Η αναπτυξιακή πολιτική έχει σε γενικές γραμμές δύο μεγάλες ενότητες: αυτή που αφορά τη κατασκευή υποδομών που διευκολύνουν την λειτουργία των επιχειρήσεων και την ζωή των κατοίκων και αυτή που έχει ως στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του παραγωγικού ιστού.
Η πρώτη, έχει ως περιεχόμενο τον προγραμματισμό και την εκτέλεση των έργων υποδομής. Στη περίπτωση αυτή συνήθως οι ανάγκες εμφανίζονται σταθερά περισσότερες από τις διαθέσιμες πιστώσεις και επομένως χρειάζεται ιεράρχηση προτεραιοτήτων. Βασικό κριτήριο είναι η κατάταξη τους με βάση χρησιμότητα τους υπολογίζοντας το κόστος τους σε σχέση με τα αναμενόμενα οφέλη (οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά) που συνήθως δεν λαμβάνεται υπόψη. Στη πράξη το κριτήριο που φαίνεται να κυριαρχεί είναι η πολιτική σκοπιμότητα, με αποτέλεσμα πολλά έργα να γίνονται και να υποχρησιμοποιούνται ή να μην αποδίδουν αναπτυξιακό αποτέλεσμα, αφού η σκοπιμότητα τους πρακτικά δεν είχε μελετηθεί.
Η δεύτερη ενότητα, που έχει ως ρόλο τη στήριξη παραγωγικών δραστηριοτήτων, είναι σαφώς δυσκολότερη αφού απαιτεί γνώση της κατάστασης του παραγωγικού ιστού και προοπτικών που υπάρχουν σε περιφερειακό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που θα παραχθούν. Συνήθως οι (ελληνικές) περιφερειακές αρχές περιορίζονται στο να μεταφέρουν αιτήματα των παραγωγικών κλάδων όπως για παράδειγμα μικρότερη έμμεση και άμεση φορολογία, λιγότερα εργοδοτικά βάρη, περισσότερες επιδοτήσεις, ενώ συχνά περιορίζονται σε ενέργειες προβολής (πχ. συμμετοχή σε εκθέσεις τουρισμού και τροφίμων-ποτών) με μηδαμινό ή κανένα αποτέλεσμα αφού το πρόβλημα εντοπίζεται στην «δυσκολία» παραγωγής ανταγωνιστικών των προϊόντων και υπηρεσιών.Εκτός συζήτησης παραμένουν και τα θέματα κατάρτισης ανθρώπινου δυναμικού, εργοδοτών, εργαζομένων και ανέργων, εκτός αν πρόκειται για μοίρασμα επιδοτήσεων μέσω προγραμμάτων.
Δεν είναι τυχαίο ότι κατά τη διαβούλευση που έγινε για τον νέο αναπτυξιακό νόμο δεν υπήρξε ούτε συζήτηση στο Περιφερειακό Συμβούλιο ούτε καν δημόσια συζήτηση για το θέμα στη περιφέρεια. Άλλωστε ποτέ μέχρι σήμερα δεν έγινε συζήτηση για την αναπτυξιακή προοπτική της Περιφέρειας και πως θα επιτευχθεί.Πόσο μάλλον να υπάρξει προσπάθεια υποστήριξης των τοπικών επιχειρήσεων να λύσουν προβλήματα που τις απασχολούν.
Είναι γνωστό σε όλους ότι οι επιχειρήσεις των νησιών είναι όχι απλά μικρομεσαίες αλλά πολύ μικρές ή συχνότερα ατομικές. Οι επιχειρήσεις αυτές έχουν πλήρη αδυναμία να παρακολουθήσουν τα όσα συμβαίνουν στον περίγυρο τους και να διατηρήσουν ή να αποκτήσουν ανταγωνιστικότητα ώστε να μπορέσουν να εξάγουν ή έστω να παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες που θα καλύπτουν τις ανάγκες της αγοράς «εμποδίζοντας» με αυτόν τον τρόπο τη διείσδυση επιχειρήσεων ή προϊόντων από άλλες περιοχές και χώρες. Διείσδυση που έχει πολλαπλά αρνητικά αποτελέσματα στην αξιοποίηση τοπικών πρώτων υλών, στην απασχόληση, στα εισοδήματα.
Η στήριξη των επιχειρήσεων μπορεί να αφορά ένα οποιοδήποτε σημείο της παραγωγικής διαδικασίας και της διακίνησης των τελικών προϊόντων/υπηρεσιών μέσα από τη παροχή εξειδικευμένων γνώσεων, καινοτομίας, κατάρτισης στις λειτουργούσες μονάδες αλλά και στη στήριξη στις νέες για το ξεκίνημα τους, όταν έχουν να αντιμετωπίσουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες. Δομές που λειτούργησαν με αυτό το στόχο τα προηγούμενα χρόνια στα πλαίσια των Επιμελητηρίων, της Νομαρχίας ή της Περιφέρειας, έκλεισαν όταν σταμάτησε η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση αφού δεν κρίθηκαν ως δράσεις προτεραιότητας για να χρηματοδοτηθούν από τοπικούς πόρους ή υπολειτουργούν (πχ. Αγροδιατροφική Σύμπραξη).
Όμως οι δυνατότητες είναι πολλές αν θέλουμε να βγούμε από τα αδιέξοδα που συσσωρεύονται γύρω μας. Θα αναφερθώ σε τρεις περιπτώσεις που αφορούν την Περιφέρεια της Κορσικής για να γίνει κατανοητή η δυνατότητα αναπτυξιακών παρεμβάσεων, αλλά και η ανάγκη ανατροπής της «εργολαγνείας» που κυριαρχεί στη χώρα μας που έχει ταυτιστεί με την ανάπτυξη.
Η πρώτη αφορά την απόφαση της Περιφέρειας να συνεργαστεί με τις τοπικές ενώσεις των εργολάβων δημοσίων έργων ώστε να μπορέσει να εφαρμοστεί η «περιφερειακή προτίμηση» στις εργολαβίες δημοσίων έργων εφαρμόζοντας πλήρως τους κανόνες του κώδικα δημόσιων έργων και προμηθειών, αξιοποιώντας παράλληλα την εμπειρία άλλων περιφερειών που κινήθηκαν ήδη προς αυτή την κατεύθυνση. Στο πλαίσιο αυτό οι τοπικές επιχειρήσεις θα κληθούν να ενωθούν για να γίνουν ισχυρότερες και να μπορέσουν να ανταποκριθούν σε σχετικές προκηρύξεις και όχι να λειτουργούν ως υπεργολάβοι με των μεγάλων κατασκευαστικών εταιρειών της ηπειρωτικής Γαλλίας. Οι ενώσεις αυτές που θα ονομάζονται «Δράσεις Μικρών Επιχειρήσεων» θα παύουν να υφίστανται μόλις ολοκληρώνονται οι σχετικές εργασίες.
Στο πλαίσιο αυτό αιρετοί και επιχειρήσεις επεξεργάστηκαν και συνυπέγραψαν τη «Χάρτα δημόσιων παραγγελιών στον τομέα των δημόσιων έργων» για να διεκδικήσουν μεγάλα έργα που μέχρι τώρα τους «ξέφευγαν». Αυτή η Χάρτα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων προϋποθέσεων για την επιλογή των αναδόχων την εκπαίδευση εργοδοτών, εργαζομένων αλλά και νέων για να μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των έργων, καθώς και θέματα που έχουν να κάνουν με την περιβαλλοντική επιβάρυνση (φόρος διοξειδίου του άνθρακα) που θα πρέπει να καλύπτουν οι επιχειρήσεις, αφού η απλή επίκληση της εντοπιότητας δεν είναι σύννομη. Κατά συνέπεια η συμφωνία αυτή θα οδηγήσει σε πολλαπλά οφέλη για την περιφέρεια, τις επιχειρήσεις της και το ανθρώπινο δυναμικό.
Η δεύτερη αφορά τη δημιουργία «θερμοκηπίου» επιχειρήσεων σε συνεργασία με τους δήμους. Αποτελεί τη λειτουργία δομής που, με βάση ένα συμβόλαιο συνεργασίας, προσφέρει σε νέες επιχειρήσεις έναν οργανωμένο χώρο εργασίας σε πολύ ικανοποιητική τιμή παρέχοντας τους ταυτόχρονα τα εργαλεία για να αναπτυχθούν όπως είναι πρόσβαση σε υπηρεσίες και σε φορείς που μπορούν να τις βοηθήσουν στα πρώτα τους βήματα όπως είναι εργαλεία χρηματοδότησης, πρόσβαση στη καινοτομία, συμβουλές για προσλήψεις και διαχείριση προσωπικού κλπ.
Η τρίτη αφορά τη παρέμβαση της Περιφέρειας στην αγορά γης με στόχο την υλοποίηση του Περιφερειακού Αναπτυξιακού Σχεδίου αλλά και γενικότερα τη καλύτερη διαχείριση της γης και των χρήσεων της για την εκπλήρωση του ευρύτερου στόχου της βιώσιμης ανάπτυξης. Αυτό γίνεται αξιοποιώντας τους πόρους που συγκεντρώνονται από τον φόρο υποδομών που εισπράττει η Περιφέρεια και άλλους πόρους από τη πλευρά του κράτους, ενώ η διάθεση της γης σε τελικούς χρήστες γίνεται με το σχετικό αντίτιμο που επιτρέπει τη συνέχιση της δράσης. Έτσι η Περιφέρεια έχει τον ρυθμιστικό ρόλο του κράτους που παλαιότερα έπαιζε η κεντρική διοίκηση αλλά και τα εργαλεία υλοποίησης του σχεδιασμού. Η λογική της λειτουργίας αυτής που γίνεται σε συνεργασία πολλών δομών της Περιφέρειας και των Δήμων, είναι ότι η οικιστική ανάπτυξη δεν μπορεί να γίνεται τυχαία και χωρίς υποδομές, ενώ πρέπει να καλυφθούν και οι ανάγκες για κοινωνική στέγη.
Τα παραπάνω παραδείγματα αποτελούν τμήμα μιας διαφορετικής προσέγγισης της αντίληψης του αναπτυξιακού ρόλου της Περιφέρειας που βασίζεται στην αξιοποίηση του εργαλείου που ονομάζεται Αναπτυξιακή Εταιρεία. Το ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΖΩΗΣ με το ΑΙΓΑΙΟ υποστηρίζει την αναγκαιότητα λειτουργίας αναπτυξιακών δομών παράλληλα με τη διοίκηση για το σκοπό αυτό και βέβαια όχι για πελατειακούς λόγους όπως συνήθως συμβαίνει. Και βέβαια δίνει ιδέες για την επικείμενη αναθεώρηση του Καλλικράτη σε ότι αφορά στη μεταφορά περισσότερων αναπτυξιακών αρμοδιοτήτων όπως αυτή που αφορά τις χρήσεις γης (που δίνει την δυνατότητα στην αυτοδιοίκηση να κάνει τις ρυθμίσεις ανάλογα με το αναπτυξιακό της σχέδιο) και βρίσκεται τώρα σε διαβούλευση.
Γ.Σπιλάνης
Αν. Καθηγητής
ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΖΩΗΣ με το ΑΙΓΑΙΟ