Τις τελευταίες ημέρες η χώρα ζει στον αστερισμό των εκκαθαριστικών λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας, με ή χωρίς υποκοριστικά. Χωρίς διάθεση χιούμορ αναφέρομαι στους λογαριασμούς που λαμβάνουμε όλοι μας από τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας ή παρόχους άλλων ενεργειακών αγαθών (π.χ. φυσικό αέριο). Λογαριασμοί που είναι εκκαθαριστικοί για το μηνιαίο εισόδημα νοικοκυριών και επιχειρήσεων, με όλη την σημασία του χαρακτηρισμού, διότι κινούνται σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα, εκκαθαρίζοντας μονομιάς τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Αν έχουμε ως χώρα αρκετές αποταμιεύσεις για να ανταπεξέλθουμε σε αυτή την ενεργειακή κρίση, που αναπαράγεται σε όλο το φάσμα της οικονομίας και κοινωνίας, δεν θα το σχολιάσω τώρα σε αντίθεση με άλλους οικονομολόγους. Στον δημόσιο διάλογο ακούμε όμως φράσεις που πρωτοεμφανίστηκαν στην αρχή της δημοσιονομικής κρίσης (1ο μνημόνιο) της χώρας να εμφανίζονται εκ νέου, όπως «ότι υπάρχει λίπος σε πολίτες και επιχειρήσεις λόγω αυξημένων καταθέσεων».
Τη δεδομένη στιγμή είναι σε εξέλιξη μία εμπόλεμη κατάσταση στην ήπειρο μας, οπότε θεωρείται ως ένα βαθμό φυσιολογική η αύξηση των τιμών της ενέργειας, αφού ο ένας εμπλεκόμενος είναι χώρα που αποτελεί βασικό ενεργειακό προμηθευτή της Ευρώπης. Αυτές όμως οι ανατιμήσεις είναι αναλογικές σε όλες τις χώρες της Ε.Ε.; η απάντηση είναι κατηγορηματικά ΟΧΙ.
Όταν οι τιμές ενεργειακών προϊόντων στην Ε.Ε. έχουν αυξηθεί από τον Ιανουάριο 2021 στον Ιανουάριο 2022 κατά 28% και στην Ελλάδα κατά 41% κάποιος πρέπει να μας εξηγήσει αυτήν την απόκλιση, μήπως δημιουργείται λίπος για κάποιους;
Σίγουρα όμως όχι για τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Αν καλόπιστα δεχθούμε ότι για όλα φταίει η έκτακτη εμπόλεμη κατάσταση, μπορεί κάποιος να μας εξηγήσει γιατί τον Νοέμβριο του 2021 η τιμή του φυσικού αερίου στην χώρας ήταν 115% πιο ακριβή από την αντίστοιχη τιμή τον Νοέμβριο του 2020. Ενώ για την ίδια περίοδο η τιμή του φυσικού αερίου σε επίπεδο Ε.Ε. και Ευρωζώνης αυξήθηκε μόνο κατά 30%. Κατά τη γνώμη μου η αγορά του φυσικού αερίου στην χώρα μας λειτουργεί τουλάχιστον ατελώς όπως θα μπορούσαμε να δηλώσουμε με όρους οικονομολογικού «καθωσπρεπισμού», διότι αν θέλαμε να είμαστε πιο αγοραίοι θα δηλώναμε ότι κάποιοι «τα κονομάνε χοντρά». Ταυτόχρονα η ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, σε ότι αφορά το φυσικό αέριο ως βασικό καύσιμο για την ενεργειακή μετάβαση με ορόσημο το 2028 σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη είναι μία αποτυχημένη άσκηση επί χάρτου όπως αποδείχθηκε, διότι :
- δεν υπάρχει πρόβλεψη για διαφοροποίηση των προμηθευτών και χωρών προμηθευτών σε φυσικό αέριο,
- δεν έχει διευρυνθεί η αποθηκευτική δυνατότητα της χώρας ως προς το φυσικό αέριο,
- παρατηρείται αδυναμία ενεργειακού σχεδιασμού βάσει προθεσμιακής αγοράς φυσικού αερίου.
Αν με τις παραπάνω αναφορές ταυτιζόμαστε με ένα μέρος των καταναλωτών ενέργειας, μέσω γενικότερων αναφορών στις τιμές της ενέργειας και του φυσικού αερίου, ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για το σύνολο των καταναλωτών ηλεκτρισμού στην χώρας, δηλαδή για όλους μας.
Η παρακάτω κάρτα αποδεικνύει με τον πιο εμφατικό τρόπο την αδράνεια της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας ως προς το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας, αδράνεια όμως που την πληρώνουμε όλοι και πιο πολύ οι αδύναμοι συμπολίτες μας.
Πως άραγε να πείσεις κάποιον για τους λόγους που πληρώνει την ηλεκτρική ενέργεια στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 2022, 70% πιο ακριβά από το Φεβρουάριο του 2021 ;
Όταν για την αντίστοιχη περίοδο η μέση αύξηση σε επίπεδο Ε.Ε. και Ευρωζώνης ήταν της τάξης του 30-35%, δηλαδή στο μισό.
Δεδομένου ότι ζούμε μία έκτακτη συνθήκη, όπως η κατάσταση στην Ουκρανία, είναι λογικό να έχουμε και αυξήσεις και μεταβλητότητα στο κόστος της ενέργειας παγκοσμίως, θα ήταν ευκταίο οι ανατιμήσεις που βλέπουμε διεθνώς να ίσχυαν και για την ελληνική οικονομία και κοινωνία.
Αυτό όμως δεν είναι δυνατόν γιατί έχουμε την ατυχία η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας να λειτουργεί στρουθοκαμηλίζοντας για την κοινωνία και την οικονομία. Διότι :
- έχει θέσει ως κυρίαρχο στόχο τη βίαια απολιγνιτοποίηση χωρίς καθυστερήσεις και χωρίς εξέταση εναλλακτικών βραχυχρόνιων λύσεων,
- υπάρχει παντελής έλλειψη προληπτικών ενεργειών που θα οχυρώσουν ενεργειακά την χώρα, όροι όπως ενεργειακή ασφάλεια και στρατηγική είναι λέξη κενές περιεχομένου για το σύνολο της κυβέρνησης,
- παρουσιάζεται συστηματική ανεπάρκεια να ελεγχθούν κακόβουλες δράσεις της εγχώριας ενεργειακής αγοράς από τις αρμόδιες ανεξάρτητες αρχές ή τους καθ΄ ύλη αρμόδιους δημόσιους ελεγκτικούς μηχανισμούς,
- ενώ τα όποια μέτρα ανακούφισης είναι ελάχιστα και αρκετά καθυστερημένα.
Συμπέρασμα, πληρώνουμε όλοι μας την κρίση αυτή πιο ακριβά από την υπόλοιπη Ευρώπη. Άραγε οι όποιοι νεοφιλελεύθεροι «φωστήρες» τι έχουν να πουν για την πληττόμενη ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας σήμερα.
- O Παναγιώτης Μελαχρινός είναι οικονομολόγος, MSc in Energy: Strategy, Law & Economics, PhD