Ώ γλυκύ μου Έαρ γλυκύτατη μου Σάμος..
ΣΑΜΟΣ Η ΑΝΕΜΟΕΣΣΑ
Πώς κατεβαίνει ο αγέρας τις πλαγιές περισπουδάζοντας τη μουσική τους…
Σαν την καρδιά του καραβιού μέσα στα δάση της ελάτης και των πεύκων,
μ’ ανάλαφρη περπατησιά στ’ αμπέλια, στις ελιές και στα περίκλειστα περβόλια
και με κυκλώπειες δρασκελιές στα ξέφωτα, στα διάσελα και στα παρθένα ρέματα,
εκεί που τα πουλιά χτίζουν φωλιές κι αναζυγιάζονται κλωσώντας την Αγάπη …
Κι αναρριπίζει τ’ άγιο φως στ’ απόμακρα ξωκκλήσια κι αναταράζει τα νερά,
στους καταρράχτες, στις πηγές και στα κατάκρυφα σταλάγματα των βράχων
που αναθηλάζουν τη Ζωή χωρίς ανασασμό και θρέφουν τ΄ αψηλάφητα Όνειρα της
προτού γεμίσει γύρη, λεμονανθούς, βασιλικούς και μοσχοτράγουδα το πέλαγος
Για τ’ άχραντο λουτρό της Ήρας και τα βαφτίσια των παιδιών και των προσήλυτων.
Μανώλης Νικ. Κάρλας