Table of Contents
Τα Θεοφάνεια πέφτουν κάθε χρόνο στις 6 Ιανουαρίου. Είναι η τρίτη και τελευταία εορτή του Δωδεκαημέρου της εορτής των Χριστουγέννων και του Δωδεκαημέρου που λέμε στην Ικαρία.
Το όνομα τους προκύπτει από τη φανέρωση των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδας, που σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη συνέβη κατά τη Βάπτιση του Ιησού.
Λέγονται επίσης και Επιφάνειά και Φώτα ή Φωτά (ή Εορτή των Φώτων), καθώς όπως λέει στο τέλος το Απολυτίκιο της Εορτής, ήλθε ο Χριστός για να φωτίσει τον κόσμο, μπολιάζοντας τον και πνευματικά δια του Βαπτίσματος και του Χρίσματος.
Πότε καθιερώθηκαν
Δεν είναι γνωστό με βεβαιότητα πότε καθιερώθηκε να εορτάζονται. Ωστόσο, σίγουρα αποτελούν μία από τις αρχαιότερες εορτές της ελληνορθόδοξης εκκλησίας.
Έλκει τις ρίζες της στις παγανιστικές θρησκείες. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς κάνει λόγο για κάποιους αιρετικούς Γνωστικούς που από τις αρχές του 2ου αι. γιόρταζαν τη Βάπτιση του Ιησού.
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος παραδέχεται και περιγράφει την εορτή ως αρχαία πανήγυρη στην Αντιόχεια τη Μεγάλη και ότι από εκεί την παρέλαβαν οι Γνωστικοί.
Κατά τον 4ο αι. τα Θεοφάνεια γιορτάζονται πλέον με λαμπρότητα σε όλη την Εκκλησία ως εορτή του φωτισμού της ανθρωπότητας διά του Αγίου Βαπτίσματος. Στις Δυτικές Εκκλησίες, τα Θεοφάνεια είναι περισσότερο συνδεδεμένα με την προσέλευση και την προσκύνηση των Τριών Μάγων στη Φάτνη της Γέννησης του Ιησού.
Ο αγιασμός των υδάτων
Σε πόλεις και χωριά πραγματοποιείται κάθε χρόνο ο καθιερωμένος αγιασμός των υδάτων, με την κατάδυση του Τιμίου Σταυρού, σε ανάμνηση της Βάπτισης του Ιησού Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό από τον ‘Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή. Αρκετοί τολμηροί κολυμβητές αψηφούν τις χαμηλές θερμοκρασίες και βουτούν σε θάλασσες, ποτάμια και δεξαμενές προκειμένου να πιάσουν το σταυρό και να λάβουν την ευλογία του ιερωμένου.
Το τέλος των…καλικάτζαρων σύμφωνα με το μύθο
Την παραμονή των Θεοφανίων τους «ζεματίζουν» από το λάδι που παρασκευάζουν οι νοικοκυρές τηγανίτες (λαλαγγίτες, λουκουμάδες). Όταν όμως συλλάβουν κανένα από τους καλικάντζαρους τον δένουν και τον υποχρεώνουν να μετρήσει τις τρύπες του κόσκινου, και μετά τους πνίγουν μέχρι θανάτου.
Πασίγνωστη είναι η δοξασία που όταν οι καλικάντζαροι φεύγουν (κατέρχονται στη γη) κατά τον αγιασμό των οικιών που φωνάζουν σε τροχαίο ρυθμό:
«Φεύγετε να φεύγωμε
τι έρχεται ο τρελόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεχτούρα του.
Μας άγιασε μας έβρεξε
και μας, μας εκατέκαψε!» ή «και θα μας μαγαρίσει»
Από την παραμονή και ανήμερα των Φώτων πραγματοποιείται καθαρμός των χωριών των οικιών και της υπαίθρου με υπαίθριες φωτιές.
Πότε λέμε τα κάλαντα
Την παραμονή των Θεοφανείων τα παιδιά βγαίνουν από σπίτι σε σπίτι και λένε τα κάλαντα. Υπάρχουν αρκετές τοπικές παραλλαγές στους στίχους όμως πανελλήνια είναι περισσότερο τρεις γνωστές εκδοχές.
Πρώτη εκδοχή
Σήμερα τα φώτα κι ο φωτισμός
η χαρά μεγάλη κι ο αγιασμός.
Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό
κάθετ’ η κυρά μας η Παναγιά.
Όργανo βαστάει, κερί κρατεί
και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί.
Άϊ-Γιάννη αφέντη και βαπτιστή
βάπτισε κι εμένα Θεού παιδί.
Ν’ ανεβώ επάνω στον ουρανό
να μαζέψω ρόδα και λίβανο.
Καλημέρα, καλημέρα,
Καλή σου μέρα αφέντη με την κυρά.
Δεύτερη εκδοχή
Σήμερα τα Φώτα και φωτισμός,
και χαρά μεγάλη στον αφέντη μας.
Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό,
είναι η Μαρία η Δέσποινα.
Με τα θυμιατήρια στα δάχτυλα,
και τον Άγιο Γιάννη παρακαλεί.
Άγιε μου Γιάννη και Πρόδρομε,
δύνασαι βαφτίσεις Θεού παιδί,
και να παραδώσεις Χριστού ψυχή.
Δύναμαι και θέλω και προσκυνώ,
και τον Κύριό μου παρακαλώ.
Αύριο θ’ ανέβω στους ουρανούς
να καταπατήσω τα είδωλα.
Τρίτη εκδοχή
Σήμερα είναι τα Φώτα και οι Φωτεινές
και χαρές μεγάλες τ’ αφέντη μας.
Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό
κάθεται η κυρά μας η Παναγιά.
Κάθεται η κυρά μας η Παναγιά,
με τα θυμιατήρια στα δάχτυλα.
Με τα θυμιατήρια στα δάχτυλα,
σπάργα – σπαργανίζει Θεού παιδί.
Του αφέντη Αϊ Γιάννη παρακαλεί,
για να ρίξει δρόσο στη γη, στη γη.
Για να ρίξει δρόσο στη γη, στη γη,
ν’ αγιαστούνε οι βρύσες και τα νερά.
Ν’ αγιαστούνε οι βρύσες και τα νερά,
ν’ αγιαστεί κι ο αφέντης με την κυρά.
Καλή μέρα καλησπέρα, καλή σου μέρα αφέντη.
Πέντε κρατάνε τ’ άλογο και δέκα την ασκάλα,
και δεκαοχτώ παρακαλούν βρ’ αφέντη μ’ καβαλίκα.
Καβαλικεύεις χαίρεσαι, πεζεύεις καμαρώνεις,
κι όπου πατήσει τ’ άλογο πηγάδια φανερώνει,
πηγάδια πετροπήγαδα, κι αυλές μαρμαρωμένες.
Πολλά είπαμε του αφέντη μας, ας πούμε και στην κυρά μας.
Κυρά ψηλή, κυρά λιγνή, κυρά γαϊτανοφρύδα,
κυρά μου τα παιδάκια σου, τα μοσχομυρισμένα,
η Παναγιά σού τα ‘δωσε κι ο Θεός να στα χαρίσει.
Να κάνεις γάμους και χαρές, ξεφάντωσες μεγάλες,
να στήσεις κι άσπρο φλάμπουρο στη μέση στην αυλή σου,
να χαίρονται οι φίλοι σου, να σκάζουν οι εχτροί σου