Η ΛΟΓΙΚΗ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ)1
(Η ΕΣΑ ΚΑΙ Η ΒΙΑ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ)
(ΑΦΙΕΡΩΝΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΘΑΥΜΑΣΤΕΣ-ΟΠΑΔΟΥΣ ΤΗΣ «ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ»)
Το απριλιανό καθεστώς/δικτατορία είχε ανάγκη από έναν τρόπο πρόσθετο της προπαγάνδας και της ΄΄επαναστατικής ιδεολογίας΄΄, με τον οποίο θα πείθονταν ολόκληρος ο λαός, οι ΕΔ και κύρια οι εργαζόμενοι, ότι έπρεπε να συνεργαστούν, να υπακούουν, να ανέχονται. Δεν ήταν μόνον το γεγονός πως χρειαζόταν επίφαση ηρεμίας, ώστε να φανεί η διαφορά με την κατάσταση της ΄΄προεπαναστατικής ανώμαλης περιόδου΄΄. Το καθεστώς όφειλε και ήθελε να συνεργαστεί και με την κυρίαρχη τάξη, με τους βιομηχάνους, με το μεγάλο κεφάλαιο. Ώφειλε/ήθελε να έχει την στήριξή τους. « Η δικτατορία κατόρθωσε με τη δύναμη του τρόμου να εξασφαλίσει την πολυπόθητη για το μεγάλο κεφάλαιο ΄΄κοινωνική συνοχή΄΄ και έτσι να διευκολύνει τη διαδικασία καπιταλιστικής ανάπτυξης, κύρια σε βάρος των εργαζομένων» (Μοσχονάς).
Έτσι εξηγείται ο ρόλος των μηχανισμών αστυνόμευσης από τις ΕΔ, που δεν υπήρχε πριν τη δικτατορία. Δηλαδή ο νέος ρόλος κύρια της ΕΣΑ με την επέκταση των δραστηριοτήτων της και στους πολίτες. Τα στρατοδικεία, ο στρατιωτικός νόμος, η υπόλοιπη εργατική νομοθεσία έρχονται συμπληρωματικά στον τρόμο, που η άμεση επαφή των οργάνων του καθεστώτος επιβάλλει με τις μεθόδους τους. Η έκδηλη βία, τα βασανιστήρια και ή έντεχνη διοχέτευση φρικιαστικών λεπτομερειών στην αγριότητά τους, βοηθούν σημαντικά, πειθαναγκάζουν σε υπακοή, αποτρέπουν την αντίσταση αφού τρομοκρατούν.
Την προσέγγιση και ανάλυση της ΕΣΑ και των ΕΣΑτζήδων και τον τρόπο που λειτούργησαν το διάστημα 67-74 μελετούν αρμόδιοι επιστήμονες.2 Καλύπτουν απορίες, που θα μπορούσαν να διατυπωθούν για το φαινόμενο αυτό, εκτός ίσως των προεκτάσεων και σχέσεων των ανθρώπων, που στελέχωναν την υπηρεσία αυτή με τις δομές και λειτουργία των ΕΔ απ’ όπου προέρχονταν. Στα συμπεράσματά τους οι συγγραφείς προβάλλουν ενδιαφέρουσες ερμηνείες συμπεριφορών και απόψεις.
Η Φατούρου καταλήγει (αποδεικνύει;) πως, οι νέοι άνθρωποι με την κατάλληλη εκπαίδευση γίνονται βασανιστές, μετατρεπόμενοι και οι ίδιοι σε θύματα. Είναι τολμηρό αυτό το συμπέρασμα, όχι εύκολα αποδεκτό απ’ όσους υπέστησαν βασανιστήρια, οδηγεί στην αντιμετώπιση του βασανιστή ως αρρώστου παρά ως ενόχου, αναγκάζει τον αναγνώστη να σκέπτεται, πως και ο ίδιος θα μπορούσε να γίνει βασανιστής και απλά ήταν τυχερός στη θητεία του. Έτσι όλοι αισθανόμαστε ή θα ‘πρεπε να αισθανόμαστε κάπως ένοχοι. Εκτός από το αναλογούν στον καθένα μερίδιο ευθύνης, για το πώς είναι διαμορφωμένη η κοινωνία και κύρια οι μηχανισμοί ποδηγέτησης της.
Η Δαράκη αμφιβάλλει η ίδια (και σωστά), πως δεν πρόκειται να εφαρμοσθεί η θέση της για επανένταξη των τέως εσατζήδων στην κοινωνία. Μέσα από ανάλογο πρόγραμμα εκπαίδευσης, με χρήση ακόμα και καθηγητών/ διαλεκτών κάποιων από τα θύματά τους (όσους πέρασαν και υπηρέτησαν στην ΕΣΑ, τους υπολογίζει στους 4.000 περίπου για το διάστημα της δικτατορίας). Εκεί όμως που η αναλύτρια μιλάει προφητικά, είναι όταν εκφράζει από το 1976 ακόμα (χρονιά έκδοσης του βιβλίου της Δαράκη) φόβους για το μέλλον της σχέσης ΄΄εσατζήδες –κυβέρνηση -κατεστημένο-ένοπλες δυνάμεις΄΄ . Μπορεί βέβαια να μην υπήρξαν φαινόμενα όπου να δικαιώθηκε σε μεγάλη έκταση η πρόβλεψή της για τους εσατζήδες, που είναι «…διαθέσιμοι για τον παρακρατισμό, όποτε τους καλέσει…». Και τούτο γιατί το φαινόμενο των ακροδεξιών, φασιστικών οργανώσεων, που για χρόνια έδρασαν μεταπολιτευτικά, δεν είναι άσχετο με τη δεξαμενή των εν δυνάμει ακροδεξιών εργαλείων τρόμου, όπως οι εσατζήδες. Ούτε μπορούσε να φανταστεί τότε τη σημερινή κατάσταση με τα «παληκάρια» της «Χρυσής Αυγής», το ναζιστικό χαιρετισμό, τη συνεχόμενη άνοδό της με όλες τις αιτίες που εκτρέφουν καθόλου υποκρυπτόμενο ρατσισμό ως στοιχείο φασιστικό και ναζιστικό.
Τέλος η ίδια συγγραφέας κάνει χρήση και υιοθετεί τις θέσεις άρθρου του καθηγητή Γ. Κουμάντου, (όπου) δείχνει με ποιον τρόπο ο Καραμανλής προσπάθησε να ανασυντάξει τον Μηχανισμό που γεννά τις χούντες «…να ΄΄ξεμουτρώσει΄΄ ο στρατός και να ξαναβρεί τον προσανατολισμό του. …Η Καραμανλική επιείκεια αποβλέπει στο να εξασφαλισθεί η υποταγή και η αφοσίωση του στρατού στο Κόμμα που κυβερνάει και στις κοινωνικές δυνάμεις που εκφράζονται με το κόμμα αυτό …». Και σχολιάζει η συγγραφέας αυτό που βγαίνει από το άρθρο του Κουμάντου, (ο γράφων συμφωνεί με τη θέση αυτή). «…Πρόκειται δηλαδή για μια ανανέωση της πατροπαράδοτης πολιτικής του ελληνικού κατεστημένου απέναντι στο Στρατό, της πολιτικής ιδιοποίησης και εκφεουδαρχισμού του Στρατού, προς όφελος της ομάδας στην εξουσία….»
Θα μπορούσε να σταματήσει εδώ η προσέγγιση, εάν, αυτό το συμπέρασμα/ παρατήρηση, δε χρειαζόταν άλλη απόδειξη στην προσπάθεια τότε του Καραμανλή για προσεταιρισμό των ΕΔ, απ’ αυτήν της τροποποίησης της ποινής του θανάτου των πρωταιτίων σε ισόβια. Χρειάζεται πρόσθετη απόδειξη της άποψης για τις διαδικασίες του μεταπολιτευτικού κράτους προς εξισορρόπηση/ επαναστήριξη /συμμάζεμα των ΕΔ στον παραδοσιακό τους ρόλο και αποκατάσταση της σχέσης τους με το ΄΄κατεστημένο΄΄;
Εκτός των άλλων την βρίσκουμε στη μη αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου και του Κανονισμού της ΕΣΑ. Το μόνο που άλλαξε μετά τη δικτατορία ήταν η ονομασία, ώστε να μην προκαλεί γραμμένη στα περιβραχιόνια των ανδρών και τα αυτοκίνητα της υπηρεσίας. Από ΕΣΑ ονομάζεται ΄΄Στρατονομία΄΄ με το Ν.276/76 ο οποίος παρασέρνει και τις άγνωστες σχεδόν ΕΑΑ της αεροπορίας και ΕΝΑ του ναυτικού αλλάζοντάς τες σε Αερονομία και Ναυτονομία. Μια πρόταση του ΣΑΓΕ (συμβούλιο Αρχηγών Γενικών Επιτελείων) για ψήφιση Νόμου που θα προβλέπει Γενικό Κανονισμό Στρατονομίας- Ναυτονομίας- Αερονομίας (με διαδικασίες που ξεκίνησαν ίσως και πριν το 1983) δεν είχε αποτέλεσμα.
Το συμπέρασμα είναι πως ισχύει ακόμα (τουλάχιστον ίσχυε το 2006) στο σύνολό του ο Νόμος 1746/1951 για την στρατιωτική αστυνομία! Δηλαδή η λογική που διαμόρφωσε ο εμφύλιος, που μόλις είχε λήξει, είναι εκείνη που διατρέχει τη στρατιωτική αστυνομία τα τελευταία πενήντα χρόνια. Με απλές αλλαγές ονόματος και τίποτε άλλο.
Αυτόν το Νόμο που κυρώνει τον Κανονισμό 600-1και αφορά την «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ» τον σεβάστηκε και αξιοποίησε υπέρ του δέοντος η δικτατορία, δεν τον άλλαξε ο Καραμανλής μεταπολιτευτικά, τον διατήρησε το ΠΑΣΟΚ για περισσότερα από είκοσι χρόνια σε ισχύ! Αν ισχύει ακόμα, θα σημαίνει πως επιτελεί καλά τον σκοπό του. Αυτόν δηλαδή που ο Κουμάντος και η Δαράκη –Μαλλέ θέτουν ως στόχο του Καραμανλή για τις ΕΔ. Και βέβαια δεν είναι μόνον η Δεξιά με το κυβερνών κόμμα (ΕΡΕ πρώτα, Νέα Δημοκρατία αργότερα) που εξυπηρετείται. Είναι και το Κέντρο με τα αντίστοιχα μεταπολεμικά Κόμματα (Ένωση Κέντρου, ΠΑΣΟΚ) που επίσης εξυπηρετούνται από την ίδια Νομοθεσία και Κανονισμούς. Το ΠΑΣΟΚ είναι κυβερνών κόμμα για περισσότερα χρόνια από τη ΝΔ. Ο λόγος μη ουσιαστικών αλλαγών είναι, πως τα κόμματα αυτά, υπηρετούν στην ουσία την ίδια πελατεία (΄΄κατεστημένο΄΄ τη λέει και ο Κουμάντος και η Μαλλέ και όλοι). Εκτός των ΄΄μαζών΄΄ που ποδηγετούνται και πείθονται με ανώδυνες εναλλαγές των διαχειριστών της εξουσίας.
Στο σχέδιο Νόμου με συντάκτες στελέχη των ΕΔ, (και μάλιστα από το χώρο των υπηρετούντων στη διεύθυνση στρατονομίας, απ’ όπου και η αρχική ιδέα) υπάρχει διστακτική προσέγγιση /πρόβλεψη για αποφυγή χρήσης αναίτιας βίας από τα όργανα της ΕΣΑ. Εκεί μπορούν να ενταχθούν τα βασανιστήρια, όχι ως αναίτια βία, αλλά με διάταξη να σταματά υποτίθεται η όρεξη των ροπαλοφόρων και των αφεντικών τους. Γράφει ο συντάκτης στο άρθρο 5 του προτεινομένου σχεδίου: «…τα στρατονομικά όργανα μπορούν να κάνουν χρήση της αστυνομικής ράβδου (κλομπ), μόνον όταν βρίσκονται σε νόμιμη άμυνα, και η χρήση τους είναι δικαιολογημένη και απόλυτα αναγκαία. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να αποφεύγονται τα κτυπήματα σε ευαίσθητα μέρη του σώματος, όπως στο κεφάλι και στα γεννητικά όργανα…». Η πρόταση αυτή της ανώτατης ηγεσίας των ΕΔ δεν έγινε δεκτή, και δεν προχώρησε προφανώς από τον ΥΕΘΑ, που είναι ο άμεσος προϊστάμενός τους. Προτίμησε την ισχύουσα νομοθεσία από το 1951. Πρόκειται για τον Νόμο 1746/1951 «περί Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας». Το όνομα όπως είπαμε άλλαξε το 1975 και έγινε Στρατονομία. Τίποτε άλλο.
Διατρέχοντας το νόμο διαπιστώνουμε πως πρόκειται για κείμενο που αφορά μόνον τις ΕΔ. Ως προορισμό της ΕΣΑ προβλέπει την «…εκτός των στρατοπέδων, τάξιν, ασφάλειαν, πειθαρχίαν, και άψογον παράστασιν του στρατεύματος…». Για τους αξιωματικούς το όριο χρόνου υπηρεσίας στην αστυνομία αυτή είναι δύο χρόνια το λιγότερο, ενώ για τους υπαξιωματικούς τρία χρόνια. Οι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί πρέπει να επιλέγονται και να «…διακρίνονται διά το ήθος και τον χαρακτήρα των, να είναι ακριβοδίκαιοι, ταχείας αντιλήψεως, δραστήριοι, επιβλητικοί την εμφάνισιν, ευγενείς εις τους τρόπους, αλλά και άτεγκτοι συνάμα, οσάκις αναπότρεπτοι ανάγκαι το επιβάλλουν…». Η ΕΣΑ δεν έγινε γνωστή για τους ευγενείς και δίκαιους που υπηρετούσαν εκεί στη δικτατορία. Οπωσδήποτε υπήρχαν και τέτοιοι. Εξ άλλου ο μηχανισμός του Ιωαννίδη επέλεγε άριστους νέους αξιωματικούς για την υπηρεσία αυτή, όπως δηλώνουν στις συνεντεύξεις τους επαΐοντες στρατιωτικοί.
Παρόμοια κριτήρια ίσχυαν και για τους υπαξιωματικούς, που προορίζονται για την ΕΣΑ. Ο νόμος προβλέπει τα ίδια, συν την προϋπόθεση να έχουν απολυτήριο Δ΄ τάξης δημοτικού τουλάχιστον. Αναφερόμαστε στο 1951 και τα πράγματα έκτοτε έχουν βελτιωθεί σ’ αυτό το σημείο. Όσο για τους στρατευσίμους «…δέον να ώσιν αρίστης σωματικής διαπλάσεως και εμφανίσεως, υψηλού αναστήματος (1,75 και άνω) μεγάλης σωματικής αντοχής (γιατί άραγε;), οξείας αντιλήψεως, ικανής νοημοσύνης, ενεργητικότητος και παρατηρητικότητος, προικισμένοι δι’ επιμονής και υπομονής,, περιεργείας, ευσυνειδησίας και πρωτοβουλίας…υψηλόν δείκτην μορφώσεως…».
Όλες αυτές οι προβλέψεις και προϋποθέσεις πήγαν περίπατο τουλάχιστον για τους στρατευσίμους, αλλά και για τους περισσότερους των στελεχών. Να θυμόμαστε, πως η ΕΣΑ έγινε γνωστή με τους βασανιστές της μικρών και μεγάλων βαθμών και όχι για τους υπόλοιπους που δεν βασάνιζαν. Ούτε ευσταλείς ήταν όλοι ούτε έκπαγλου καλλονής και ικανής νοημοσύνης. Δεν ήταν αυτά τα προσόντα, που ήθελαν από τους συγκεκριμένους νέους. Τους ήθελαν για εργαλεία και όχι να σκέφτονται περισσότερο απ’ όσο χρειαζόταν.
Ο διοικητικός μηχανισμός της ΕΣΑ ξεκινούσε από Διευθύνσεις στο ΓΕΣ, στη Στρατιά, στα Σώματα Στρατού και στις μεγάλες μονάδες εξομοιωμένες με Σώμα Στρατού.
Περιλάμβανε επίσης ένα κέντρο εκπαίδευσης το ΚΕΣΑ και ένα ειδικό ανακριτικό τμήμα το ΕΑΤ/ΕΣΑ (που αναδείχθηκε ως το κέντρο της πραγματικής εξουσίας στην Ελλάδα την επταετία 1967-74). Οι δυνάμεις κρούσης της ΕΣΑ απλώνονται από εδώ και κάτω με τους λόχους, που προβλέπονται στη Στρατιά, τα Σώματα Στρατού και τις μεγάλες μονάδες, στις μεραρχίες και «Λόχους Γραμμών Συγκοινωνιών». Τέλος προβλέπονται και ανεξάρτητες ομάδες, προφανώς για μικρότερες μονάδες.
Ανάλογα με το επίπεδο της οργάνωσης οι αρμοδιότητες ποικίλλουν κλιμακούμενες από τα επιτελικά επίπεδα που λειτουργούν ως σύμβουλοι της ηγεσίας, ως υπεύθυνοι για τον έλεγχο, παρακολούθηση, επιθεωρήσεις, έκδοση οδηγιών, μεταθέσεις, αποσπάσεις, μελέτες, εισηγήσεις λύσεων, πιστώσεις, εφοδιασμούς … Αυτά για τις Διευθύνσεις του ΓΕΣ και των μεγάλων μονάδων, όπου επίσης προβλέπονται και αρμοδιότητες για ζητήματα κυκλοφορίας οχημάτων, για αιχμαλώτους πολέμου και «…ιδιώται κρατούμενοι…καταγραφή, περιορισμό, φροντίς, μεταχείρησις, πειθαρχία, εξασφάλισις, χρησιμοποίησις, εκπαίδευσις και επαναπατρισμός ιδιωτών…».3
Η πρόβλεψη του Νόμου για αρμοδιότητες εκτός στρατοπέδων που αφορούν μόνον τους στρατιωτικούς επεκτείνεται και σε ιδιώτες «…οίτινες κρατούνται υπό του Στρατού και ευρίσκονται υπό την δικαιοδοσίαν τούτου…» ενώ καλύπτει και τον έλεγχο ταυτοτήτων και κυκλοφορίας προσωπικού, που αφορά όμως «…και τον πληθυσμόν…εις τας υπό στρατιωτικόν έλεγχον περιοχάς….(καταληφθείσαι, ή κατεχόμεναι, απελευθερωθείσαι… εχθρικαί, συμμαχικαί ή Εθνικού εδάφους)…σύλληψις παραβατών …στρατιωτικών ή ιδιωτών…». Υποτίθεται πως η ΕΣΑ δρα και κατά ιδιωτών παντού στις πολεμικές επιχειρήσεις, όπου είναι αρμόδιες οι ΕΔ, και επί εθνικού εδάφους. Το τι έκανε δε χρειάζεται να αναλυθεί εδώ.
Αυτός ο Στρατιωτικός Κανονισμός 600-1 του 1968 είναι αντίγραφο του Ν 1746/51 και ποτέ δεν εφαρμόσθηκε επί εχθρών στρατιωτικών και ιδιωτών. Στις αρμοδιότητες του τμήματος που ευθύνεται για τις χειρότερες βαρβαρότητες της δικτατορίας, δηλαδή του ειδικού ανακριτικού τμήματος ΕΑΤ/ΕΣΑ, περιλαμβάνεται η αποστολή με γενικόλογο καθορισμό την ΄΄ασφάλεια του στρατεύματος΄΄. «…Το ΕΑΤ/ΕΣΑ είναι μονάς Σ. Α. { Στρατιωτικής Αστυνομίας} υπαγομένη απ’ ευθείας εις την Δ/νσιν Σ.Α./ΓΕΣ { εκεί ήταν ο Ιωαννίδης διευθυντής, εξ ου η παντοδυναμία του με τέτοιο μηχανισμό βασανιστών} …έχει ως αποστολήν: την ανίχνευσιν, διερεύνησιν και δίωξιν παντός πειθαρχικού ή ποινικού αδικήματος ή εγκλήματος. Η περιοχή τούτου εκτείνεται εφ’ ολοκλήρου της Επικρατείας…». Επομένως με τον στρατιωτικό Νόμο (όχι πως τους ήταν οπωσδήποτε απαραίτητος επί δικτατορίας, αλλά η εφαρμογή του διευκόλυνε και λειτουργούσε και ψυχολογικά) το ΕΑΤ/ΕΣΑ μπορούσε «… να ενεργεί…συλλήψεις… προανακρίσεις… κατ’ οίκον έρευνα…κατασχέσεις…».
Το προσωπικό της ΕΣΑ έχει προνόμια, που δεν έχουν οι του υπολοίπου στρατεύματος. Δεν ανατίθεται σ’ αυτούς υπηρεσίες άσχετες προς την αποστολή της, και αντίστοιχα οι στρατονόμοι εκτελούν τα στρατονομικά και μόνον καθήκοντα, μη χρησιμοποιούμενοι ως γραφείς, αγγελιαφόροι, φρουροί στρατηγείου και σκοποί διοικητηρίων. Το τελευταίο είναι αρκετό να ζηλεύουν όλοι οι στρατεύσιμοι την υπηρεσία αυτή, εάν δεν ξέρουν για τα υπόλοιπα.
Τα προνόμια δεν είναι μόνο για να μην είναι αποκρουστική η υπηρεσία στην ΕΣΑ, αλλά και για πρακτικούς λόγους. Ειδικά το ΕΑΤ/ΕΣΑ σε τίποτα δε θύμιζε στρατιωτική υπηρεσία από εμφάνιση, καθαριότητα, τάξη, για να αναφερθούν μόνον οι ανώδυνες πλευρές ΄΄πρόσοψης΄΄ της μονάδας. Πώς ήταν δυνατόν να ανακρίνουν, να βασανίζουν, να έχουν εμφάνιση απαράδεκτη, εάν στρατωνίζονταν με άλλες υπηρεσίες. Η εξουσία πήγαζε από τη βρωμιά, την ανηθικότητα, το σαδισμό, τα βίτσια ψυχικά άρρωστων και ανώμαλων στελεχών και στρατονόμων. Το φως της ΄΄επαναστάσεως που καταύγαζε τα Εθνικά Ιδεώδη και τα διέσωσαν αι Ένοπλοι Δυνάμεις του Έθνους΄΄ το συντηρούσαν άνθρωποι σαν τον Χατζηζήση, το Σπανό, και τους υπόλοιπους που κατέληξαν στην υποστάθμη των στελεχών του στρατού.
Ήταν αξιωματικοί που χτυπούσαν κρυφά από πίσω και βασάνιζαν συναδέλφους τους, φροντίζοντας έτσι να μην τους βλέπουν οι ίδιοι, ειδικά όταν γνωρίζονταν από το στρατό. Χτυπούσαν πολεμιστές της περιόδου 1940-49 ανεξάρτητα ιδεολογικής τοποθέτησης, γιατί έτσι αισθάνονταν δυνατοί. Όλους αυτούς φρόντισαν οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις, να διασώσουν και να πέσουν στα μαλακά. Και ο λόγος ήδη αναφέρθηκε. Το ΄΄σύστημα΄΄ χρειαζόταν τη συντήρηση των ΕΔ και των ΣΑ αλώβητων και απρόσβλητων. Ακόμα και των στρεβλωτικών τους αποφύσεων όπως η Ειδική Ασφάλεια και το ΕΑΤ/ ΕΣΑ.
Χρειάζονταν φαίνεται και οι μηχανισμοί ανάδυσης διαδικασιών, δυνατοτήτων και ομάδων εκτροπών και συνωμοσίας, όπως από το 1940 μέχρι το 1973, που ήταν η τελευταία του Ιωαννίδη. Ακριβώς γιατί ΄΄το σύστημα΄΄ δεν ήθελε να θίξει τα ΄΄παιδιά΄΄ που έπρεπε να προστατέψει, γιατί τα χρειαζόταν. Το παράκαναν βέβαια με τη βία και τα βασανιστήρια αλλά ΄΄εμείς για σένα δουλεύουμε ρε μαλακισμένο» είπε ο υπεύθυνος της ασφάλειας, χαστουκίζοντας έναν δεκαεξάχρονο, που έγραφε συνθήματα κατά της χούντας. Συνέβη στο Μαρκόπουλο Αττικής την παραμονή επίσκεψης εκεί του Παττακού και τον συνέλαβαν διαπιστώνοντας αμέσως πως δεν ήταν ο οποιοσδήποτε. Γι΄ αυτό και εξανέστη ο αξιωματικός της ασφάλειας μόλις πληροφορήθηκε πως είναι Αμερικανός υπήκοος και εγγονός εφοπλιστή.
Ο Κανονισμός για την ΕΣΑ επεκτείνεται σε λεπτομέρειες για όλες τις αρμοδιότητες, που εάν εφαρμόζονταν, η υπηρεσία αυτή θα πρόσφερε υποτίθεται θετικά. Υπάρχει και ειδική πρόβλεψη για τη χρήση βίας (αρθρ.49). Προτρέπει να αποκτήσουν τα όργανα της ΕΣΑ «…ικανότητα χρησιμοποιήσεως…λαβών και κτυπημάτων (ζίου- ζίτσου)…διά την καταβολήν και σύλληψιν των αποδρώντων παραβατών…με την ράβδον…τα κτυπήματα εις τον ώμον, εις τας χείρας, εις τους πόδας και εις το στομάχι καταβάλλουν εν άτομον άνευ προξενήσεως μεγάλων σωματικών βλαβών…να αποφεύγονται τα κτυπήματα εις την κεφαλήν… ». Οι άνθρωποι που συνέταξαν τον κανονισμό, δε γράφουν πως απαγορεύονται τα κτυπήματα στο κεφάλι και οπουδήποτε. Γράφουν ΄΄να αποφεύγονται΄΄. Στην πραγματικότητα αυτό που έγινε στην επταετία 1967-74, ήταν η αντιστροφή σε όλο το φάσμα των προβλεπομένων και η εκμετάλλευση των δυνατοτήτων του Νόμου με υπέρβαση κάθε ορίου.
Έκαναν ότι ήθελαν. Και εναντίον των πολιτών και εναντίον των στρατιωτικών. Το ίδιο και εναντίον εκείνων, που επέλεγαν να υπηρετήσουν στην ΕΣΑ και εκπαιδεύονταν στο ΚΕΣΑ. Η εκπαίδευσή τους ήταν σκληρή. Οι μόνοι αλώβητοι και απλησίαστοι από την στρατιωτική αστυνομία, ήταν τα άτομα που υπηρετούσαν σ’ αυτήν εφ’ όσον περνούσαν την εκπαίδευση με επιτυχία.
Όσο για το ναυτικό, η αντίστοιχη υπηρεσία, η ΕΝΑ (Ελληνική Ναυτική Αστυνομία) ή ΄΄Ναυτονομία ΄΄ της μεταπολίτευσης, επέδειξε κάποια δραστηριότητα στη δικτατορία, αλλά δεν υπάρχει σύγκριση με της ΕΣΑ. Εν τούτοις στις Ναυτικές Φυλακές ΄΄ΑΡΗΣ΄΄ περιγράφτηκαν περιπτώσεις βασανιστηρίων4 αλλά όχι εκ συστήματος, ούτε κατευθυνόμενων κεντρικά και με στόχο πολιτικούς κρατούμενους.
Στο πολεμικό ναυτικό, τις προϋποθέσεις και την επιλογή των ΄΄κατάλληλων΄΄ για ναυτονόμους /δεσμοφύλακες των Ν/Φ ΑΡΗΣ, περιγράφει το 1972 εκείνος που φροντίζει να τους διαλέξει. Συγχρόνως έχουμε και μικρό δείγμα των μεθόδων εκπαίδευσής τους, με τρόπο που καθιερώθηκε από τον τότε διοικητή των φυλακών. Υπεύθυνος για την επιλογή των εν λόγω οργάνων ήταν ο οπλονόμος ανθυπασπιστής Κ. Δημάκης. Οι οδηγίες ήταν του διοικητή πλωτάρχη Α. Τσίγκρου, και σύμφωνα μ’ αυτές, έπρεπε να επιλέγουν από τους προπαιδευμένους στα Κέντρα Εκπαίδευσης ΚΕΠΑΛ και ΚΕΚΑΝ, ναύτες μικρής ηλικίας, εύσωμους, από απομακρυσμένα χωριά ή νησιά και αγράμματους. Οι στρατεύσιμοι αυτοί γινόντουσαν όργανα της διοίκησης των φυλακών.
Για την ΄΄Αερονομία΄΄ (ή ΄΄Ελληνική Αστυνομία Αεροπορίας΄΄ όπως λεγόταν μέχρι τη μεταπολίτευση), δεν έγινε προσπάθεια να βρεθούν στοιχεία, αφού δεν τη συναντήσαμε και πουθενά, εκτός της δίκης των αεροπόρων μεταπολεμικά.
Παρατέθηκαν τα παραπάνω για να τα θυμηθούν οι παλιότεροι και να τα πληροφορηθούν οι νεότεροι. Οι μέρες είναι πολύ δύσκολες, φαινόμενα καθημερινά όπως συμπεριφορές της «Χρυσής Αυγής» μας παραπέμπουν σε μεθόδους παρόμοιες με τις εφαρμοζόμενες από παρακρατικές στην ουσία και εκτός νόμου υπηρεσίες, ακόμα και σε διάρκεια ανώμαλου καθεστώτος όπως η δικτατορία 1967-74. Η τρομοκρατία και τότε και τώρα πέρα από τα θύματα της δεν ωφέλησε ποτέ τα όργανα που την εφάρμοσαν. Το φασισμό και το ναζισμό δεν είναι ούτε να τον παραβλέπει κανείς ούτε να στρεβλώνει τους στόχους τους.
2 Βλ. ΔΑΡΑΚΗ-ΜΑΛΛΕ Μ, Οι Εσατζήδες, Κέδρος, Αθήνα 1976 και ΧΑΡΙΤΟΥ-ΦΑΤΟΥΡΟΥ Μ, Ο Βασανιστής ως Όργανο της Κρατικής Εξουσίας, Ψυχολογικές Καταβολές, Ελληνικά Γράμματα Αθήνα 2003.
4 Βλ. Α. Κακαρά, Το Πολεμικό Ναυτικό στη Δικτατορία 1967-74, γνώση, Αθήνα 1995
Αντώνης Κακαράς
Ικαριακή Ραδιοφωνία 92,8fm – www.ikariaki.gr