Δήμος Χλωπτσιούδης
Ο Σπύρος Μπρίκος όταν εμφανίστηκε στην ελληνική πεζογραφία με την συλλογή «ιατρικό παράδοξο» (μανδραγόρας, 2015) άφησε με τον ιστορικοϊατρικό του αφηγηματικό υπερρεαλισμό ένα χαρακτηριστικό ίχνος τα γράμματα. Με μία σπάνια ρώμη αναμετρήθηκε με τις δυσκολίες του διηγήματος, της τοπικής ιστορίας της Πρέβεζας, του οράματος και της επανάστασης στα αφηγηματικά μέσα και βγήκε νικητής.
Η νέα του συλλογή διηγημάτων «Αγία παπαλίνα η καλλονή» (Μανδραγόρας 2017), πιο ώριμη και πιο εξπρεσιονιστική, συνεχίζει εκείνη την πορεία. Μολονότι το παράλογο έγινε πια πιο γήινο, ενώ περιορίστηκε η ρευστότητα του αφηγηματικού χρόνου, ο Μπρίκος χαράσσει ένα νέο μονοπάτι. Με επίκεντρο την Πρέβεζα ταξιδεύει από το Ιόνιο στο Αιγαίο.
Τα περισσότερα διηγήματα αναφέρονται στην Πρέβεζα, ενώ ένας ικανός αριθμός αφορά την Ικαρία και την Σέριφο. Πρόκειται για διηγήματα μουλιασμένα στην αλμύρα του Ιονίου και του Αιγαίου με ήρωες πρόσωπα της ηπειρώτικης πόλης και των αιγαιακών νησιών που μπλέκονται με τη μυθοπλασία. Σύντομα αφηγήματα τύπου flash stories, βουτηγμένα στην υγρασία κωπηλατούν στη θάλασσα της ιστορίας. Η πολιτική ιστορία του τόπου συμπλέκεται σε λίγες εκατοντάδες λέξεις με τον μύθο αφήνοντας ένα άρωμα αισιοδοξίας επαναστατικής.
Και είναι ενδιαφέρον πώς σε τόσο σύντομες αφηγήσεις ο Μπρίκος καταφέρει να φέρει στο προσκήνιο το πρεβεζάνικο και το ικαριώτικο παρελθόν και να διαμορφώσει και πλοκή. Με ένα ύφος καταγραφής των προσωπικών ιστοριών των ανθρώπων του περιθωρίου, γοητεύει τον αναγνώστη με τη γεωγραφία των ανθρώπων του μόχθου. Η γρήγορη ροή της αφήγησης του εξωδιηγητικού αφηγητή τοποθετεί γρήγορα τον αναγνώστη στο αφηγηματικό κάδρο.
Με κινηματογραφική ταχύτητα ο αφηγητής εναλλάσσει τις σκηνές, ενώ ο συγγραφέας διαχειρίζεται τον αφηγηματικό χρόνο με μαεστρία. Σύντομοι εγκιβωτισμοί και αναχρονίες διαμορφώνουν την προ-ιστορία της αφήγησης, ώστε εύκολα ο αφηγητής να προσανατολίσει τον δέκτη-αναγνώστη στο επίμαχο ζήτημα.
Η διαδοχή μικροπερίοδου και μακροπερίοδου λόγου συμβάλλει στη ροή της αφήγησης, ενώ οι επιλεκτικά τοποθετημένες μεταφορές προδίδουν μία φροντισμένη γλώσσα με ποιητικά χαρακτηριστικά. Και ειδικά σε μία εποχή που ο λογοτεχνικός λόγος -ακόμα και ποιητών- φθίνει, ο Μπρίκος μας θυμίζει τη σημασία της επιμελημένης γραφής.
Η εναλλαγή λιτών κι αφαιρετικών περιγραφών με λυρικές, σε συνδυασμό με την ταχεία αφήγηση, εντείνουν την ποιητικότροπη διάσταση της γραφής του. Φαντασία και παράλογο συμπλέκονται σε ένα υπερρεαλιστικό μωσαϊκό. Μυθικά πλάσματα και ανεξήγητα φαινόμενα στερεώνονται στον πυρήνα διηγημάτων, που εξελίσσονται με ρεαλιστική τροπή πλησιάζοντας τόσο την αρχαία μυθολογική ιστόρηση όσο και τον φανταστικό ρεαλισμό του Σαραμάγκου. Είναι δε αναγκαίο να υπογραμμίσουμε ότι συχνά υιοθετεί ανατρεπτικά στοιχεία στους αφηγηματικούς τους τρόπους (όπως το ότι ο αναγνώστης μαθαίνει το τέλος από την… αρχή ακόμα).
Οφείλουμε όμως να υπογραμμίσουμε και τις κειμενικές αναφορές του δημιουργού στον Τσέχωφ και τον Ντοστογιέφσκι. Ταυτόχρονα δε εντοπίζονται αναφορές στον Κώστα Καρυωτάκη, που συνδέεται άμεσα με την Πρέβεζα, όσο και στον Νίκο Καββαδία, τον ποιητή της θάλασσας και του ταξιδιού, μα και του Νίκου Καζαντζάκη. Άλλωστε, η ανάγκη δραπέτευσης μοιάζει να μετεωρίζεται διαρκώς πάνω από τους ήρωες των διηγημάτων του.
Ενώ από την άλλη, η θάλασσα και ο έρωτας παραμένουν διαρκής πηγή έμπνευσης. Ο τελευταίος, άλλωστε, διαποτίζει το σύνολο της συλλογής. Τόσο ως υφέρπον στοιχείο και άλλες φορές ως λυρικά εκφρασμένη λαγνεία, το ερωτικό άρωμα αναδύεται σε όλα τα διηγήματα.
Η βαθιά ειρωνεία συμπλέει με την πολιτική φόρτιση και τις αντικληρικές τάσεις, μολονότι συχνά ο μύθος φλερτάρει με το μεταφυσικό, τη στιγμή που το εξωπραγματικό αποκτά στοιχεία λαγνείας και διονυσιασμού.
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι ο Μπρίκος σκιαγραφεί στέρεους χαρακτήρες. Η ιστορία της αριστεράς συμπλέκεται με αφηγήσεις λούμπεν Πρεβεζάνων ή εξόριστων στην Ικαρία κι απογόνων τους, τις σχέσεις και τις συγκρούσεις τους. Μα το πολιτικό στοιχείο μπαίνει ως σκηνογραφική πληροφορία για να φορτίσει συναισθηματικά την προϊστορία και το κοινωνικό υπόβαθρο. Ο διηγηματογραφικός φακός του Μπρίκου εστιάζει στη ζωή και τα πάθη των ανθρώπων. Με μηδενική εστίαση ο αφηγητής φωτίζει μυθοπλαστικά την κοινωνική γεωγραφία τις ηπειρωτικές πόλεις και επιλεγμένων νησιών με πολιτική ιστορία του Αιγαίου (Σέριφο και Ικαρία).
Αξιοσημείωτο δε είναι πως πολύ συχνά οι κεντρικοί ήρωες είναι γυναίκες. Είτε οι ίδιοι γυναικείοι χαρακτήρες επικουρούνται από ανδρικούς είτε λειτουργούν ως συναγωνιστές ήρωες πλάι σε άνδρες, ενώ άλλες φορές αποτελούν σημεία αναφοράς -κατά τις λειτουργίες του Προππ. Ωστόσο, πάντα μένουν μόνες∙ ο θάνατος κι ο έρωτας μετατρέπουν τους γυναικείους χαρακτήρες σε βασανισμένους αντιήρωες με μία σισύφεια λογική.
Μόνες κόντρα στις επιταγές της ζωής, πολιορκημένες από το ερωτικό πάθος ή τις πολιτικές τους καταβολές -ή και τα δύο. Αυτές είναι οι ήρωες της ζωής και του έρωτα σε ύμνους για τη δύναμη της γυναίκας που αφήνει στο αφηγηματικό του καναβάτσο ο Μπρίκος. Και έχει ενδιαφέρον ότι τούτη η επιλογή του συγγραφέα, καθώς δημοσιεύεται σε μία εποχή που εντείνονται οι κραυγές κατά της σεξουαλικής κακοποίησης ή παρενόχλησης των γυναικών σε όλο τον κόσμο.
Και μέσα στην εξπρεσιονιστική ιστόρηση τα ζώα κατέχουν ως μυθοπλαστικοί ήρωες τον δικό τους ρόλο. Άλλοτε ως ήρωες και συμπαραστάτες χαρακτήρες και άλλες φορές ως αδρανής πρόσωπα ή σημεία αναφοράς, συμπληρώνουν το έμψυχο δυναμικό του αφηγηματικού κάδρου. Έτσι όμως αισθητοποιειούνται στο πλαίσιο του μύθου οι έντονες συναισθηματικές αγωνίες του αφηγητή για τον τόπο και τον Άνθρωπο, την ιστορία, τα πάθη και την ουτοπία του. Την ίδια όμως στιγμή αποκαλύπτει και την ευρηματική ματιά του συγγραφέα τόσο στην πλοκή όσο και στο χτίσιμο χαρακτήρων, στο θεμέλιο του αφηγηματικού παραλόγου και του πολιτικού παρελθόντος.
Επιλογικά, ο Σπύρος Μπρίκος συνεχίζει την ενδιαφέρουσα πορεία στο ελληνικό διήγημα που ξεκίνησε πριν λίγα χρόνια. Με κέντρο αναφοράς την γενέθλια πόλη και γαρνίρισμα τα πολιτικά πάθη του παρελθόντος ο Μπρίκος φέρνει στο προσκήνιο τη γυναίκα και τον έρωτα, τη θάλασσα και το μεταφυσικό. Ο Πρεβεζάνος διηγηματογράφος με τους πειραματισμούς του δίνει μία νέα πνοή στο ελληνικό διήγημα, μακριά από την καταγγελτική –φτηνή- ρητορεία.
Αναδημοσίευση από : http://tvxs.gr