Οι καθημερινές απειλές του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εις βάρος της χώρας μας είναι πρωτοφανείς πυροδοτώντας πολεμικό κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ελλάδα και Τουρκία όμως έφτασαν πραγματικά στα πρόθυρα πολέμου τον Μάρτιο του 1987 όταν η Αγκυρα αποφάσισε τη διενέργεια θαλάσσιων ερευνών στα 6 ναυτικά μίλια από τα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου. Ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου διαμήνυσε ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν αποδεκτό προειδοποιώντας ότι η Αθήνα θα απαντούσε στρατιωτικά. Ολόκληρος ο στόλος παρατάχτηκε στο Αιγαίο, ο στρατός έλαβε θέσεις μάχης στον Εβρο και στα νησιά και η Πολεμική Αεροπορία ήταν έτοιμη να χτυπήσει.
Αν υπάρχει ένας παράγοντας, που έκρινε την τελική έκβαση της σοβαρότερης κρίσης μετά το 1974, δεν είναι άλλος από την ελληνική αποφασιστικότητα. Τα όσα ειπώθηκαν δημοσίως αλλά και πίσω από τις κλειστές πόρτες τις κρίσιμες εκείνες μέρες από τον Ανδρέα Παπανδρέου είχαν δημιουργήσει στην πεποίθηση σε Τουρκία, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ ότι δεν μπλοφάρει. Η Ελλάδα ήταν αποφασισμένη να πολεμήσει για να προασπίσει την κυριαρχία της και τα κυριαρχικά της δικαιώματα και οι Ενοπλες Δυνάμεις ήταν έτοιμες να το πράξουν έχοντας λάβει το «πράσινο» φως από την πολιτική ηγεσία της χώρας. Τον ελληνικό «τσαμπουκά» και την υπεροχή της Ελλάδας στο Αιγαίο ανέλυε λεπτομερώς η CIA σε απόρρητη έκθεση της την εποχή εκείνη προχωρώντας σε διαπιστώσεις, που ακόμα και σήμερα θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμες σε εκείνους, που προαναγγέλλουν «νυχτερινές επισκέψεις» στο Αιγαίο.
Η αποχαρακτηρισμένη πλέον έκθεση του Κέντρου Πληροφοριών και Αναλύσεων Απειλών του Αμερικανικού Στρατού, που συντάχτηκε τον Οκτώβριο του 1987, ανέπτυσσε την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας σε Αιγαίο και Θράκη με την παραδοχή όμως ότι «στο Αιγαίο, η Ελλάδα φαίνεται να έχει το πλεονέκτημα έναντι της Τουρκίας στον αέρα και στη θάλασσα. Αυτό εξηγεί εν μέρει τον “τσαμπουκά”, που επέδειξε η Ελλάδα στην κρίση του Μαρτίου του 1987». Στο πλαίσιο αυτό, «η Ελλάδα, όπως αποδείχθηκε τον Μάρτιο του 1987, είναι λιγότερο πιθανό από ποτέ στο παρελθόν να υποχωρήσει από μια πιθανή κατάσταση σύγκρουσης, ειδικά στο Αιγαίο».
Τουρκία: Πιθανός στόχος το Καστελόριζο
Βάσει της αμερικανικής ανάλυσης και με τα στρατιωτικά δεδομένα της εποχής, η χώρα μας θα μπορούσε να υπερασπιστεί και τα έξι μεγάλα νησιά της στο Αιγαίο «ενάντια ακόμη και σε μια “αποφασισμένη τουρκική προσπάθεια να καταλάβει ένα από αυτά”. Ο αριθμός των θυμάτων και από τις δύο πλευρές αναμένεται να είναι υψηλός». Παρόλα αυτά, οι Αμερικανοί θεωρούσαν ότι η Τουρκία είχε τη δυνατότητα «να καταλάβει ένα από τα μικρότερα νησιά του Αιγαίου. Ενας πιθανός στόχος θα ήταν το μικρό νησί του Καστελόριζου. Η κατάληψη εδαφών και από τις δύο πλευρές θα καθιστούσε πολύ πιο δύσκολο το γρήγορο τερματισμό ενός πολέμου στο Αιγαίο με πολιτική παρέμβαση ΗΠΑ/ΝΑΤΟ».
Αναφορικά δε, με μια ενδεχόμενη στρατιωτική σύγκρουση στο πεδίο της Θράκης οι Αμερικανοί εκτιμούσαν ότι θα ήταν μία αιματηρή αναμέτρηση χωρίς νικητή. «Είναι απίθανο είτε η Ελλάδα είτε η Τουρκία να έχουν ουσιαστικά κέρδη η μία έναντι της άλλης στη Θράκη. Σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου, έστω και μικρής διάρκειας, είναι πιθανές μάχες με μεγάλο κόστος σε απώλειες προσωπικού και εξοπλισμού και από τις δύο πλευρές στη Θράκη, χωρίς καμία πλευρά να αποκτά κανένα ουσιαστικό πλεονέκτημα ή εδαφικό κέρδος».
«Αδύναμος κρίκος» η Κύπρος
Στο μεταξύ, ως τον αδύναμο κρίκο στην ελληνοτουρκική στρατιωτική εξίσωση παρουσίαζε η CIA την Κύπρο το 1987 εκτιμώντας ότι «η Τουρκία έχει και θα συνεχίσει να διατηρεί το στρατιωτικό πλεονέκτημα», γεγονός, που σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ανάλυση, καθιστούσε ως μονόδρομο για την Ελλάδα τη στρατιωτική εμπλοκή σε Θράκη και Αιγαίο για να μπορέσει να την υπερασπιστεί έναντι μιας αποφασιστικής τουρκικής επίθεσης. «Σε περίπτωση πολέμου στην Κύπρο, οι απώλειες και στις δύο πλευρές, αλλά ιδιαίτερα στη νότια Κύπρο, αναμένεται να είναι υψηλές σε στρατιωτικό, πολιτικό και εδαφικό επίπεδο. Η Τουρκία θα επικρατήσει».
Επιπλέον, οι Αμερικανοί θεωρούσαν ότι μία ήττα της Τουρκίας στο Αιγαίο θα οδηγούσε την Αγκυρα να εξαπολύσει αυτόματα επίθεση στην Κύπρο. «Σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου στο Αιγαίο, η πιθανότητα τουρκικής προέλασης στη νότια Κύπρο θα αυξηθεί δραματικά, ειδικά εάν η Τουρκία υποστεί μεγάλες απώλειες στο Αιγαίο», αναγνωρίζοντας ότι ο αριθμός των τουρκικών δυνάμεων στο νησί ήταν ένας πολύ σοβαρός παράγοντας, που θα καθόριζε σε μεγάλο βαθμό τη στάση της Αθήνας ενόψει μιας ελληνοτουρκικής σύγκρουσης στο Αιγαίο.
Η αμερικανική έκθεση αν και διαπίστωνε απόλυτη στρατιωτική ισορροπία τη δεδομένη χρονική στιγμή μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στο Αιγαίο έκανε λόγο για αλλαγή ισορροπιών υπέρ της Τουρκίας τη δεκαετία του ‘90. Ηταν η εποχή, που η Αγκυρα βρισκόταν λίγο πριν την απόκτηση μεγάλου αριθμού μαχητικών αεροσκαφών και σύγχρονων αντιαεροπορικών συστημάτων, εξελίξεις, που θα μείωναν τις ελληνικές δυνατότητες για επιτυχείς επιθέσεις «σε τουρκικές εγκαταστάσεις στη Δυτική Ανατολία». Με την Τουρκία να «έχει σημαντικά περισσότερα άρματα μάχης από την Ελλάδα» και «διπλάσιο ή περισσότερο αριθμό αεροσκαφών F-16 υψηλών επιδόσεων από την Ελλάδα μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990» αλλά και εκσυγχρονίζοντας το ναυτικό της οι ΗΠΑ θα έπρεπε να προχωρήσουν σε παροχή στρατιωτικής βοήθειας και προς τις δύο χώρες. Στόχος αυτής της κίνησης θα ήταν «να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα του αποτρεπτικού παράγοντα, που μπορεί να παρουσιάσει η κάθε πλευρά στην άλλη ως προς έναν πιθανό ελληνοτουρκικό πόλεμο».
Ειδικότερα, «η Ελλάδα είναι παρανοϊκή για την ασφάλεια των νησιών της και του εδάφους της στη Θράκη. Πρόσθετα και πιο αποτελεσματικά αντιαρματικά όπλα και συστήματα αεράμυνας θα έτειναν να κάνουν την Ελλάδα να αισθάνεται πιο άνετα». Από την άλλη πλευρά, «η Τουρκία είναι πιθανόν να αισθάνεται άβολα με τις δυνατότητες της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας να διεξάγει επιχειρήσεις πάνω από το τουρκικό έδαφος. Πρόσθετα συστήματα αεράμυνας θα έκαναν την Τουρκία πιο χαλαρή και ταυτόχρονα θα ενίσχυαν την τρέχουσα ελληνική αντίληψη ότι η πιθανή αποτελεσματικότητα της ικανότητας της να διεξάγει διασυνοριακές επιχειρήσεις με τα αεροσκάφη της έχει μειωθεί… Η Ελλάδα είναι πιο πιθανό από την Τουρκία να είναι ο εμπνευστής των εχθροπραξιών. Καθώς η Τουρκία δυναμώνει την επόμενη δεκαετία, η πιθανότητα η Ελλάδα να ξεκινήσει εχθροπραξίες ενδεχομένως θα μειωθεί».
Πηγή: reader.gr