Ό,τι και να περνάμε το πάθος και την φλόγα για ΛΕΥΤΕΡΙΑ και ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ δεν μπορεί κανείς να την «εσβήσει»!
… στον ΠΟΙΗΤΗ!
Τρείς φορές τον είδα όλο κι όλο.
Την μία την πρώτη, πίσω απ΄ το τζάμι μιας χιονισμένης νυχτιάς
όταν εμείς τσουγκρίζαμε τα ποτήρια στην «ειρήνη» του κόσμου,
αυτός άνοιξε το παράθυρο, τράβηξε την κουρτίνα
κι άφησε στο πάτωμα ένα καλάθι με κόκκινα – κατακόκκινα κεράσια…
Κανείς δεν υποψιάστηκε τίποτα
και κανείς δεν απόρησε πως βρέθηκαν χειμωνιάτικα τόσο γλυκά κεράσια!
________________
Την άλλη φορά έστεκε μπροστά σ΄ ένα περίπτερο της οδού «Σταδίου»,
όταν η πορεία με τα συνθήματα ανέβαινε, έβγαλε ένα τσιγάρο κι άρχισε να καπνίζει
μ΄ εκείνα τα υπέροχα δάχτυλα που ταίριαζαν περισσότερο σε πιανίστα.
Άπλωσε τότε τα δυο του χέρια και μάζεψε τα λάβαρά μας, τα τραγούδια μας,
τις ελπίδες, τα όνειρά μας, τα έδεσε όλα σ΄ ένα μπόγο
και κάθισε κάτω απ΄ το μπρούτζινο άγαλμα παρακολουθώντας τώρα
το βουβό πλήθος που όλο κι ανέβαινε !
_____________________________
Την τελευταία φορά ήταν στο σταθμό του τρένου, όταν ήρθα να σε προϋπαντήσω,
μόλις κατέβηκες έτρεξε πρώτος, σου πήρε την φθαρμένη καρό βαλίτσα,
την άνοιξε εκεί καταμεσής, τίναξε τα μανίκια του, τις τσέπες του, τις κάλτσες του,
την γέμισε ως επάνω με άπειρες λέξεις, την έκλεισε με δυσκολία
και δίνοντάς την μας είπε: «…. γιατί έχετε δρόμο πολύ ακόμη…»
από τότε δεν τον ξανάδα πια…
Χαρούλα Κ. Κοτσάνη για το Νοέμβρη του 1973