Αφιερώνεται: στην Αντιγόνη, στην Αργυρώ, στη Σώσα, στη Γιασμίν, στην Ταχίρα.. σε όσες και όσους έζησαν και ζουν την τραγωδία της προσφυγιάς…
Ο φόρτος και το φορτίο των ημερών καταπληρούν την έκταση και την ένταση του ανθρώπου σήμερα… Οι μέρες οι αφιερωμένες σε δράσεις, σε επετείους, σε ιδέες, σε μορφές ή στην Γυναίκα όπως η 8η Μαρτίου, αποκτούν ένα ιδιαίτερο βάρος από αυτό που όρισαν οι εμπνευστές τους…
Τα πολλά επεισόδια που με ταχύτητα διαδέχεται το ένα το άλλο, δημιουργούν την εικόνα μιας χωροχρονικής σύνθετης πραγματικότητας όπου η Γυναίκα με τους πολλούς και πολλαπλούς ρόλους της αναδύεται ως νέα Αφροδίτη από τους «αφρούς» μιας τρικυμιώδης θάλασσας, διεκδικώντας τη φωνή της που έχασε , χωρίς να γνωρίζει ακόμα αν της την έκλεψαν ή εκείνη με αφέλεια την έδωσε ως δώρο στις κοινωνίες των ανθρώπων που η ίδια συνεχίζει να γεννά και που τρέφει με το αστείρευτο γάλα των μαστών της…
Ο ρυθμός των πραγμάτων δεν μπορεί παρά να αναζητηθεί και στη μαντηλοφόρα μάνα , που κρατώντας σφιχτά στην αγκαλιά το παιδί της παλεύει να σωθεί μαζί του σε κάποιο απόμερο ακρογιάλι της Λέσβου, της Σάμου ή της Νικαριάς. Το παρελθόν εκεί ακριβώς στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος και μήκος φαντάζει εφιαλτικό αλλά και λυτρωτικό… Η ιστορία κλείνοντας μας το μάτι, μας γελά και μας περιγελά… εδώ πριν εβδομήντα (70) τόσα χρόνια συνέβαιναν ακριβώς οι ίδιες σκηνές, μόνο που η φορά του βέλους έδειχνε αντίστροφα… τι τραγική ειρωνεία!!!…
«Αρρωσταίνω καθημερινά όταν βλέπω αυτές τις εικόνες… Το Χαλέπι, η Βυρητός, πόλεις και πολιτείες εκεί που εμείς πήγαμε και σωθήκαμε από την πείνα, εκείνοι που μας έστρωναν τα πελώρια τραπέζια και μας έδιναν από αυτά που είχαν… τώρα να καταστρέφονται τόσο βίαια και να ζητούν λύτρωση από την εδώ μεριά της θάλασσάς μας!», μας λέει η Αργυρώ Κασσώτη από το Περδίκι της Ικαριάς και κλαίει…
«Η πείνα!… δεν υπάρχει μεγαλύτερη συμφορά απ ‘αυτή…» η Αντιγόνη Ρωμυλίου από την Αρέθουσα της Ικαριάς θυμάται: «μικρό κορίτσι ήμουν… ώρα καλή σου! Λέει ο πατέρας σε έναν καθιστό ‘παχύ’ άντρα με καφέ κοστούμι, που καθόταν δίπλα σε μια στέρνα, όταν κατεβαίναμε , ίσα κάτω από το Μηλιωπό για να μπούμε στη βάρκα… μα εκείνος δεν αποκρίνεται… παράξενος μου φάνηκε… μετά από καιρό έμαθα απ’ τον πατέρα μου πως ήταν πεθαμένος… στοιχειώνουν μέχρι σήμερα τα όνειρά μου οι εικόνες της προσφυγιάς… η στέρνα, η βάρκα, τα γέλια των εχθρών, το φεγγαρόφωτο τη νύχτα της φυγής μας προς το άγνωστο… που αργότερα το έλεγα κι εγώ Μέση Ανατολή…» συνεχίζει ασταμάτητα την αφήγηση της , δεν την διακόπτω καθόλου, πως θα μπορούσα άλλωστε…
«Στο Καραβόσταμο πέθαιναν κάθε μέρα, έτσι λιγόστευαν οι άντρες που θα μπορούσαν να σηκώνουν τους πεθαμένους, για τούτο έλεγαν στους μισο-πεθαμένους να μαζέψουν όσες δυνάμεις τους απέμειναν και να πλησιάζουν όσο ήταν μπορετό προς το νεκροταφείο ώστε να είναι κοντά …» Μόνο ένας Ντοστογιέφσκι ή ένας Καμμί θα μπορούσε να περιγράψει τούτο το α-νήκουστο… μα και πάλι, «λίγοι» μου φαίνονται…
Η θεϊκή όψη των μελλοθανάτων και τα αίματα της Πατρίδας συνεχίζουν να βρίσκονται στην προέκταση της δοκιμασίας και του πόνου της ηθικής και τα δύο τα κρατάει η Γυναίκα… η αιώνια μήτρα πάντων ορατών τε και αοράτων…… Γι’ αυτό και οι γυναικείες μορφές στις κορυφές του ποιητικού στοχασμού φαντάζουν ανυπέρβλητες μακριά και πάνω από τυχάρπαστες σκέψεις: η φεγγαροντυμένη του Σολωμού, η Μοσχούλα του Παπαδιαμάντη, η Μαρία Μαγδαλινή του Βάρναλη, όλες τους ασύγκριτες μα και ακατάχτητες με εξαίρεση τη Μαρία… Ύψη συντριβής…
Άχ που ‘ ν ’ ο ύπνος ο γλυκός και τ’ όμορφο όνειρό του.
Αχ! Αυτός ο στεναγμός καλή μου Αντιγόνη… που θα πει πως ο κόσμος της αλήθειας είναι το όνειρο, για τούτο μόνο στην ονειροφαντασά μας γίνεται να την φανερώνουμε…
Η περιπέτεια της ανθρώπινης μοίρας έχει πρωταγωνιστή τη Γυναίκα σ’ όλους τους λαούς και σ’ όλους τους αιώνες… Τον μίτο για την έξοδο από τον λαβύρινθο τον κρατάει πάντοτε μια Α ρ ι ά δ ν η…
Χαρούλα Κοτσάνη / ΜΑΡΤΙΟΣ’16
xkotsani@gmail.com