Γράφτηκε από τον Πέτρο Θέμελη
Ο επιβλητικός πύργος στο Δράκανο, στον όρμο Φανάρι στο βορειοανατολικό ακρωτήρι της Ικαρίας, που ξεπερνά σε ύψος τα 13 μέτρα, είναι ομολογουμένως από τα σημαντικότερα, εντυπωσιακότερα και καλύτερα σωζόμενα οχυρά στον Ελληνιστικό κόσμο, ιδιαίτερα μετά την επιτυχημένη στερέωσή του από τον φίλο αρχιτέκτονα Κώστα Ζάμπα.
Το έρημο, βραχώδες, παραθαλάσσιο τοπίο, με το λυγερόκορμο αυτό κυλινδρικό δυναμάρι να δεσπόζει πάλλευκο πάνω στο ύψωμα της μικρής του ακρόπολης και να στέκει ακόμη όρθιο σε πείσμα των καιρών και του χρόνου, αποτελεί θέαμα μοναδικό που εγγράφεται ανεξίτηλα στον σκληρό δίσκο της μνήμης. Όταν το πρωτοαντίκρισα ένιωσα δέος και υποσχέθηκα στον εαυτό μου να το τιμήσω κάποια στιγμή, εκδηλώνοντας γραπτά το θαυμασμό μου. Άλλωστε το νησί αυτό της Ιωνίας είναι ανεξίτηλα γραμμένο στα γονίδιά μου, η μακαρίτισσα μάνα μου, η Λεμονιά Ανταράκη, στον Εύδηλο της Ικαρίας είχε γεννηθεί.
Σε ένα μεσαιωνικό λαϊκό τραγούδι του νησιού, που κατέγραψε το 1874 ο καθηγητής της Ευαγγελικής Σχολής της Σμύρνης Aristote Frontier και δημοσίευσε το 1880 ο William Ramsay (“A Romaic Ballad”, JHS 1, 1880), αναφέρεται ότι οι Γενουάτες κατακτητές άραξαν πρώτα στο Φανάρι τις γαλέρες τους, το 1267, και προχωρώντας πεζοί κατέλαβαν με προδοσία το ξακουστό κάστρο του Κοσκινά, στο κέντρο του νησιού:
“Ανάθεμα το Γένοβα με τόνε κρυφοράφτη
που πήγαν να πατήσουσι της Νικαριάς το κάστρο,
οπούτον κάστρι ξακουστόν, παντού εξακουσμένο.
Σαν ήρτασι, εράξασι μπροστά εις το Φανάρι,
Ζερβά ρίχτουν τις άγκυρες, πίσω τα παλαμάρια
Κι’ απάνω εις την άστρια ρίχνουν ταις σιγουράντζαις”.
Στην ίδια μπαλάντα αναφέρεται ο “Άγιος Γιώργης Δορκανάς” που πρέπει να ταυτίζεται με τον “Αγιο Γιώργη Δρακανά”, κάποιο εκκλησάκι στον όρμο του Φαναριού.
Στο Φανάρι φαίνεται πως είχε την έδρα της η γενουάτικη διοίκηση και η φρουρά του νησιού. Η ανάμνηση της παρουσίας τους εκεί παρέμεινε ζωντανή για αιώνες, όπως προκύπτει και από τη μαρτυρία του Άγγλου ναυτικού Roberts που επισκέφτηκε το Δράκανο και δημοσίευσε τις περιπέτειες του με τους κουρσάρους του Αρχιπελάγους το 1694. Από το 1362 ως το 1481 η διακυβέρνηση της Ικαρίας πέρασε από τους Γενουάτες, στον πλούσιο έμπορο Francesco Arangio και τους διαδόχους του, οι οποίοι κράτησαν ως έδρα της διοίκησης και της φρουράς τους το Δράκανο. Οι ισχνές μαρτυρίες για τις τύχες του φρουρίου και του νησιού γενικότερα μετά το 1481 ως την κατάκτησή του το 1521 από τους Τούρκους κάνουν λόγο για φυγή των περισσότερων κατοίκων και για μερική εγκατάλειψη της Ικαρίας. Οι περιηγητές του 17ου αιώνα πάντως μιλούν με ενθουσιασμό για το φημισμένο λευκό ικαριώτικο κρασί και το γνήσιο μέλι, διεκτραγωδώντας ταυτόχρονα τη μεγάλη φτώχεια και την απομόνωση των λιγοστών κατοίκων που ζούσαν ανενόχλητοι από τους Τούρκους στις αθέατες πετρόχτιστες κατοικίες τους στα ενδότερα του νησιού. Το 1630 ο περιηγητής Francesco Lupazolo μνημονεύει μεταξύ άλλων και τον πύργο στο Δράκανο, που λειτουργούσε τότε ως φάρος, από όπου προέρχεται και η ονομασία της θέσης “Φανάρι”. Το 1842 επισκέφτηκε τον Πύργο και ο Ludwig Ross (“Inselreisen”, Halle 1919, III, 135).
Δεν υπάρχουν δυστυχώς φιλολογικές μαρτυρίες για το πότε ακριβώς, από ποιους και για ποιο λόγο οικοδομήθηκε ο πύργος και η μικρή σχετικά οχύρωση που τον περιβάλλει, έδρα φρουράς που είχε τον ναυτικό έλεγχο του στενού Ικαρίας-Σάμου και της γύρω θαλάσσιας περιοχής. Ορισμένοι ιστορικοί, όπως ο Αντώνης Πασπαλάς (“Αρχαία Ικαρία”, Αθήνα 2002, 124-134), δέχονται ότι οι οχυρώσεις στο Δράκανο κατασκευάστηκαν πιθανώς την περίοδο της δεύτερης λεγόμενης Αθηναϊκής Συμμαχίας (378-355 π.Χ.), όταν η περιοχή του ανατολικού Αιγαίου είχε αποκτήσει στρατηγική σημασία. Το περίτεχνο εντούτοις λεσβιάζον ψευδοϊσόδομο σύστημα δόμησης του κυκλικού πύργου με τα φουσκωτά αγκωνάρια και οι αψιδωτές είσοδοι συνηγορούν υπέρ μιας χαμηλότερης χρονολόγησης. Πρέπει επομένως να αναζητηθεί η ναυτική δύναμη του 3ου/2ου αι. π.Χ., τις στρατηγικές ανάγκες της οποίας εξυπηρετούσε το κάστρο στο Δράκανο (ή Δόρκανο, σύμφωνα με την παραπάνω ικαριακή μπαλάντα). Μπορεί να είχε κτισθεί από το Δημήτριο Πολιορκητή στη διάρκεια της εκστρατείας του ενάντια στη Μίλητο το 285 π.Χ. Θεωρώ ωστόσο πιθανότερο, το οχυρό και ο πύργος στο Δράκανο να είχαν οικοδομηθεί από τους Πτολεμαίους στη διάρκεια της κυριαρχίας τους (284-188 π.Χ.) στο ανατολικό Αιγαίο. Τότε η Ικαρία γνώρισε μια σχετική οικονομική άνθηση, με το φημισμένο κρασί της να είναι τώρα περιζήτητο στις αγορές των ελληνιστικών βασιλείων, όπως τα ψάρια και η ξυλεία της.
Το λιμάνι με το φρούριο στο Δράκανο ενδέχεται να λειτουργούσε για τους Πτολεμαίους ως παράρτημα του μεγάλου ναυστάθμου που διατηρούσαν στη γειτονική Σάμο. Η οικονομική άνθηση της Ικαρίας φαίνεται ότι οφειλόταν κατά ένα μέρος στους Σάμιους αποίκους, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Ικαρία μετά το 270 π.Χ., ωθούμενοι από τους Γαλάτες εισβολείς, και μετονόμασαν την πόλη των Θερμών, όπου τα γνωστά ιαματικά λουτρά, σε Ασκληπιείς, κατά τον Louis Robert (“Les Asklepieis de l’ Archipel”, REG 46, 1933, 423). Το φρούριο στο Δράκανο πρέπει να χρησιμοποίησε και ο Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεών του στο ανατολικό Αιγαίο.
Ο ποιητής Θεόκριτος (Ειδύλ. 26.33) αναφέρει ένα υψηλό χιονισμένο βουνό με το όνομα Δράκανο, όπου ο Ζευς απόθεσε το βρέφος Διόνυσο, μόλις αυτό γεννήθηκε από τον μηρό του, καρπός του κρυφού έρωτά του με τη Σεμέλη:
“Χαίρε μοι Διόνυσος, ον εν Δρακάνω νιφόεντι Ζευς ύπατος μεγάλαν επιγουνατίδα θήκατο λύσας”.
Το Δράκανο του Θεόκριτου δεν φαίνεται να έχει σχέση με το ακρωτήριο Δράκανο της Ικαρίας, αλλά ακόμη και αν δεχτούμε ότι έχει, δεν αφορά το κάστρο αλλά απλώς τη θέση όπου αυτό αργότερα κατασκευάστηκε.
Αναδημοσίευση από : https://www.eleftheriaonline.gr