Διαλεγόμαστε μονολογούντες*
του Αριστείδη Καλάργαλη**
Ο διάλογος για την Παιδεία, (εννοούμε για την εκπαίδευση) κυρίως ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς, είναι διαρκής. Δεν περιμένουν κάποια πρόσκληση ή εξαγγελία για να εκφράσουν την άποψή τους. Ανταλλάσσουν απόψεις στις συνεδριάσεις των συλλόγων διδασκόντων, με τους γονείς και μαθητές, στα συνέδρια και στις επιμορφώσεις. Ακόμα και κατά την ατομική ανάγνωση παιδαγωγικών βιβλίων ασκούνται σε ένα δύσκολο διάλογο· με τον εαυτό τους. Ίσως αυτός να είναι ο δυσκολότερος και ο πλέον αληθής, γιατί δεν μπορείς να αποφύγεις τις ερωτήσεις και τις κρίσεις του εαυτού σου. Όμως αυτός δεν μπορεί να οδηγήσει σε γενικευμένη εφαρμογή και όφελος. Μόνο η ενταγμένη συμμετοχή μας στη σχολική νησίδα μας ενυδατώνεται μορφωτικά, αν γίνει κι αυτό.
Ταυτοχρόνως, στον ίδιο χώρο, υπάρχει κι η αντίλογη άποψη, ότι «διάλογος δεν γίνεται», παραφράζοντας τον τίτλο της μελέτης του Αλέξη Δημαρά «Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε». Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης κάνουν αναφορά και χαρακτηρίζουν τις προσπάθειες διαλόγου ως προσχηματικές, αδιέξοδες, κατευθυνόμενες, αναποτελεσματικές. Ο απορριπτικός αντίλογος έχει κυρίως ιδεολογικοπολιτική προέλευση και υπόβαθρο, αλλά και εν μέρει θεωρείται αντίδραση στο επιχειρούμενο άγνωστο νέο.
Σχεδόν πάντοτε και οι συμμετέχοντες και οι εναντιολογούντες συμφωνούν σε κάτι· τα εκπαιδευτικά πράγματα χρειάζονται ριζική μεταρρύθμιση. Όμως δεν γίνεται κατορθωτό να συναντηθούν και να εκφράσουν τις απόψεις τους· τη διαφορετική εκπαιδευτική και παιδαγωγική οπτική και εν τέλει να συμφωνήσουν ότι διαφωνούν. Έτσι ό,τι αλλάζει στην εκπαίδευση έχει μονομέρεια και καταντά διαχειριστικό στοιχείο του συστήματος. Ταυτοχρόνως οι ενιστάμενοι εφαρμόζουν τη νέα κάθε φορά εκπαιδευτική πολιτική, που ίσως να μπορούσαν να τροποποιήσουν εν μέρει αν κατέθεταν την κριτική τους άποψη, αντί την αφοριστική – απορριπτική.
Οι προτροπές «διάβασε» και «μάθε παιδί μου γράμματα» και η εφαρμογή αυτών ή όχι είναι ο πρώτος διάλογος που συμμετέχει κάποιος από μας, πρώτα ως μαθητής και κατόπιν ως γονιός ή ως δάσκαλος. Ο καθημερινός άνθρωπος δεν έχει διαβάσει Πλούταρχο, όμως οι παραπάνω προτροπές του, χωρίς να το γνωρίζει, προέρχονται από το «Περί παίδων αγωγής». Γνωρίζει ότι η μόρφωση είναι η πηγή και η ρίζα της ανθρώπινης τελειότητας.
Ο δάσκαλος, ο διευθυντής, ο σχολικός σύμβουλος διαλέγονται συνεχώς με τους μαθητές και τους γονείς, τυπικά και άτυπα. Από τον ετήσιο προγραμματισμό, τους στόχους και τους όρους λειτουργίας και συνεργασίας, έως την έκτακτη δραστηριότητα σκοπό έχουν την πολύπλευρη ανάπτυξη των μαθητών. Στην άλλη άκρη βρίσκεται το υπουργείο Παιδείας κι ο μηχανισμός του. Αν η πολιτική των ηγητόρων του κι ο διοικητικός οργανισμός κινούνται παράλληλα ή αντίθετα με τον κορμό της εκπαίδευσης τότε απλώς υπάρχουν και λειτουργούν σχολειά. Αν η συγκυρία φέρει καινούριες φωνές στην κοινωνία και στην ηγεσία, πολιτική και εκπαιδευτική, τότε μπορούμε να περιμένουμε αλλαγές, ίσως και μεταρρυθμίσεις. Αλλιώς θα λέμε «πάνε τα σχολειά κι η εκπαίδευση», χωρίς να δεχόμαστε ότι κι εμείς συμβάλλαμε σε αυτή τη στασιμότητα.
Αν πρέπει να αναφερθούμε ειδικά σε κάτι, σε τούτη τη συγκυρία, αυτό είναι το ενιαίο σχολείο και η σύνδεση ανάμεσα στις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Οφείλουμε επίσης να ανασύρουμε και να αναπτύξουμε το παραμελημένο δίπολο «δικαιώματα και υποχρεώσεις». Για όλα τα παραπάνω έχουμε ιδιαίτερες, συνεχείς αναφορές, αλλά δεν είναι συνδεδεμένα με την ονομαζόμενη κοινωνική πραγματικότητα. Ίσως είναι ευκαιρία να τα συνδέσουμε με τον αναγγελμένο διάλογο. Από την άλλη πλευρά μάλλον δεν θα συμβάλει στον διάλογο η παράθεση χρόνιων αιτημάτων, ατομικών ή συλλογικών.
Σε κάθε ανθρώπινη συναναστροφή εύκολη επιλογή είναι η πλήρης αποδοχή καθώς και η πλήρης απόρριψη. Και οι δυο γίνονται χωρίς ιδιαίτερη σκέψη και προβληματισμό, απλώς ταυτίζονται με το Ναι ή το Όχι. Η δυσκολία έγκειται στην απόφαση που προϋποθέτει λόγο και αντίλογο, πάλη, σύγκρουση και σύνθεση για να έρθει η αποδοχή ή η απόρριψη και το δημιουργικό νέο. Κι αν γενικά πιστεύουμε ότι η εκπαίδευση μπορεί να αλλάξει την κοινωνική και πολιτική κατάσταση μιας χώρας, οφείλουμε με την πράξη μας να αφήσουμε το ατομικό ή συλλογικό μας στίγμα. Πρέπει να κοπούμε και να κόψουμε με το δίκοπο μαχαίρι των ιδεών.
*Δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων.
** Ο Αριστείδης Καλάργαλης είναι Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευσης, διδάκτορας Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας.