Έλληνες έδιωχναν το βασιλιά τους, όχι όμως και η τελευταία.
Ο Όθων Φρειδερίκος Λουδοβίκος έγινε κι αυτός βασιλιάς κατά λάθος, ή μάλλον επειδή κάποιος άλλος είχε απορρίψει το ρόλο, κάτι που συμβαίνει συνηθέστερα στο Χόλιγουντ παρά στις μοναρχίες.
Ήταν ο δευτερότοκος γιος του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α΄και επελέγη από τις Μεγάλες Δυνάμεις μετά την άρνηση του Λεοπόλδου της Σαξονίας, ο οποίος είχε αρχικά επιλεγεί, αλλά μάλλον σοφά επέλεξε τελικά να γίνει βασιλιάς του Βελγίου.
Ο μπαμπάς του Όθωνα, που έκανε για λογαριασμό του τις διαπραγματεύσεις, ζήτησε διάφορα για να αφήσει το γιο του να γίνει βασιλιάς της νεώτατης και όχι ιδιαίτερα ισχυρής Ελλάδας: Μεταξύ άλλων, ένα δάνειο 60 εκατομμυρίων φράγκων, την Κρήτη και τη Σάμο, να σταλεί βαυαρικός στρατός στην Ελλάδα και να μην υπάρξει Σύνταγμα.
Πλην του πρώτου, τα άλλα τα πέτυχε.
Τρία χρόνια αργότερα ο Όθωνας ενηλικιώθηκε και άρχισε να κυβερνά μόνος του, χωρίς τους τρεις αντιβασιλείς που είχε νωρίτερα. Εάν η βασιλεία του ήταν επιτυχημένη ή όχι, κρίνεται κατά πολύ από το γεγονός ότι στις 3 Σεπτεμβρίου 1843 οι Έλληνες επαναστάτησαν ζητώντας Σύνταγμα. Αυτό ήταν ένα πάγιο αίτημα το οποίο ο Βαυαρός βασιλιάς αρνείτο να ικανοποιήσει.
Σε συνδυασμό με την τρομερή οικονομική δυσπραγία της χώρας και το μόνιμο «καπέλωμα» από τις Μεγάλες Δυνάμεις, ο Μακρυγιάννης και ο Καλέργης πραγματοποίησαν τελικά την απειλή για κίνημα και ο Όθωνας, υπό την πίεση και των Αγγλογάλλων αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Οι Ρώσοι δεν ενδιαφέρονταν και πολύ, βασικά ήθελαν να πέσει για να ανέβει στο θρόνο κάποιος δικός τους πρίγκιπας.
Ο Όθωνας λέγεται ότι αγαπούσε πολύ την Ελλάδα, αλλά όχι τους Έλληνες. Τα αισθήματα ήταν αμοιβαία. Υπήρξε ένας εξαιρετικά αντιδημοφιλής βασιλιάς, σε αντίθεση με το διάδοχό του, Γεώργιο Α’, ο οποίος ήταν πιθανώς και ο μόνος βασιλιάς που κάπως συμπάθησαν οι Έλληνες.
Πέρα από όλα τα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει σε πολιτικό επίπεδο, ο Όθων δεν έκανε και παιδιά, καθώς λόγω ενός δικού του προβλήματος δεν είχε ολοκληρωμένες σεξουαλικές σχέσεις με την Αμαλία. Όλα αυτά δεν θα μας απασχολούσαν, εάν βασική δουλειά ενός βασιλιά δεν ήταν και η παραγωγή διαδόχων.
Η ατολμία του στα εθνικά θέματα (την απελευθέρωση των χριστιανικών πληθυσμών του βορρά και της ανατολής), η υποτακτικότητά του στις Μεγάλες Δυνάμεις και η ξεδιάντροπη παρεμβατικότητά του στα πολιτικά ζητήματα της χώρας, είχαν στρέψει όχι μόνο το λαό αλλά και τον Τύπο εναντίον του.
Στις εκλογές του 1859 και του 1861 υποστήριξε ανοιχτά την κυβέρνηση Μιαούλη και λίγο αργότερα άρχισαν να ξεσπούν τα επαναστατικά κινήματα, πρώτα στο Ναύπλιο, το 1862 και μετά στη Σύρο.
Τελικά, ο Μιαούλης υπέβαλε την παραίτησή του και ο Όθων έκανε πρωθυπουργό τον Ιωάννη Κολοκοτρώνη.
Τη νύχτα της 10ης προς 11η Οκτωβρίου, εκδίδεται το Ψήφισμα του Έθνους για την κατάργηση της Βασιλείας του Όθωνα:
«Τὰ δεινὰ της Πατρίδος ἔπαυσαν. Ἅπασαι αἱ ἐπαρχίαι καὶ ἡ Πρωτεύουσα συνενωθεῖσαι μετὰ τοῦ Στρατοῦ ἔθεσαν τέρμα εἰς αὐτά, ὡς κοινὴ ἔκφρασις τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους ὁλοκλήρου κηρύττεται καὶ ψηφίζεται: Ἡ Βασιλεῖα τοῦ Ὄθωνος καταργεῖται. Ἡ Ἀντιβασιλεία τῆς Ἀμαλίας καταργεῖται. Προσωρινὴ Κυβέρνησις συνιστᾶται ὅπως κυβερνήσῃ τὸ Κράτος μέχρι συγκαλέσεως τῆς Ἐθνικῆς Συνελεύσεως συγκειμένης ἐκ τῶν ἑξῆς πολιτῶν: Δημητρίου Βούλγαρη, Προέδρου, Κωνσταντίνου Κανάρη, Βενιζέλου Ρούφου».
Όθωνας και Αμαλία φεύγουν για την επαρχία, προκειμένου να περιοδεύσουν και να αποκαταστήσουν τη δημοτικότητά τους. Όσο λείπουν από την Αθήνα, ξεσπά νέα επανάσταση. Οι Μεγάλες Δυνάμεις τους συμβούουν να φύγουν από τη χώρα και πράγματι ο Όθων και η Αμαλία εγκαταλείπουν την Ελλάδα με το αγγλικό πολεμικό «Σκύλλα».
Ο Όθωνας δεν παραιτήθηκε ποτέ επίσημα από το θρόνο. Αλλά αυτό ελάχιστη σημασία είχε.
Κωνσταντίνος Α’: Δύο φορές βασιλιάς
Ο Γεώργιος Α’, που γεννήθηκε Δανός πρίγκιπας, βασίλευσε από τις 30 Μαρτίου 1863 μέχρι τη δολοφονία του το 1913. Το γεγονός ότι προσαρμόστηκε πολύ καλά στην Ελλάδα και στάθηκε πολύ διαλακτικός απέναντι στους πολιτικούς και κυρίως στον Τρικούπη και τον Βενιζέλο, ήταν αυτά που τον κράτησαν στο θρόνο.
Στις 18 Μαρτίου 1913, ο Γεώργιος Α΄ βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη. Σε μια συμβολή της οδού Βασιλίσσης Όλγας, ο Αλέξανδρος Σχινάς πλησίασε και από μικρή απόσταση τον πυροβόλησε θανάσιμα. Ο Σχινάς συνελήφθη και ανακρίθηκε. Στις 6 Μαΐου, σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, αυτοκτόνησε.
Η κατάθεσή του δε δόθηκε ποτέ στη δημοσιότητα. Οι φάκελοι της ανάκρισης κάηκαν όταν στο ατμόπλοιο «Ελευθερία», που τους μετέφερε στον Πειραιά, πήρε φωτιά. Πίσω από τη δολοφονία του βασιλιά πιστεύεται ότι κρυβόταν η Γερμανία, αφού ο Γεώργιος δεν ήταν υποστηρικτής της. Η θεωρία αυτή στηρίζεται από το γεγονός ότι οι Γερμανοί ήθελαν να ανεβεί στον ελληνικό θρόνο ο φίλος τους, Κωνσταντίνος.
Όπως και έγινε. Ο πρωτότοκος γιος του Γεώργιου ανέβηκε για πρώτη φορά στο θρόνο στις 5 Μαρτίου 1913, διαδεχόμενος τον πατέρα του.
Είχε ήδη κάνει ένα πολύ κακό ξεκίνημα, ως διοικητής του Ελληνικου Στρατού το 1897, όταν υπέστημεν συντριπτική ήττα, για την οποία είχε πράγματι μεγάλη ευθύνη.
Μετά την ήττα, Έλληνες αξιωματικοί του Στρατιωτικού Συνδέσμου οργανώνουν υπό την ηγεσία του Νικολάου Ζορμπά το Κίνημα στο Γουδί. Κύριο αίτημα ήταν η απομάκρυνση του διάδοχου Κωνσταντίνου από την ηγεσία του στρατεύματος. Ο Κωνσταντίνος παραιτείται από το στράτευμα, με τη σύμφωνη γνώμη του Βενιζέλου.
Η νικηφόρα πορεία της Ελλάδας στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο, μεταστρέφει το κλίμα, ο Κωνσταντίνος γίνεται «του αητού ο γιός» και οι Έλληνες περιμένουν να πραγματώσει τη Μεγάλη Ιδέα.
Ο Κωνσταντίνος, στο μεταξύ, λάτρης των Γερμανών, μηχανορραφεί για να αποπέμψει τον Βενιζέλο και να εντάξει την Ελλάδα στην Τριπλή Συμμαχία (Γερμανίας, Αυστρουγγαρίας και Ιταλίας), το αντίστοιχο του Άξονα στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ευτυχώς δεν τα κατάφερε.
Η Ελλάδα τελικά προσπάθησε να παραμείνει ουδέτερη στον Α’ΠΠ, κάτι που της κόστισε πολύ. Το 1916 η φιλοβασιλική κυβέρνηση, με τις ευχές του Κωνσταντίνου, παραδίδει την Ανατολική Μακεδονία στους Βουλγαρους, συμμάχους των Γερμανών. Είναι μια ημέρα που χαρακτηρίστηκε «αἶσχος εἰς τὰς ἡμέρας τοῦ Ἑλληνισμού».
Ο Βενιζέλος δημιουργεί την κυβέρνηση «Εθνικής Αμύνης» στη Θεσσαλονίκη, οι Σύμμαχοι απαιτούν την παράδοση του στόλου και λοιπού οπλισμού, ξεσπούν συγκρούσεις, έρχεται το «ανάθεμα» κατά του Βενιζέλου και τελικά οι δυνάμεις της Αντάντ επιβάλουν ναυτικό αποκλεισμό στη «βασιλική Ελλάδα». Για τους συμμάχους ο Κωνσταντίνος ήταν πλέον «ο πιο μισητός άνθρωπος στην Ευρώπη μετά τον Κάιζερ Γουλιέλμο».
Προκειμένου να άρουν τον αποκλεισμό, οι Αγγλογάλλοι απαιτούν να φύγει ο Κωνσταντίνος. Χωρίς να παραιτηθεί επισήμως, ο Κωνσταντίνος έφυγε με την οικογένειά του για την Ελβετία. Ο δευτερότοκος γιος του Αλέξανδρος ανέβηκε στον θρόνο, με τον Βενιζέλο να σχηματίζει κυβέρνηση. Η Ελλάδα κήρυξε τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις και βρέθηκε στο πλευρό των νικητών.
Μετά την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920, ο Κωνσταντίνος επανέρχεται στο θρόνο με ένα σκανδαλωδώς νοθευμένο δημοψήφισμα. Οι σύμμαχοι δεν τον αναγνωρίζουνν ως αρχηγό του Κράτους και παύουν να υποστηρίζουν την Ελλάδα στρατιωτικά και διπλωματικά. Η Αγγλία παρέμεινε θεωρητικά σύμμαχός μας στον πόλεμο με την Τουρκία, αλλά κι αυτή μόνο σε διπλωματικό επίπεδο.
Το Μάιο του 1921, ο Βασιλιάς ανέλαβε την αρχιστρατηγία στη Μικρά Ασία. Και μετά ήρθε η Μικρασιατική Καταστροφή, για την οποία ήταν απολύτως και πολλαπλώς υπεύθυνος.
Ο στρατός και ο στόλος που είχε καταφύγει στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, εξεγέρθηκαν στις 11 Σεπτεμβρίου 1922 υπό την ηγεσία των Συνταγματαρχών Πλαστήρα και Γονατά, απαιτώντας την παραίτηση της κυβέρνησης και την αποχώρηση του Κωνσταντίνου. Στις 27 Σεπτεμβρίου 1922 ο θρόνος πέρασε στο Διάδοχο Γεώργιο, ο οποίος ονομάστηκε Γεώργιος Β’.
Γεώργιος Β’: Τρεις φορές βασιλιάς
Ο Γεώργιος Β΄ θα είχε γίνει βασιλιάς από το 1917, αλλά δεν τον ήθελαν ούτε οι Σύμμαχοι ούτε ο Βενιζέλος και έτσι παραμερίστηκε στη σειρά διαδοχής από το μικρότερο αδελφό του Αλέξανδρο.
Τελικά ανέβηκε στο θρόνο και όχι μια, αλλά τρεις φορές.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, το Κίνημα της 11ης Σεπτεμβρίου 1922 και την παραίτηση του Κωνσταντίνου, ο Γεώργιος Β’ τον διαδέχτηκε στο θρόνο ως Βασιλεύς των Ελλήνων στις 27 Σεπτεμβρίου 1922.
Μετά από ένα χρόνο θεωρήθηκε ύποπτος για εμπλοκή σε στρατιωτικό κίνημα και αναγκάστηκε από την Επαναστατική Κυβέρνηση να φύγει από τη χώρα. Πήγε αρχικά στη Ρουμανία και μετά στη Μ. Βρετανία.
Κατά την απουδσία του, με απόφαση της εθνοσυνέλευσης κηρύχθηκαν αυτός και ολόκληρη η δυναστεία έκπτωτοι. Το ζήτημα τέθηκε στο Δημοψήφισμα της 13ης Απριλίου 1924 και εγκρίθηκε με το 69% της λαϊκής ψήφου. Λίγο χαμηλότερο ποσοστό από το δημοψήφισμα του 1974, δηλαδή.
Ο Γεώργιος Β’ αρνήθηκε να αναγνωρίσει το νέο πολίτευμα, χαρακτηρίζοντάς το προϊόν βίας από την επαναστατική κυβέρνηση και το στρατό. Σύμφωνα με τα αρχεία του Φόρεϊν Όφις, είχε πεισθεί να διεκδικήσει ξανά το θρόνο με τη βοήθεια των διεθνών διασυνδέσεων του ελευθεροτεκτονισμού και μυήθηκε γι΄ αυτόν το σκοπό σε μια στοά του Λονδίνου.
Μετά το Στρατιωτικό Κίνημα των Παπάγου, Ρέπα, Οικονόμου στις 10 Οκτωβρίου 1935, καταργείται η Αβασίλευτη Δημοκρατία και επανέρχεται σε ισχύ το Σύνταγμα του 1911. Στις 3 Νοεμβρίου 1935 γίνεται νέο Δημοψήφισμα και ο Γεώργιος αποκαθίσταται.
Τα αποτελέσματα του Δημοψηφίσματος αυτού είναι λίαν αμφισβητούμενα, αλλά ο Γεώργιος δεν ρίσκαρε: Έτσι, επέτρεψε στον Ιωάννη Μεταξά, στις 4 Αυγούστου 1936, να επιβάλλει Ειδικό Καθεστώς, που είναι ένα πιο ωραίο όνομα για τη Δικτατορία, περιορίζοντας τα συνταγματικά δικαιώματα.
Όταν οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα, ο Γεώργιος έφυγε για την Κρήτη. Όταν κατελήφθη και η Κρήτη από τους Γερμανούς έφυγε για το Κάιρο και μετά για το Λονδίνο.
Με την απελευθέρωση της Ελλάδας, υποχρεώθηκε να παραμείνει στο εξωτερικό και να δεχθεί την Αντιβασιλεία του Δαμασκηνού. Ο Τσόρτιλ, όμως, που ανήκε στην ίδια Μασονική Στοά με τον Γεώργιο, πίεζε για την επιστροφή του. Τελικά, γίνεται κι άλλο Δημοψήφισμα, την 1η Σεπτεμβρίου 1946, εν μέσω αδιανόητης τρομοκρατίας. Με 69% υπέρ, έγινε η επαναφορά του Γεωργίου στο θρόνο. Επέστρεψε στις 27 Σεπτεμβρίου 1946, όμως πέθανε την 1η Απριλίου 1947 από καρδιακή ανακοπή. Επειδή δεν είχε παιδιά, τον διαδέχτηκε ο αδελφός του, και μέχρι τότε διάδοχος, Παύλος.
Το οριστικό τέλος
Ο Παύλος βασίλευσε αδιαλείπτως από το 1947 έως το θάνατο του, το 1964. Τον διαδέχτηκε ο γιος του, Κωνσταντίνος Β’, σήμερα Κωνσταντίνος Γκλύξμπουργκ, παρότι ο ίδιος διατήρησε το «βασιλιάς Κωνσταντίνος».
Ο Κωνσταντίνος Β΄ βασίλευσε ως το 1973, οπότε με δημοψήφισμα καταργήθηκε η μοναρχία και κηρύχθηκε έκπτωτη η δυναστεία από τη Χούντα των Συνταγματαρχών.
Με το Δημοψήφισμα του 1974 εξέπεσε οριστικά του αξιώματός του στην Ελλάδα, καθώς οι πολίτες επέλεξαν με ποσοστό 69,2% την Αβασίλευτη Δημοκρατία ως μορφή του πολιτεύματος.
Από το 1967, μετά το αποτυχημένο αντικίνημα κατά της δικτατορίας που οργάνωσε στις 13 Δεκεμβρίου, ζούσε αυτοεξόριστος στην Ιταλία και τη Βρετανία, ενώ τα τελευταία χρόνια αποφάσισε να μείνει μόνιμα στην Ελλάδα.
Δεν ήταν άμοιρος ευθυνών στα πολιτικά γεγονότα που οδήγησαν στη δικτατορία, με σημαντικότερη την εμπλοκή του στα γεγονότα της Αποστασίας, όταν συγκρούστηκε με τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου, με συνέπεια την παραίτηση του τελευταίου.
Ο Κωνσταντίνος στράφηκε κατά του ελληνικού Δημοσίου απαιτώντας 161,1 εκατομμύρια ευρώ και τελικά μετά από δικαστικές διαμάχες κατάφερε να αποζημιωθεί με 13,7 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία εισπράχθηκαν από τη ΔΟΥ Αχαρνών, το Μάρτιο του 2003.
Ήταν τα τελευταία χρήματα που κόστισε βασιλιάς στον ελληνικό λαό.
Πηγή: cnn.gr