Οι Iκαριώτες και τα δάση
Mία σχέση αμφίδρομη από τον 16ο αιώνα έως και τις αρχές του εικοστού αιώνα.
Θεμ. Κατσαρός
Η Ικαρία είναι ένα νησί το οποίο υπάγεται στο σύμπλεγμα των ανατολικών Σποράδων. Έχει έχει μήκος 40 χλμ, πλάτος 5 έως 9 χλμ, περίμετρο 85 χλμ και έκταση 267 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Μία μεγάλη οροσειρά διασχίζει το νησί από τον Κάβο Πάππα μέχρι το Δράκανο, την οποία οι αρχαίοι ονόμαζαν Πράμνο και Δράκανο. Σήμερα ονομάζεται Αθέρας και η ψηλότερη κορυφή είναι 1041 μέτρα. Το γεωγραφικό ανάγλυφο του νησιού είναι ποικιλόμορφο. Συναντάμε βουνά, φαράγγια, ποτάμια, χείμαρρους, μερικές κοιλάδες και ένα οροπέδιο και όλα αυτά είναι (ή καλύτερα ήταν κάποτε) κατάφυτα από αιωνόβια δέντρα (πεύκα,κυπαρίσσια,βαλανιδιές, κ.α. ) πυκνά και εν πολλοίς αδιαπέραστα και δυσδιάβατα. Αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των διαφόρων οικισμών του νησιού.
Από την αρχαιότητα ως και τα τέλη περίπου της τουρκοκρατίας αναπτύχθηκε ένα αξιοσημείωτο αμυντικό σύστημα. Μια σειρά από οχυρά από το Ανατολικό ως το Δυτικό άκρο του νησιού, είχαν ως σκοπό να παρατηρούν τις θάλασσες και να ενημερώνουν την διοίκηση και τους κατοίκους των χωριών. Οι φρυκτωρίες και αργότερα στα βυζαντινά χρόνια, οι βίγλες, την ημέρα έδιναν σήματα με καπνό και τη νύχτα με φωτιές, βάσει πάντα με κώδικα, για τα πλοία που εκινούντο γύρω από το νησί. Ξεκινώντας από τον Πύργο της Ψαλίδας στον Κάβο Πάππα το σήμα μεταδιδόταν στο Καστράκι του Καρκιναγρίου, από εκεί στις ενδιάμεσες φρυκτωρίες έφτανε στο Καψαλινό κάστρο, από εκεί στο κάστρο του Καταφυγίου και τον Πύργο του Δρακάνου, εν συνεχεία στο κάστρο της Κεφάλας στο Περδίκι, το Παλαιόκαστρο ή κάστρο του Μηλιωπού και από εκεί στο κάστρο του Κοσκίνα. Από το κάστρο του Κοσκινά το σήμα έφτανε στο Καστέλλι των Βρακάδων (Βραχάδων) ,των Κουνιάδων και Προεσπέρας. Ενδιάμεσα υπήρχαν βέβαια και οι βίγλες, που σήμερα τις γνωρίζουμε μόνο ως τοπωνύμια. Οι βίγλες είχαν φύλαξη εκ περιτροπής καθόλο το 24ωρο και σκοπιές εκτελούσαν άνδρες και γυναίκες. Συχνές και πάμπολλες είναι οι πειρατικές επιδρομές κατά της Ικαρίας ήδη από τον 7ο μετά Χριστόν αιώνα. Διάφοροι δυτικοί κατακτητές εγκαταστάθηκαν στην Ικαρία κατά καιρούς από το 1204 έως και το 1521 οπότε οι τελευταίοι εγκατέλειψαν το νησί. Τους ακολούθησαν δε και αρκετοί Ικάριοι, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στη Νότιο Χίο.
Οι Ικάριοι οι οποίοι παρέμειναν στο νησί κατανόησαν τις δυσκολίες της εποχής και το αβέβαιο μέλλον. Άρχισαν να εγκαταλείπουν τους παράλιους οικισμούς, γεγονός το οποίο είχε αρχίσει αρκετά πολύ προ το 1522 και αναζητούσαν καταφύγιο σε ορεινές δυσπρόσιτες και αθέατες θέσεις.
Εκεί διαμόρφωσαν έναν ιδιότυπο τρόπο ζωής. Οι βραχοσκεπές (καμάρες) χρησιμοποιήθηκαν και πάλι ως κατοικίες ενώ παράλληλα χτίζουν τα σπίτια τους στο γνωστό μας τύπο, το χητό, μονόχωρα χωρίς παράθυρο και καμινάδα και μία οπή στην οροφή, ο λεγόμενος ανεφάντης για την έξοδο του καπνού και τον αερισμό του χώρου. Ο ανεφάντης έκλεινε από το εσωτερικό της οικίας με ένα ξύλινο μηχανισμό. Εμπρός από το σπίτι, προς το μέρος της θάλασσας, κτιζόταν ένα προτείχισμα υψηλότερο από το σπίτι, εξαργών λίθων, ώστε να είναι αθέατος η κατασκευή. Ένα στενό μονοπάτι, η ρύμη, συνέδεε αυτά τα σπίτια με τον κεντρικό δρόμο του οικισμού. Όταν μετέβαιναν οι κάτοικοι για τις εργασίες τους ή στους γείτονές τους, έσερναν πίσω τους κλαδιά για να “σβήνουν οι αποδαλιές” τους τα αποτυπώματα που άφηναν στο χώμα.
Είναι μία περίοδος την οποία ο Ιωάννης Μελάς ονόμασε αιώνα της αφανείας. Πράγματι, το νησί έδινε την εντύπωση ότι ήταν ακατοίκητο. Περιηγητές του 18ου και 17ου αιώνα αυτή την εντύπωση αποκόμισαν, παραπλέοντας στο νησί. Εκεί οι Ικάριοι άρχισαν να οργανώνουν τη ζωή τους. Το σπιτοκάθισμα κατείχε μία μεγάλη έκταση, στην οποία εκτός από το σπίτι, περιλαμβανόταν τα χωράφια για σπορά δημητριακών και οσπρίων, τμήματα με αμπέλια, ελιές, οπωροφόρα δέντρα ως και τμήματα ποτιστικά για καλλιέργεια λαχανικών. Κοντά ήταν και το ρουμάνι για προμήθεια ξυλείας και ζωοτροφών.
Τα σπίτια αυτά συνήθως δεν χτιζόταν σε μέρη επίπεδα, γιατί τα επίπεδα ήταν για καλλιέργειες. Επειδή όμως το έδαφος είναι βραχώδες και επικλινές, συνέχιζαν την πανάρχαια παράδοση της κατασκευής πεζουλιών. Οι πυρκαγιές του 1902, 1948, 1962, 1993 και άλλες, έφεραν στο φως αυτό το τεράστιο επίτευγμα. Πεζούλες από τα παράλια έως τις βουνοκορφές, κυρίως στο νότιο τμήμα του νησιού, το πλέον βραχώδες.
Η κτηνοτροφία άρχισε να αναπτύσσεται. Τα ζώα έβοσκαν σε βοσκοτόπια ιδιόκτητα, το δε βράδυ σταβλίζονταν σε μάντρες. Το πρωί γίνονταν το άρμεγμα. Από το γάλα παρασκευαζόταν διάφορα είδη τυριού (καθούρα, μυζήθρα, κοπανιστή, και άλλα) και από το τρίχωμα κατασκεύαζαν σχοινιά, αμπάδες, και ενδύματα. Οι πρίνοι και οι βαλανιδιές κουμαριές και άλλα δέντρα ή θάμνοι, καλλιεργούνταν και κλαδεύονταν.
Από τα κούμαρα παρασκεύαζαν ούζο ή τσίπουρο, τα βαλάνια άλλα τα χρησιμοποιούσαν για βρώση, άλλα για ζωοτροφές και τους επόμενους χρόνους τα πωλούσαν στα βυρσοδεψεία του Καρλοβάσου.
Οι κορμοί αυτών των δέντρων εχρησιμοποιούντω για την κατασκευή των χητών. Από δε τα αμπέλια παρήγαγαν εξαίρετο κρασί, σταφίδες και πετιμέζι, Τα δε Πεύκα, αυτοφυή, ή μη, σε χώρους ιδιόκτητους, ήταν χρήσιμα για το ρετσίνι τους, το οποίο χρησιμοποιούσαν στην παρασκευή του κρασιού και στα ναυπηγεία, τους δε κορμούς για κατασκευή ιστιοφόρων. Σημειωτέον ότι κάθε ικαριώτικη οικογένεια απέβλεπε στο να γίνει αυτάρκης όσο το δυνατόν, συχνή δε ήταν και η ανταλλαγή προϊόντων μεταξύ των οικογενειών. Πίσω από το σπίτι ή σε άλλο σημείο του αγροκτήματος χτιζόταν ένας χώρος υπόσκαφος το λεγόμενο χωστοκέλλι. Ήταν εντελώς αθέατο και εκεί υπήρχαν ένας πίθος με νερό άλλος με κρασί και ξηρά τροφή (σύκα, σταφίδες, αμύγδαλα, και άλλα). Εκεί κατέφευγε η οικογένεια σε περίπτωση επιδρομής αλλοφύλων. Υπήρχε δε και χωστοκέλλι μεγαλύτερο, το οποίο προοριζόταν για τους κατοίκους όλους του οικισμού. Για κλοπή τροφής από το χωστοκέλλι η ποινή η οποία προβλεπόταν για αυτή την πράξη ύστερα από απόφαση των Γερόντων, ήταν θάνατος, το ίδιο δε εφαρμοζόταν και για την κοπή δέντρων, άνευ αδείας των Γερόντων. Μέχρι σήμερα όμως δεν έχει αναφερθεί τέτοια περίπτωση.
Το δάσος έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ζωή των Ικαριωτών. Εκεί έκτισαν το σπίτι τους, εκεί έβοσκαν τα ζώα τους, εκεί είχαν τα περιβόλια τους, από εκεί έπαιρναν την ξυλεία για τις οικοδομικές εργασίες και για την κατασκευή των πλοίων τους. Για αυτό υπήρχε σεβασμός και πρόνοια για τα δάση.
Μετά την συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή το 1774, άρχισαν δειλά δειλά αλλά σταθερά να κατέχονται από τα ορεινά τους καταφύγια οι Ικαριώτες και να κτίζουν οικισμούς κοντά στα παράλια. Ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα σε συνελεύσεις των κατοίκων υπό την καθοδήγηση των δημογερόντων οι ιδιοκτήτες των ορεινών δασών παραχώρησαν στις Δημογεροντίες τα εδάφη αυτά για κοινή χρήση των κατοίκων. Όσοι δεν θέλησαν να τα εκχωρήσουν αναγκάστηκαν να τα τοιχογυρίσουν, όχι για να μην τα καταστρέψουν τα ελευθέρας βοσκής ζώα, αλλά για να μην “απλωθούν” αυτοί σε κοινόχρηστους χώρους. Ήδη από πολύ παλαιά, πιθανότατα από την υστεροβυζαντινή περίοδο, κατά μήκος των οικισμών, προς τις κορυφογραμμές, άρχισαν να κτίζονται φράχτες εξ αργών λίθων, ύψους δύο μέτρων και πλέον. Στην κορυφή των τοίχων τοποθετούσαν σχιστολιθικές πλάκες, με κλίση προς το βουνό, ώστε να καθίσταται δυσκολότερη η πρόσβαση ζώων ή και ανθρώπων, προς το εσωτερικό όπου βρισκόταν οι καλλιεργούμενες γαίες. Κατά διαστήματα υπήρχαν πύλες, οι λεγόμενες ποριές, οι οποίες έκλειναν με ξύλινες πόρτες και τούτο για να είναι εύκολη η πρόσβαση των κατοίκων στα δάση. Χρόνο με το χρόνο οι φράχτες αυτοί έζωσαν σχεδόν όλο το νησί. Θεσμοθετήθηκαν δε και κανόνες για την εκμετάλλευση των δασών. Για κοπή δέντρων χρειαζόταν άδεια των Δημογερόντων, το ίδιο για την κοπή κλάδων για μαγείρεμα ή για ζέσταμα το χειμώνα ή για υλοτόμηση κορμών για ναυπήγηση λέμβων ή για κάρβουνο (ξυλάνθρακες). Όποιος δεν τηρούσε τους κανόνες αυτούς, του επέβαλαν πρόστιμο. Τα χρήματα αυτά χρησιμοποιούνταν για τις ανάγκες του “κοινού”. Ένα έγγραφο με ημερομηνία 11 Μαρτίου 1845 από τη Μεσαριά είναι εκπληκτικό ως προς τον τρόπο που ρυθμίζει τα της εκμεταλλεύσεως των δασών και των ρουμανιών, τα οποία και οριοθετούνται. Τέτοια έγγραφα υπάρχουν αρκετά (Βρακάδες, Κουνιάδοι, Προεσπέρα), φέροντας τις υπογραφές των Δημογερόντων του Αρχιερατικού επιτρόπου, του Αγά και των κατοίκων της περιοχής.
Γνωστό ότι οι Οθωμανοί απαγορευόταν να έχουν ιδιοκτησία, τουλάχιστον στην τετράνησο (Ικαρία, Πάτμο, Λέρο, Κάλυμνο). Κατά καιρούς όμως προσπάθησαν οι Οθωμανοί να εκμεταλλευτούν τα δάση της Ικαρίας και οι αντιδράσεις των κατοίκων ήταν έντονες. Όταν δε η Υψηλή Πύλη επέβαλε τον φόρο ορμανιέ (φόρος δασών) οι Δημογέροντες αντέδρασαν και ανέφεραν ότι τα δάση της νήσου δεν ήταν δημόσια ή αυτοφυή, αλλά δάση τα οποία φύτευαν ή ήταν αυτοφυή εντός ιδιωτικών κτημάτων τα οποία οι κάτοικοι κατείχαν από αμνημονεύτων ετών και τα οποία είχαν εκχωρηθεί στη διοίκηση του νησιού δια κοινού συμφωνητικού. Στο ίδιο θέμα επανήλθε στις 12 Ιανουαρίου το 1908 ο Δημογέροντας Ιωάννης Μαλαχίας.
Στις 17 Ιουλίου 1912 οι Ικαριώτες επαναστάτησαν και στη συνέχεια συνεκροτήθη η Ελεύθερα Πολιτεία Ικαρίας. Σε αυτήν προσήλθαν και τα νησιά των Φούρνων. Η πολιτεία οργανώθηκε με Σύνταγμα, με νόμους δικαστήρια, σχολεία, τελωνείο, λιμεναρχείο, και λοιπές υπηρεσίες, κυκλοφόρησε γραμματόσημο και έλαβε πρόνοια και για τα δάση. Δυστυχώς το 1927 το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Δασών του υπουργείου Γεωργίας, χαρακτήρισε τις δασικές εκτάσεις “διακατεχόμενες” από τις κοινότητες. Το ανωτέρο συμβούλιο δεν έλαβε υπόψιν του το ισχύον καθεστώς στο νησί – οι Οθωμανοί δεν κατείχαν γαίες στο νησί για να τις παραλάβει το ελληνικό δημόσιο, όταν προσάρτησε την Ικαρία. Δάση ιδιωτικά θεωρούνται αυτά τα οποία ανήκουν στους δήμους, τις κοινότητες, ή ιδιώτες, ενώ δάση δημόσια τα δάση για τα οποία δεν υπεβλήθησαν ποτέ τίτλοι ιδιοκτησίας από ιδιώτες ή νομικά πρόσωπα, (Δήμους και Κοινότητες) και όσα διαχειρίζονται μέχρι σήμερα οι Κοινότητες ή οι Δήμοι και έχουν υποβληθεί τίτλοι, που αυτοί κρίθηκαν άκυροι. Ευθύνη των Δήμων είναι να διασφαλίσουν τα συμφέροντα των δημοτών και του ίδιου Δήμου, διότι στο τέλος κάποτε θα χρειαστεί να λογοδοτήσουν στους νέους ή στις επερχόμενες γενεές.
Νομίζουμε ότι τώρα δίδεται ευκαιρία ο Δήμος να δηλώσει αυτές τις δασικές εκτάσεις στο κτηματολόγιο, άσχετα με τη δήλωση του Δημοσίου έτσι ώστε να διεκδικηθούν στη συνέχεια ως δημοτικές εκτάσεις.
Διαβάστε ακόμα στο Φάκελο Τα Δάση της Ικαρίας και το Ιδιοκτησιακό του καθεστώς
- Τα Δάση της Ικαρίας και το ιδιοκτησιακό καθεστώς των Δασικών εκτάσεων
- Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δασών της Ικαρίας κατά την Τουρκοκρατία
-
Δασικοί Χάρτες και «πράσινη μετάβαση»: λίγη τροφή για σκέψη – Μέρος Α΄