Των Αιμίλιου Κατσουλάκου, Αλέξανδρου Σταθακιού, Ευγενίας Σταθακοπούλου
Κάθε κοινωνία και βέβαια η πολιτική της εξουσία κρίνονται από το πώς τοποθετούνται απέναντι στους πιο ευάλωτους ανθρώπους. Οι εξαρτημένοι/ες, οι επιβαρυμένοι/ες ψυχικά, οι έχοντες «ειδικές ανάγκες», οι άνεργοι/ες νέοι/ες που περνούν μέσα στην απόγνωση τις δυνητικά πιο γόνιμες δεκαετίες της ζωής τους μπορούν να μας πουν καλύτερα από όλους πόσο προοδευτικές και αλληλέγγυες είναι οι εφαρμοζόμενες πολιτικές.
Οι εξαρτημένοι/ες λοιπόν θα μας έλεγαν σήμερα ότι η πολιτική που προωθεί η κυβέρνηση – υποχείριο της τρόικας είναι πλέον πολύ χειρότερη, αδιαφορώντας ακόμη και για την απορρόφηση της λίστας και την απλή χορήγηση υποκατάστασης. Η κυβέρνηση δηλαδή ουσιαστικά σχεδιάζει μια κακής ποιότητας δήθεν συντήρηση, χωρίς ψυχοκοινωνική στήριξη και πρόνοια κοινωνικής επανένταξης. Τώρα το πολιτικό πρόταγμα διατυπώνεται ως εξής: «Μη ζητάς πολλά και μην πολυκυκλοφορείς, γιατί θα βρεθείς στο στρατόπεδο συγκέντρωσης – αποθήκη ανθρώπων της Αμυγδαλέζας».
Οι εκπρόσωποι όλων των κυβερνήσεων έχουν χαρακτηρίσει τα «Κέντρα Πρόληψης των Εξαρτήσεων και προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας» ως «αιχμή του δόρατος» στα σχέδια δράσης που λένε ότι εκπονούν για την εξάπλωση της χρήσης ουσιών. Παρ' όλα αυτά, εξαιτίας του παρωχημένου ιδιότυπου θεσμικού καθεστώτος τους, απέχουν πολύ από το να είναι μόνιμες δομές, με σαφή, πάγια και κεντρική κρατική χρηματοδότηση που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους. Έτσι, πολύ συχνά βρίσκονται υπό την απειλή «λουκέτου». Τα 3 τελευταία χρόνια, με λιγότερο από το 35% της προϋπολογισμένης και κοινά συμφωνημένης, με βάση τις ανάγκες τους, χρηματοδότησης. Η κατάσταση έφτασε για ακόμα μία φορά στο απροχώρητο: γενικευμένη «στάση πληρωμών» σε αρκετά από αυτά.
Σε αυτό το κλίμα, τα συναρμόδια υπουργεία (Υγείας, Εσωτερικών) διστάζουν να ανανεώσουν την προγραμματική σύμβαση που θα εξασφάλιζε προσωρινά τη λειτουργία τους. Αν κλείσουν τα Κ.Π., θα λείψουν σε μεγάλο βαθμό, ειδικά στην περιφέρεια, οι δομές που προσφέρουν δωρεάν παροχή συμβουλευτικής και υποστήριξης στους/στις πολίτες σε θέματα που σχετίζονται με την οικογένεια, το σχολείο, τις εξαρτήσεις και γενικότερα με την ψυχοκοινωνική υγεία. Τον καιρό του Μνημονίου τα Κ.Π. θα μπορούσαν να αποτελούν δομές που στηρίζουν την κοινωνική συνοχή, όμως η επιλογή της κυβέρνησης φαίνεται να είναι η παρακμή τους.
Η υποχρηματοδότηση του ΟΚΑΝΑ είναι πρωτοφανής και φτάνει σε τέτοιο σημείο που ο Οργανισμός δεν μπορεί πλέον να αντεπεξέλθει στις άμεσες λειτουργικές του ανάγκες, με κίνδυνο να αφήσει στον δρόμο 8.500 θεραπευόμενους και 3.500 εξαρτημένους που βρίσκονται στις λίστες αναμονής. Είναι ενδεικτικό ότι το 2013 ξεκίνησε για τον ΟΚΑΝΑ με χρέος 28 εκατ. ευρώ, ενώ στον φετινό προϋπολογισμό έχουν εγγραφεί μόλις 18 εκατ. ευρώ, για τη λειτουργία του Οργανισμού φέτος και την αποπληρωμή του χρέους, ενώ την ίδια στιγμή η μισθοδοσία μόνο των εργαζομένων -μετά την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου- ανέρχεται στο ποσό των 17 εκατ. ευρώ. Επιπλέον οι εργαζόμενοι/ες, που μέσα σε αυτό το κλίμα προσπαθούμε να δουλέψουμε με αξιοπρέπεια, πρέπει να αντιμετωπίσουμε και την εκδικητικότητα της μνημονιακής κυβέρνησης που θέλει να καταργήσει αναδρομικά τη συλλογική μας σύμβαση και να μας ζητήσει πίσω χρήματα που έχουμε λάβει από το 1999 και μετά! Δηλαδή, να δουλεύουμε για χρόνια σχεδόν απλήρωτοι/ες!
Στο ΚΕΘΕΑ έχουν σταματήσει οι προσλήψεις προσωπικού, έτσι που, μετά τις συνταξιοδοτήσεις, αλλά και τον πολλαπλασιασμό των αναγκών εν μέσω κοινωνικής κρίσης, οι εργαζόμενοι/ες έχουν επωμισθεί πολλαπλάσια καθήκοντα.
Τα Προγράμματα των Ψυχιατρικών Νοσοκομείων Αττικής και Θεσσαλονίκης είναι αντιμέτωπα με το φάσμα της διάλυσης, καθώς τα ψυχιατρικά νοσοκομεία πρόκειται να συγχωνευτούν με τα γενικά και σε καιρούς Μνημονίων υπάρχει ο φόβος της ολοσχερούς διάλυσης των "στεγνών" προγραμμάτων απεξάρτησης, καθώς θεωρούνται από τους νεοφιλελεύθερους πολυτέλεια…
Όσοι/ες, τέλος, καταφέρουν και τελειώσουν ένα πρόγραμμα απεξάρτησης κινδυνεύουν να επιστρέψουν στη χρήση, εξ αιτίας των μειωμένων παροχών των προγραμμάτων κοινωνικής επανένταξης και της απουσίας κρατικής μέριμνας και σχεδιασμού για την είσοδο στην αγορά εργασίας.
Η εποχή των ψευδαισθήσεων και των επικοινωνιακών διακηρύξεων σωτηρίας έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί για τους/τις εξαρτημένους/ες και τους/τις εργαζόμενους/ες στις δομές πρόληψης και θεραπείας τους. Είναι πια κατανοητό πως η επιβίωση των παραπάνω δομών θα είναι πολύ δύσκολη, οι θέσεις θεραπείας θα μειωθούν, η ποιότητα των προγραμμάτων θα υποβαθμιστεί και η ανεργία θα απειλεί πολλούς από τους/τις εργαζόμενους/ες σε αυτές.
Έχουμε μπροστά μας, λοιπόν, την εφαρμογή ενός σχεδίου διάλυσης των φορέων πρόληψης και θεραπείας των εξαρτήσεων όμοιο με αυτό που ήδη υλοποιείται στις δομές ψυχικής υγείας; Ή μήπως μέσα από αυτό το κλίμα παρακμής και απαξίωσης των δομών πρόληψης και θεραπείας της εξάρτησης προετοιμάζεται η είσοδος των ιδιωτικών συμφερόντων και σε αυτόν τον ευαίσθητο χώρο;