Τις τελευταίες εβδομάδες έχουν κορυφωθεί οι αντιδράσεις εναντίον της εγκατάστασης μεγάλων αιολικών πάρκων σε περιοχές της Ελλάδας.
Η πιο πρόσφατη από αυτές καταγράφεται στηνΚρήτη όπου περιβαλλοντικοί φορείς και κάτοικοι έχουν ξεσηκωθεί ενάντια στην εγκατάσταση ενός μεγάλου υβριδικού αιολικού-υδροηλεκτρικού σταθμού με αντλησιοταμίευση από θυγατρική του γαλλικού ενεργειακού κολοσσού EDF.
—Το έργο
Το υδροηλεκτρικό σύστημα μεαντλησιοταμίευση έχει χωροθετηθεί στα όρια των νομών Λασιθίου και Ηρακλείου και περιλαμβάνει δύο ταμιευτήρες (λιμνοδεξαμενές) χωρητικότητας 1,2 εκατ. κυβικών μέτρων η κάθε μία, τέσσερις υδροστροβίλους παραγωγής ρεύματος, συνολικής ισχύος 100 μεγαβάτ καθώς και οκτώ αντλίες που θα μεταφέρουν το νερό στον άνω ταμιευτήρα. Οι δύο δεξαμενές θα συνδέονται με αγωγό διαμέτρου 2,4 μ. και μήκους 2,7 χλμ.
Τα αιολικά πάρκα χωροθετούνται στις θέσεις Σπίνα των Δήμων Πλατανιά και Κανδάνου – Σελίνου Χανίων (34 ανεμογεννήτριες ισχύος 850 κιλοβάτ η κάθε μία), Πλακάκια του Δήμου Πλατανιά (14 ανεμογεννήτριες ισχύος 850 κιλοβάτ η κάθε μία), Λαμπινή του Δήμου Αγ. Βασιλείου Ρεθύμνου (11 ανεμογεννήτριες ισχύος 850 κιλοβάτ η κάθε μία) και Καλή Συκιά στον ίδιο Δήμο (47 ανεμογεννήτριες ισχύος 850 κιλοβάτ η κάθε μία).
Η απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων προβλέπει ότι οι υδροληψίες για την πλήρωση της κάτω δεξαμενής θα γίνουν από υφιστάμενες γεωτρήσεις καθώς και από τις εκροές της εγκατάστασης επεξεργασίας λυμάτων των Μαλίων, μόνο κατά τη χειμερινή περίοδο (Νοέμβριο έως Απρίλιο).
—Πού εστιάζονται οι αντιδράσεις
Όπως επισημαίνει η Οικολογική Κίνηση Μιραμβέλλου, το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο με αντλησιοταμίευση σχεδιάζεται να κατασκευαστεί μέσα στο Αζιλακόδασος, ένα από τα σπάνια Μεσογειακά δάση αριάς και το μοναδικό στην Κρήτη.
Ένα ακόμα επιχείρημα εναντίον του υδροηλεκτρικού σταθμού αφορά στα συνοδά έργα και συγκεκριμένα στο ότι θα γίνουν διανοίξεις μεγάλων δρόμων στο βουνό και θα τοποθετηθούν χιλιόμετρα υπερυψωμένων σωλήνων διαμέτρου 2,5 μέτρων που θα είναι ορατοί από τις αρχαιότητες των Μαλίων.
Επίσης, η περιβαλλοντική οργάνωση υποστηρίζει ότι οι συνολικά 106 ανεμογεννήτριες, σε Ρέθυμνο και Χανιά βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από οικισμούς και κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, οι πιο πολλές πάνω σε περιοχές με ιδιαίτερο φυσικό κάλλος, με συνέπεια να υποβαθμιστούν οι γεωργικές και τουριστικές δραστηριότητες της περιοχής χωρίς καν το αντιστάθμισμα της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας (το σύστημα μπορεί να λειτουργήσει από έναν υπολογιστή).
Αντίστοιχες ενστάσεις κατά της εγκατάστασης ανεμογεννητριών εκφράζονται και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας όπως η Λακωνία.
—Τα νερά
Πέρα από τις συνήθεις αντιδράσεις στα σχέδια εγκατάστασης ανεμογεννητριών (αλλοίωση φυσικού τοπίου, παρενόχληση της βιοποικιλότητας από τη λειτουργία των ανεμογεννητριών και τη διάνοιξη δρόμων, τις επιπτώσεις από τα συνοδά έργα κλπ) στην Κρήτη υποστηρίζουν ότι το συγκεκριμένο σχέδιο εποφθαλμιά και τα υπόγεια νερά του νησιού, αφού σαφώς αναφέρεται πως θα χρησιμοποιηθούν (μαζί με τα νερά από εγκαταστάσεις βιολογικών καθαρισμών) για να γεμίζουν οι δύο τεράστιες λιμνοδεξαμενές.
Μάλιστα, υποστηρίζουν ότι το έργο είναι τέτοιου μεγέθους που θα καταστρέψει το περιβάλλον της περιοχής, αφού θα αντλήσει τεράστιες ποσότητες υπόγειων υδάτων από μια ξηροθερμική περιοχή(εκεί που ένας αγρότης σήμερα απαγορεύεται να κάνει καινούρια γεώτρηση)
Ήδη με δημόσια ανακοίνωσή του το Παγκρήτιο Δίκτυο κατά των Βιομηχανικών ΑΠΕ έχει απευθύνει ερωτήματα προς όλες τις αρχές για το μείζον αυτό θέμα τονίζοντας πως δεν προβλέπεται από κανέναν σχεδιασμό ή χρήση των νερών του νησιού για την παραγωγή ενέργειας (την ώρα μάλιστα που τα νερά της Κρήτης δεν επαρκούν για τις ανάγκες ύδρευσης και άρδευσης).
Σύμφωνα με τους αντιδρώντες, “στο σχέδιο που έχει καταθέσει η γαλλική εταιρία EDF προβλέπεται πως η εταιρία θα εξασφαλίζει τις πηγές ύδρευσης και άρδευσης για την τοπική κοινωνία σε περίπτωση έλλειψης αποθεμάτων στο μέλλον, με άλλα λόγια το αν θα υπάρχει στην περιοχή του Βραχασίου, του Κρασίου και των Μαλλίων επαρκές νερό για τους πολίτες και τις καλλιέργειες θα εξαρτάται από τις ορέξεις της συγκεκριμένης εταιρείας”.
—Η στάση της τοπικής κοινωνίας και αυτοδιοίκησης
Στους νομούς Ρεθύμνου, Χανίων και Λασιθίου, που θίγονται περισσότερο από τη συγκεκριμένη παρέμβαση σύλλογοι και πολίτες απευθύνονται σε συμβολαιογράφους υπογράφοντας την προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ενώ και στο Ηράκλειο αρκετοί είναι οι επαγγελματικοί και περιβαλλοντικοί σύλλογοι που έχουν ήδη εκφράσει την πρόθεσή τους να συνυπογράψουν την προσφυγή.
Σημειώνεται ότι η τοπική κοινότητα Βραχασίου, μία από τις περιοχές που επηρεάζεται άμεσα από το έργο, ψήφισε κατά της επένδυσης συμφωνώντας με την προσφυγή στο ΣτΕ που συνυπόγραψαν φορείς και συλλόγοι του Δήμου Αγίου Νικολάου.
Αντιθέτως, στο δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Αγίου Νικολάου της Δευτέρας 10 Νοεμβρίου, ο δήμαρχος τάχθηκε υπέρ της επένδυσης βρίσκοντας υποστήριξη και από τους δημοτικούς συμβούλους της παράταξής του.
—Η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων
Όσον αφορά στη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που πήρε το “πράσινο” φως από το ΥΠΕΚΑ, η περιβαλλοντική οργάνωση παραπέμπει στη γνωστή επιστολή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς το υπουργείο Εξωτερικών σχετικά με τη χωροθέτηση των αιολικών πάρκων στην Κρήτη και την Εύβοια, η οποία κάνει λόγο για ελλιπείς διαδικασίες αδειοδότησης που δεν λαμβάνουν υπόψη τις αθροιστικές επιπτώσεις της λειτουργίας αιολικών πάρκων σε περιοχές του δικτύου Natura 2000.
Ειδικότερα για την Κρήτη επισημαίνεται ότι στα 51 ήδη υπάρχοντα και προβλεπόμενα αιολικά πάρκα στο νησί υπάρχουν και αναμένεται να τεθούν σε λειτουργία 579 ανεμογεννήτριες συνολικά, εκ των οποίων οι 505 εντός περιοχών Natura 2000.
Αξίζει βέβαια να σημειώσουμε ότι η περιβαλλοντική νομοθεσία δεν απαγορεύει τη χωροθέτηση αιολικών πάρκων σε περιοχές του δικτύου Natura 2000 και ότι η επιστολή της Κομισιόν επικεντρώνεται στην έλλειψη περιβαλλοντικής μελέτης των αθροιστικών επιπτώσεων των αιολικών πάρκων.
—Ο κώνωψ και η κάμηλος
Σχολιάζοντας στο econews τις αντιδράσεις που καταγράφονται πανελλαδικά κατά της εγκατάστασης αιολικών πάρκων, ο πρόεδρος της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ), κ. Γιάννης Τσιπουρίδης επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι “αν συνεχίσουμε να διυλίζουμε τον κώνωπα της αιολικής ενέργειας και να καταπίνουμε την κάμηλο των ορυκτών καυσίμων αμάσητη, θα πρέπει να προετοιμαστούμε για τις χειρότερες κλιματικές συνέπειες”.
Σύμφωνα με τον κ. Τσιπουρίδη, “το σημερινό επίπεδο διαβίωσης μας και η όποια ανάπτυξη έχουμε ή θέλουμε να έχουμε, απαιτεί ενέργεια”.
“Ακόμη και αν μειώσουμε την σπατάλη ενέργειας με εξοικονόμηση ενέργειας και βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, πάλι χρειαζόμαστε παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων ενέργειας για τις βιομηχανικές, εμπορικές, κοινωνικές και οικιακές μας ανάγκες” επισημαίνει και προσθέτει ότι “όλες οι δραστηριότητες μας έχουν επέμβαση στο περιβάλλον με τις ΑΠΕ να έχουν αναμφισβήτητα τη μικρότερη δυνατή”.
Σε αντίθεση με τα ορυκτά καύσιμα ένα έργο αιολικής ενέργειας χαρακτηρίζεται από αποκλειστικά τοπική γεωγραφική διάσταση -δεν έχει καμία επίπτωση πουθενά αλλού- από περιορισμένη χρονική διάρκεια επέμβασης -διαρκεί όσο και η κατασκευή του έργου- και υπογραμμίζει ότι ενώ οι αιτιάσεις για περιβαλλοντικές επιπτώσεις των έργων Αιολικής Ενέργειας και ΑΠΕ γενικότερα, συνήθως βρίσκονται στη σφαίρα της φαντασίας (π.χ. φρενάρουν τις βροχοπτώσεις), οι επιπτώσεις της καύσης ορυκτών καυσίμων είναι όλες πραγματικές και πολλαπλάσιες, όπως για παράδειγμα η παραγωγή και διασπορά στερεών, υγρών και αέριων ρύπων.
Όσον αφορά στις αιτιάσεις περί ελλιπούς περιβαλλοντικής αδειοδότησης -που εν πολλοίς βασίζονται στη σχετική επιστολή της Κομισιόν- ο κ. Τσιπουρίδης υποστηρίζει ότι “τα έργα αιολικής ενέργειας εφαρμόζουν την πιο αυστηρή περιβαλλοντική και αδειοδοτική νομοθεσία που υπάρχει και αυτό ισχύει σε λίγες άλλες δραστηριότητες”.
Ενδεικτικά, λέει ο πρόεδρος της ΕΛΕΤΑΕΝ “αν ήταν να καλυφθούν όλες οι σημερινές ενεργειακές ανάγκες της χώρας από ανεμογεννήτριες, θα χρησιμοποιούσαμε περίπου 25.000 στρέμματα δηλαδή το 0,02% της έκτασης της Ελλάδος. Για σύγκριση η ανάπτυξη της χώρας που πραγματοποιήθηκε ως τώρα με βάση τον λιγνίτη, χρησιμοποίησε και θα χρησιμοποιηθεί ακόμη, συνολική έκταση περίπου 230.000 στρεμμάτων στα λεκανοπέδια Πτολεμαΐδας Κοζάνης και Μεγαλόπολης”.
“Το μόνο που πραγματικά μένει για συζήτηση είναι το, εξ ορισμού υποκειμενικό, αισθητικό στοιχείο” καταλήγει.
Ο κ. Τσιπουρίδης τονίζει ότι “η ενεργειακή επιλογή μας θα καθορίσει το μέλλον μας και αυτό είναι κάτι που πρέπει να μεταδώσουμε στις τοπικές κοινωνίες” και ότι η κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της κοινωνίας με περιβαλλοντικά βιώσιμο τρόπο δεν μπορεί να γίνει ούτε από μικρές ανεμογεννήτριες ούτε από φωτοβολταϊκά σε στέγες, αλλά από “μεγάλα αιολικά πάρκα που θα εκμεταλλευτούν τον ανεξάντλητο εγχώριο ενεργειακό πόρο και θα προσφέρουν ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού και ενεργειακή ανεξαρτησία”.
Τέλος, ο πρόεδρος της ΕΛΕΤΑΕΝ θεωρεί ως αδήριτη ανάγκη τη στροφή του ενεργειακού μοντέλου μας προς τις ΑΠΕ, επισημαίνει την επαμφοτερίζουσα στάση των πολιτικών -μια υπέρ της “πράσινης” ανάπτυξης μια υπέρ των τοπικών αιτημάτων-και υποστηρίζει ότι “η πραγματική προστασία της πανίδας και της χλωρίδας της χώρας είναι η αποφυγή της κλιματικής αλλαγής και αυτό επιτυγχάνεται μόνο μέσω της μεγαλύτερης δυνατής εγκατάστασης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας”.
—Ένα μικρό συμπέρασμα
Σε κάθε περίπτωση, οι τοπικές κοινωνίες εφόσον δεν επιθυμούν τις ανεμογεννήτριες στον τόπο τους θα πρέπει να προτείνουν βιώσιμους και ρεαλιστικούς τρόπους παραγωγής καθαρής ενέργειας, καθώς το υφιστάμενο ενεργειακό μοντέλο (του λιγνίτη στην ηπειρωτική Ελλάδα και των πετρελαιογεννητριών στα νησιά) ούτε οικονομικά ούτε περιβαλλοντικά βιώσιμο είναι.
Και αν στην περίπτωση της Πελοποννήσου, όπως έχουν επισημάνει μέλη του Δικτύου Προστασίας Λακωνίας, προτεραιότητα θα έπρεπε να είναι ο εκσυγχρονισμός του απαρχαιωμένου δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ για να μπορέσει να υποδεχθεί τα επιπρόσθετα αιολικά Μεγαβάτ (σε βάθος χρόνου, σε πολύ μικρότερη κλίμακα και όχι απότομα) στην περίπτωση της νησιωτικής και μη διασυνδεδεμένης Κρήτης δεν γίνεται οι καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας όλης της χώρας (και όχι μόνο οι κάτοικοι του νησιού) να συνεχίζουν να επιβαρύνονται με δυσβάσταχτες ΥΚΩ για τις ρυπογόνες και πανάκριβες (προς όφελος συγκεκριμένων συμφερόντων) πετρελαιογεννήτριες.
Ίσως, λοιπόν, οι εύλογες ως ένα βαθμό τοπικές αντιδράσεις θα έπρεπε να συνοδευτούν από διεκδικήσεις για άμεση έναρξη των έργων διασύνδεσης της Κρήτης με το ηπειρωτικό δίκτυο, αλλά και από ρεαλιστικές προτάσεις για την παραγωγή καθαρής ενέργειας στο νησί.
Πηγή : econews