Table of Contents
Τι ισχύει στην περίπτωση της Ελλάδας. Ένα κείμενο με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας.
Η Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας που έχει καθιερωθεί και γιορτάζεται στις 10 Οκτωβρίου, κάθε χρόνο εστιάζει σε μια θεματική. Το 2017 η ημέρα αφορούσε την ψυχική υγεία στο χώρο της εργασίας και τις δυνατότητες που υπάρχουν για καλύτερες συνθήκες. Το 2018 ήταν αφιερωμένη στους νέους και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν σήμερα, ενώ φέτος, εστιάζει στην πρόληψη των αυτοκτονιών, την ώρα που σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, κάθε χρόνο 800.000 άνθρωποι αφαιρούν τη ζωή τους και πολύ περισσότεροι αποπειρώνται να αυτοκτονήσουν. Πρόκειται για τη δεύτερη αιτία θανάτου σε νέους από 15 ως 29 ετών.
Tα στοιχεία μάλιστα παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον αν μελετηθούν συνδυαστικά με αυτά που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας, Νευροεπιστημών και Ιατρικής Ακρίβειας (ΕΠΙΨΥ). Με βάση αυτά, το 28,2% των εφήβων 11-15 ετών εμφανίζουν καταθλιπτικό συναίσθημα, το οποίο αυξάνεται από την ηλικία των έντεκα (15,0%), στην ηλικία των δεκατριών (31,8%) και των δεκαπέντε ετών (37,1%). Τα κορίτσια και πάλι φαίνεται ότι βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση, με το αντίστοιχο ποσοστό για εκείνα να ανέρχεται στο 36,1% έναντι του 20,2% για τα αγόρια.
Το καταθλιπτικό συναίσθημα σε βάθος χρόνου
Την ίδια ώρα, χαρακτηριστικό είναι πως ένας στους έντεκα εφήβους ηλικίας 16 ετών (9,0%), αναφέρει ότι έστω και μια φορά στη ζωή του έχει κάνει απόπειρα αυτοκτονίας, τα κορίτσια σε υπερδιπλάσιο ποσοστό από τα αγόρια (12,4% και 5,5%, αντίστοιχα). Μάλιστα, ποσοστό 3,9% των εφήβων, απαντούν ότι έχουν κάνει απόπειρα αυτοκτονίας τουλάχιστον δύο φορές στη ζωή τους, τα κορίτσια και πάλι σε υπερδιπλάσιο ποσοστό από τα αγόρια (5,6% και 2,1%, αντίστοιχα).
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε ποσοστό 1,6% απάντησαν ότι για την απόπειρα αυτοκτονίας που έκαναν χρειάστηκε να τους δει γιατρός και ποσοστό 0,6% να νοσηλευτούν. Διαχρονικά, από το 1984 έως το 2015, το ποσοστό των εφήβων που απαντούν ότι έχουν κάνει απόπειρα αυτοκτονίας τουλάχιστον μια φορά στη ζωή, παρουσιάζει διακυμάνσεις: από 6,5% το 1984, αυξάνεται σε 15,1% το 1999, οπόταν και μειώνεται σταδιακά φτάνοντας το 11,0% το 2011 και το 9,0% το 2015.
Εξίσου ανησυχητικά είναι όμως και τα στοιχεία που αφορούν τους ενήλικες, αφού σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα τον περασμένο μήνα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, συνολικά, σχεδόν 800.000 άνθρωποι αυτοκτονούν κάθε χρόνο από κατάθλιψη-περισσότεροι από εκείνους που πεθαίνουν από μαλάρια ή καρκίνο του μαστού, στον πόλεμο ή από ανθρωποκτονία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:
Το τραύμα του διασώστη Αναρωτηθήκατε ποτέ πώς νιώθει αυτός που σώζει τις ζωές των άλλων;
Πώς να βρείτε τον κατάλληλο ψυχοθεραπευτή
«Δεν έχεις ιδέα πώς είναι να ζεις με τον φόβο».To ψυχικό τραύμα μιας κακοποιημένης γυναίκας
Πώς η ελληνική παραδοσιακή οικογένεια «σκοτώνει» την ψυχοθεραπεία
Ψυχιατρικές κλινικές χωρίς κρεβάτια στην Ελλάδα
Είναι όμως οι ψυχιατρικές κλινικές στη χώρα μας εξοπλισμένες όπως αρμόζει στη σοβαρότητα των περιστατικών που καλούνται να διαχειριστούν; Και επαρκεί το προσωπικό που εργάζεται σε αυτές; Η απάντηση -στο πρώτο τουλάχιστον ερώτημα- είναι αρνητική, αφού όπως διαπιστώνεται από τα στοιχεία που η ΕΛΣΤΑΤ δημοσιοποίησε το 2019 και αφορούν τα τέσσερα τελευταία χρόνια, σε ολόκληρη τη χώρα παρατηρείται μείωση στον αριθμό των κρεβατιών που υπάρχουν στα ψυχιατρικά νοσοκομεία.
Ειδικότερα, ενώ οι εν λόγω δομές εμφανίζουν ελάχιστη μείωση -από 205 το 2014 κατέληξαν να είναι 204 το 2018, τα κρεβάτια καταγράφουν μια σταθερή πτώση μέσα στα τελευταία τρία χρόνια. Πριν από τέσσερα χρόνια, ανέρχονταν σε 967, ενώ σήμερα φτάνουν τα 901. Παρατηρείται δηλαδή μια υποχώρηση της τάξης του 0,2% κατά το διάστημα αυτό στο σύνολο της χώρας.
Όσον αφορά τον εξοπλισμό, εδώ οι αριθμοί είναι πιο θετικοί, αφού αυτός κατέγραψε στο σύνολο της χώρας μια αύξηση 2,9% το 2018 σε σχέση με το 2017. Το 2017 βέβαια ο εξοπλισμός ήταν λιγότερος σε σχέση με το 2016.
Στο μεταξύ, εξετάζοντας τα γραφήματα που παρουσιάζει η ΕΛΣΤΑΤ, οι κλινικές κατανέμονται ως εξής: Στην ανατολική Μακεδονία βρίσκονται 15 από αυτές, ενώ στην κεντρική 33. Στη δυτική Μακεδονία μόλις 6 ενώ στην Ήπειρο συνολικά 16. Στη Θεσσαλία, θα συναντήσει κανείς 17 δομές σήμερα, ενώ στα νησιά του Ιονίου μόλις 8. Από την άλλη, στη δυτική Ελλάδα βρίσκονται 21 κλινικές, στη Στερεά Ελλάδα 16 και στην Πελοπόννησο 23 στο σύνολο. Στην Αττική υπάρχουν 17, στο βόρειο Αιγαίο 7, στο νότιο 11 και στην Κρήτη 14.
Αυξήθηκε ωστόσο το προσωπικό
Αξίζει ωστόσο να αναφερθεί, πως όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχει στα χέρια της η Ελληνική Στατιστική Αρχή, ανοδικά κινήθηκε το ποσοστό του ιατρικού προσωπικού που εργάζεται στα κέντρα αυτά μέσα στα χρόνια. Πιο συγκεκριμένα, το 2018, το ποσοστό σημείωσε αύξηση κατά 1,2% σε σύγκριση με το 2017 και κατά 6,1% το 2017 σε σχέση με το 2016 στο σύνολο της Ελλάδας.
Το 2018 σε σχέση με το 2017, παρατηρήθηκε ταυτόχρονα μια σημαντική αύξηση στις κλινικές της Αττικής και των νησιών του Ιονίου (11,8% και 6,1% αντίστοιχα). Ομοίως, το 2017, σε σύγκριση με το 2016 καταγράφηκε επίσης άνοδος της τάξης του 36,1% και 25,6% στο Ιόνιο και την Ήπειρο αντίστοιχα, ενώ το 2017, πάλι σε σύγκριση με το 2016, σημειώθηκε άνοδος 11,5% και 9,1% στην Πελοπόννησο και τη δυτική Ελλάδα.
To νοσηλευτικό προσωπικό από την άλλη, αυξήθηκε κατά 4,7% το 2018 σε σύγκριση με το 2017 και κατά 3,7% το 2017 σε σχέση με το 2016. Τη χρονιά που πέρασε, σε σύγκριση με το 2017, η άνοδος αφορούσε όλες τις περιφέρειες της χώρας, με την πιο αξιόλογη να καταγράφεται στο βόρειο Αιγαίο και την Κρήτη.
Το 2017 σε σύγκριση με το 2016 παρατηρήθηκε επίσης αύξηση της τάξης του 14,3% και 11,3% αντίστοιχα στο Ιόνιο και το νότιο Αιγαίο. Μείωση σημειώθηκε ωστόσο στο βόρειο.
Τι ισχύει στην Ευρώπη
Η κατάσταση δεν διαφέρει πολύ και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Σε σύγκριση με δέκα χρόνια πριν, το ποσοστό των νοσοκομειακών κλινών που βρίσκονται στα ψυχιατρικά κέντρα μειώθηκε κατά 9%, ενώ πλέον αντιστοιχούν 76 μόλις κρεβάτια σε 100.000 κατοίκους.
Φυσικά, δεν συμβαίνει το ίδιο σε όλα τα κράτη μέλη της. Στο Βέλγιο, τη Γερμανία και τη Λετονία για παράδειγμα τα πράγματα είναι λίγο καλύτερα. Στο άλλο άκρο συναντά κανείς την Ιταλία, την Κύπρο και την Ιρλανδία. Στην Ιταλία μονάχα 9 κρεβάτια αντιστοιχούν σε κάθε 100.000 πολίτες, ενώ στην Κύπρο ο αριθμός ανέρχεται στα 21. Στην Ιρλανδία πάλι, στα 34.
Σημειώνεται ότι τη Λετονία ακολουθούν η Μάλτα, η Λιθουανία, η Τσεχία, η Κροατία, η Ολλανδία, η Ουγγαρία, η Ρουμανία, η Γαλλία, η Σλοβακία, το Λουξεμβούργο και η Ελλάδα. Σε χειρότερη θέση από τη χώρα μας βρίσκεται η Σλοβενία, η Πολωνία, η Πορτογαλία, η Αυστρία, η Βουλγαρία, η Εσθονία, η Δανία, η Σουηδία, η Φινλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ισπανία, η Ιρλανδία, η Κύπρος και η Ιταλία.
Αναδημοσίευση από : https://www.huffingtonpost.gr