Home ΑρθρογράφοιΕλεύθερη Πένα Ο Νίκος Καρίμαλης της δρακογενιάς του 1920 δεν γράφει πια εδώ!

Ο Νίκος Καρίμαλης της δρακογενιάς του 1920 δεν γράφει πια εδώ!

Άρθρο του Κοσμά Κέφαλου στην Εφημερίδα των Συντακτών

by ikariaki.gr
2,K views

Η συγγραφή τεσσάρων βιβλίων σε διάστημα δέκα ετών ασφαλώς δεν ξαφνιάζει. Ο εφηβικός έρωτας, που κυριαρχεί στα έργα, καθώς και ο δυναμισμός που αποπνέει η γραφή, παραπέμπει σε πένα νεανική.

Η αναφορά στα κοινωνικά και οικονομικά εμπόδια που γίνονται αιτία να χωρίσουν οι νέοι, ο διαρκής αγώνας για επιβίωση, για επιτυχία, για κατάκτηση του ονείρου, αλλά και η τρυφερότητα της επαναπροσέγγισης των ερωτευμένων σε μεγάλη ηλικία, θαμπώνει την εικόνα της νεανικής πένας. Ο συγγραφέας, ο Νίκος Καρίμαλης, προσφέρει μέσα από τις σελίδες των έργων του απόσταγμα ζωής.

Αν τίποτα από τα παραπάνω δεν ξαφνιάζει, ασφαλώς ξαφνιάζουν οι χρονολογίες: ο Νίκος Καρίμαλης, γεννημένος το 1920 στο χωριό Μάραθο Ικαρίας, άρχισε να γράφει σε ηλικία 90 ετών!

Το πρώτο του βιβλίο, «Ο Άγνωστος Επισκέπτης» (εκδόσεις Άρτεμις Ταυροπόλος), κυκλοφόρησε το 2010 και ακολούθησαν «Η Τιμωρία του Μουσταφά» (2013, εκδόσεις Νότιος Άνεμος), «Ο Πατριώτης» (2015, Νότιος Άνεμος) και «Το παραμύθι της Γριάς» (2020, Νότιος Άνεμος).

Άνθρωποι ευαίσθητοι, ασυντρόφευτοι, γήινοι

Στον πρόλογο του πρώτου βιβλίου του «Ο Άγνωστος Επισκέπτης» γράφει: «Τώρα που τα χρόνια μου πέρασαν, βιάστηκα να γράψω αυτά τα λίγα λόγια για να προφθάσω, πριν έλθει η ώρα να κλείσω τα μάτια μου. Λόγια, όπως θα δείτε, πολύ ευχάριστα μα και πολύ δυσάρεστα και πικρά και αγύριστα, μιας περασμένης εποχής». Και πιο κάτω: «Έζησα ανάμεσα σε ένα λαό με αναπτυγμένα αισθήματα ανθρωπιάς, υπερφιλόξενο, χωρίς ιδιοτέλεια, με πραότητα, με χαμηλούς τόνους, που σκέφτεται πολύ πριν απαντήσει στον συνομιλητή του, γιατί τον σέβεται και θέλει να τον ακούσει κι αν ακόμα δεν συμφωνούν οι ιδέες».

Μέσα από τις περιγραφές αναδύονται οι  συντοπίτες του εργατικοί, γλεντζέδες, ευαίσθητοι. Μιλάει για την τρυφερότητα του Νέστωρα προς το ετοιμοθάνατο άλογο, τον Αετό: «Το άλογο που ήταν δεμένο στην αυλή του στάβλου δεν ήταν ο Αετός, αλλά ένας σκελετός ζώου στα πρόθυρα του θανάτου. Ο Νέστωρας παρακολουθούσε από κοντά το σίγουρο μα αργό θάνατό του κι αυτή την ώρα βρίσκονταν κοντά στο άρρωστο ζώο. Είχε αγκαλιασμένο το λαιμό του και τον χάιδευε ξύνοντας το μέτωπό του […]. Και ο ετοιμοθάνατος Αετός με σκυμμένο το κεφάλι μέσα στη θερμή αγκαλιά και τα τρυφερά χάδια του φίλου του έπαιρνε τη στιγμή εκείνη δύναμη και ζωή. Σήκωσε το κεφάλι από τα χέρια του φίλου και τον κοίταξε μια φορά με τα κουρασμένα μισόκλειστα μάτια του και τα μάτια εκείνα είχαν την έκφραση της ελπίδας».

Άνθρωποι απομονωμένοι, ασυντρόφευτοι, φιλοσοφημένοι: «Τα κάτω χωριά δεν είναι σαν τα τρία περαμερίτικα κεφαλοχώρια. Μικρά, σε μια μεγάλη περιοχή, με σποραδικά σπιτάκια ερημικά, αποκομμένα μεταξύ τους και ριγμένα σε μια κρυφή πευκοδασωμένη λακκοτοπιά, όπου η πυκνή σκιά των πεύκων δεν αφήνει ούτε στιγμή να περάσει μια αχτίδα φωτός του ήλιου κατά την επουράνια  διαδρομή του και οι άνθρωποι να χαρούν τη μέρα […]. Εκεί κάτω, οι άνθρωποι λιγοστοί, αποκομμένοι, ασυντρόφευτοι, σπάνια μιλούν, σπάνια συναντιούνται, ενώ η ήσυχια ζωή και η φυσική ηρεμία του τοπίου δίνουν στα ταπεινά αυτά ανθρωπάκια καιρό να έχουν μια φιλοσοφημένη σκέψη για τη ζωή».

Άνθρωποι γήινοι με αδυναμίες: «Η Αφροδίτη είχε ανεβεί στην απιδιά, μα το σκέλος του  κορμού πιο πάνω ήταν δύσκολο, δεν είχε στηρίγματα ο χοντρός κλώνος να τα πατήσει και να πιάσει τα μικρά κλωνιά με τ΄ αχλάδια τους. Ήταν μαλακός και θα γλιστρούσε. Πότε πότε απότομες αεροφυσάδες ανασήκωναν το φόρεμά της κι εκείνη άφηνε τον αέρα στις αποκαλυπτικές διαθέσεις του, όχι πως ήθελε να τους δείξει ότι είχε ωραίο πόδι, μα για να δοκιμάσει τον κύριο Δεμέναγα που η γυναίκα του ισχυριζόταν ότι ήταν αθώος ακόμα και καλός σαν πάτερ άγιος. Μα όταν γύρισε με τρόπο να τον δει, παρατήρησε τον Δεμέναγα να την κοιτάζει με μάτια απολιθωμένα και βαριά μελαγχολικά, θες απογοητευμένος βλέποντάς την πάνω στο δέντρο τόσο ελκυστική, που ήταν αδύνατο να την πλησιάσει ποτέ».

Ούλοι εμείς εφέντη

Το βιβλίο «Η Τιμωρία του Μουσταφά» αναφέρεται σε ένα γεγονός – ύμνο στην Ικαριώτικη ομοψυχία και λεβεντιά.

Ένας τυραννικός αγάς επί τουρκοκρατίας, εκτός της βάναυσης και προσβλητικής συμπεριφοράς του, είχε την απαίτηση να τον μεταφέρουν Ικαριώτες στις πλάτες τους ή, στις μακρινές αποστάσεις, σε φορείο. Αποφασισμένοι να απαλλαγούν από αυτόν, περνώντας από έναν γκρεμό, τον ρώτησαν: «συγκούδουνο το αρνί;». Ο αγάς, θεωρώντας πως αναφέρονται στα κουδούνια του αρνιού που τους είχε τάξει αν τον πήγαιναν γρήγορα, απάντησε «συγκούδουνο», οπότε τον γκρέμισαν μαζί με το φορείο.
Σύντομα έφθασαν στο νησί ισχυρές δυνάμεις και ο επικεφαλής αξιωματικός συγκέντρωσε τους κάτοικους την πλατεία για να του μαρτυρήσουν τους ενόχους. Η απάντηση ήταν «Ούλοι εμείς εφέντη».

Αναλαμβάνοντας τη συλλογική ευθύνη γνώριζαν τις πιθανές συνέπειες. Ωστόσο ο Τούρκος αξιωματούχος, συγκινημένος από τη στάση των κατοίκων ή, κατά μία άλλη εκδοχή, αναλογιζόμενος τις οικονομικές συνέπειες από εκτεταμένες σφαγές (οι σφαγιασμένοι δεν πληρώνουν χαράτσι), έφυγε άπραγος. Εμπνευσμένη από αυτό το γεγονός είναι η ταινία του Λεωνίδα Βαρδαρού, η οποία περιγράφει τις περιπέτειες διωκόμενων μαχητών του Δημοκρατικού Στρατού και εξορίστων, στα τέλη του Εμφυλίου, που επιβίωσαν για έξι χρόνια χάρη στη στήριξη του τοπικού πληθυσμού.

Εικόνες από το νησί του

Στο βιβλίο «Το παραμύθι της Γριάς» ο Νίκος Καρίμαλης, πέρα από τους ζωντανούς διαλόγους, δίνει εικόνες πολλές. Περιγράφει μια ηλιόλουστη μέρα: «Λάμπει το αγιάζι στο υγρό φύλλο του δέντρου με το έβγα του ήλιου, γυαλίζουν οι στέγες των σπιτιών κι αυτό το χορτάρι της γης ακόμα και τα βουνά λαμποκοπούν ως τις κορφές». Αλλά και μια νύχτα βροχερή: «Μάρτιος μήνας και ο βροχάρης καιρός συνεχιζόταν ακόμα πεισματικά, μερόνυχτα μέρες τώρα με αμείωτη ένταση, και χωρίς καμιά διακοπή και ο κόσμος κλεισμένος μερόνυχτα βρέθηκε να κάθεται και να κοιμάται σαν κότα που βράζει τ΄ αυγά. Η Μαντώ σηκώθηκε από το θόρυβο της βροχής τα ξημερώματα. Της άρεσε να την βλέπει που κυλούσε στα τζάμια του παραθύρου και καθόταν εκεί χαζεύοντάς την ώρα πολύ».

Επικεντρώνεται σε ασχολίες: «Η Μαντώ του χωριού, η φίλη της, εκείνη τη στιγμή καθόταν έξω στον ήλιο έστριβε το μαλλί στο αδράχτι και τύλιγε την κλωστή στο τυλιγάδι».
Την Κυριακή το καφενείο παραμένει τόπος συνάντησης: «Οι καφενέδες βούιζαν από το πολύ φλύαρο κουβεντολόι των γυναικών που εφτά μέρες απασχολημένες με τα σπιτικά τους καθήκοντα είχαν διψάσει από κουβέντα και τώρα βρήκαν την ώρα να βγάλουν το άχτι τους. Εκεί ακούει κανείς κάτι περίεργα.  Γέροι χωριάτες αγράμματοι αλλά πνευματώδεις με σωστή άποψη στα πολιτικά και άλλοι με λίγο μυαλό και λίγη γνώση που κρίνουν τα πράγματα με επιπόλαιη κρίση, με φτηνή λογική.

Οι περιγραφές δεν είναι πάντα ειδυλλιακές. Το ταξίδι με πλοίο, πριν από πολλές δεκαετίες, ήταν μια μεγάλη περιπέτεια: «Στο ταξίδι του η θάλασσα ήταν φουρτουνιασμένη. Το καράβι πήγαινε μονόπαντα έτοιμο να ανατραπεί από τα πελώρια κύματα του μανιασμένου βοριά. Τα νερά κατάβρεχαν τον μακρινό κι ελεύθερο εξώστη τ΄ αριστερού διαδρόμου […] οι επιβάτες κείτονταν κατάχαμα φύρδην μίγδην και πάλευαν με την ανυπόφορη ζάλη τους. Μούγκριζαν, φώναζαν απεγνωσμένα πασχίζοντας να ξελαφρώσουν».

Η απόδραση στη Μέση Ανατολή

Ο Νίκος Καρίμαλης έφυγε από τη ζωή πριν από λίγες μέρες σε ηλικία 104 ετών. Σε μία από τις τελευταίες συναντήσεις μας, παρουσία των αγαπημένων του προσώπων, της συζύγου Γαρυφαλιάς και του γιου τους Γρηγόρη, θαύμασα τη διαύγεια πνεύματος και απόλαυσα τις γλαφυρές διηγήσεις του.

Στο επίκεντρο  του ενδιαφέροντος η απόδραση το 1942, μαζί με άλλους 14 Ικαριώτες, για τη Μέση Ανατολή. Χρησιμοποίησαν τη βάρκα ενός ψαρά για ένα ταξίδι που κράτησε πάνω από 20 ώρες.

Ως νεότεροι, μαζί με τον γιο του βαρκάρη Γενούζο, κωπηλατούσαν από τις 7 το απόγευμα μέχρι τις 3 και μισή το μεσημέρι της επόμενης μέρας. Φθάνοντας στα Μικρασιατικά παράλια ακολούθησαν ένα παραλιακό μονοπάτι και έφθασαν ύστερα από άλλες τρεις ώρες, κουρασμένοι και διψασμένοι, σε ένα τουρκικό φυλάκιο. Η υποδοχή δεν ήταν καλή. «Γυρίστε πίσω», ήταν τα πρώτα λόγια που άκουσαν. Εξήγησαν πως η βάρκα είχε φύγει.

Ανάμεσα στους 14 Ικαριώτες ήταν και ο έμπειρος αξιωματικός Ιγνάτιος Καλέργης. Είχε πολεμήσει στους Βαλκανικούς Πολέμους, είχε συμμετάσχει στην Μικρασιατική εκστρατεία και αργότερα διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στα γεγονότα της Μέσης Ανατολής. Το 1935, αποστρατεύθηκε ως προσκείμενος στη δημοκρατική παράταξη. Εκτοπίσθηκε στη Σαντορίνη, στη Σίφνο και στην Ικαρία, όπου γνώρισε και παντρεύτηκε την αδελφή του Νίκου Ελπίδα Καρίμαλη. Με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου ζήτησε να επανέλθει στο Στράτευμα, αλλά το αίτημα δεν έγινε δεκτό από το καθεστώς Μεταξά. Επανήλθε αργότερα, με τον βαθμό του υποστράτηγου, αναλαμβάνοντας τη Γενική Διεύθυνση του Υπουργείου Στρατιωτικών. Το 1944 συνελήφθη από την Αγγλική Στρατιωτική Διοίκηση και εκτοπίσθηκε στην Ασμάρα της Ερυθραίας.

Ο Καλέργης θα συμβουλεύει και θα γλιτώνει από παγίδες του Ικαριώτες. Τους παροτρύνει να δωρίσουν στους Τούρκους ρούχα και παπούτσια. Τους λέει επίσης πως αν πάνε οι Τούρκοι τη νύχτα να ψάχνουν τους σάκους τους, για να κλέψουν, να μην αντιδράσουν. Έτσι και έγινε. Ευχαριστημένοι οι Τούρκοι στρατιώτες προσφέρουν φαγητό: πλιγούρι με κιμά. Την επόμενη μέρα το γεύμα ήταν περισσότερο οικείο: κρέας με ρύζι.

Καλό και άφθονο φαγητό, μα η έγνοια δεν τους άφηνε να το απολαύσουν. «Εμείς τρώμε, αλλά στην Ικαριά πεινάνε»…

Ομάδα του τακτικού τουρκικού στρατού τους συνοδεύει, για να τους προστατεύσει από τους Τσέτες, μέχρι το Τσεσμέ. Από εκεί επιβιβάζονται σε τρένο για τη Σμύρνη.
Η παρουσία ενός στρατού σε μια ξένη χώρα δεν αφήνει ποτέ καλές αναμνήσεις. Δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση ο Ελληνικός Στρατός στη Μικρά Ασία την περίοδο 1919-1922. Το πέρασμα των Ελλήνων από τα περίχωρα της Σμύρνης, είκοσι χρόνια μετά, ξύπνησε εφιαλτικές μνήμες. «Βγαίνανε οι Τουρκάλες στα παράθυρα και μας φτύνανε».

[Αναλυτικές περιγραφές υπάρχουν στις συνεντεύξεις που είχε δώσει ο Νίκος Καρίμαλης  στον Νάσο Μπράτσο ΕΔΩ και στον Δημήτρη Φιλιπποπολίτη ΕΔΩ].

Ένας συγγραφέας 101 ετών από την Πέρα Μεριά Ικαρίας

Αιχμάλωτος στα «σύρματα»

Στη συνέχεια, μέσω της Μερσίνας, πήγαν στην Παλαιστίνη και εντάχθηκαν στο στρατό, στη  δεύτερη ταξιαρχία. Εκεί βρέθηκαν πολλοί Ικαριώτες. Ανάμεσά τους και μία ξεχωριστή προσωπικότητα, ο κομμουνιστής και πρόσφυγας πολέμου Γιάννης Σαλλάς, ο οποίος ήταν στην ηγετική ομάδα που ίδρυσε την Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση (ΑΣΟ). Η δράση και η μαζικότητα της ΑΣΟ θορύβησε τους Εγγλέζους, οι οποίοι κατέπνιγαν οποιαδήποτε κίνηση δεν συμβάδιζε με τα δικά τους σχέδια για την μεταπολεμική Ελλάδα. Συνέλαβαν χιλιάδες Έλληνες στρατιώτες και τους έκλεισαν σε στρατόπεδα αιχμαλώτων, στα «σύρματα». Ήταν ο προάγγελος των Δεκεμβριανών του 1944.

Περιπετειώδης και ο δρόμος της επιστροφής. Το πλοίο που μετέφερε τους Έλληνες βομβαρδίζεται από τη γερμανική αεροπορία. Ο Νίκος διασώζεται και βγαίνει κολυμπώντας στις ακτές των Σπετσών.

Θα υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία επί 3,5 χρόνια και θα εργαστεί ως πολιτικό προσωπικό στην Πολεμική Αεροπορία. Θα συμμετάσχει σε αγώνες για κοινωνικές κατακτήσεις και θα εκφράζει με κάθε τρόπο την μεγάλη αγάπη του για την Ικαρία!

Πηγή: Efsyn.gr


Η Ικαριακή Ραδιοφωνία στέλνει τα πιο βαθειά συλλυπητήρια στην οικογένεια του Νικόλαου Καρίμαλη.

Τον ευχαριστούμε για μια ακόμα φορά για την προσφορά του στην βιβλιογραφία του τόπου μας!

Διαβάστε ακόμα

Leave a Comment

Ο ραδιοσταθμός της Ικαρίας με ζωντανό πρόγραμμαενημέρωσης και ψυχαγωγίας.

Editorial

απαραιτητα

©2023 ikariaki. All Right Reserved. Designed and Developed by Fekas Brothers & Digital Avenue