Home ΑρθρογράφοιΕλεύθερη Πένα Σάωσε λέω σου κι άναψε τη λάμπα!

Σάωσε λέω σου κι άναψε τη λάμπα!

by ikariaki.gr
85 views

 

      Σαν έρχεται εκείνη η άγρια «τραμουντάνα» από της Χιος τα μέρη τότε μόνο καταλαβαίνεις τι σημαίνει κρύο, τι σημαίνει χιονιάς κι αγριοβόρι, η αλήθεια είναι ότι έρχεται συχνά αυτή την περίοδο αφότου μπούμε δηλαδή στο Γενάρη μέχρι την Λαμπρή στο περίπου οι καιροί ετούτοι είναι συνηθισμένοι στο νησί μας … «πηγαίνετε στον καφενέ του Αποστόλη και γεμίστε το δοχείο με ακάθαρτο πετρέλαιο».                                                                                                                                              Η εντολή ήταν σαφής τονίζοντας ίσως περισσότερο εκείνο το «ακάθαρτο» …                                 κι εγώ αναρωτιόμουν τι είδους ήταν αυτό το βρώμικο πετρέλαιο έτσι όπως το έλεγε η Μάνα «ακάθαρτο»! τι ακαθαρσίες μπορούσε να περιέχει μέσα του και σε τι θα μας χρησίμευε. 

     Η απάντηση ήταν κι αυτή σαφής για να ανάψουμε την λάμπα και για να κάνει η Γιαγιά εντριβή στον Παππού το βράδυ πριν από τον ύπνο, χειμώνας γαρ… αλλά το πιο σημαντικό; ήταν πιο φτηνό από το καθαρό κι ετούτο υπονοούταν σε δεύτερο επίπεδο…

      Ας είναι…  μικρά εμείς στεκόμαστε στην άκρη της αυλής του καφενέ και φωνάζαμε με όλη μας τη δύναμη τον καφετζή που ήταν κι ο παντοπώλης του χωριού ή την γυναίκα του να έρθουν να μας δώσουν αυτά που θέλαμε. Το καφενείο είχε την ονομασία «καρτερία» έξυπνος ο τίτλος αφού σε προετοίμαζε ψυχολογικά να περιμένεις με τις ώρες εκεί ωσότου ανέβει κάποιος  από το σπίτι, χτισμένο  δυο  – τρία πεζούλια πάρα κάτω… και καλά να ήταν ο καιρός υποφερτός αν όμως φύσαγε κι ο δρυς μούγκριζε σαν θηρίο ή έβρεχε ή χιόνιζε ή κρύωνε τότε αλίμονο στον «καρτερικό» πελάτη, σίγουρα θα χρειαζόταν εντριβή με «ακάθαρτο» πετρέλαιο ή και με τις «θαυματουργές» βεντούζες της εποχής … τώρα που είπα «βεντούζες» μου ήρθε στο νου ένα περιστατικό όπου ένα βράδυ με κυνηγούσαν σε όλο το σπίτι για να μου κολλήσουν αυτά τα περίεργα φουσκωτά ποτηράκια στην πλάτη αλλά εγώ μόλις είδα την γιαγιά προσπαθώντας να βάλει μέσα στο καθένα ένα φλεγόμενο πυρσό  από βαμβάκι μουσκεμένο σε οινόπνευμα με την φλόγα δυνατή και κοκκινομπλέ, βρέθηκα με ένα πήδο στην άκρη της αμπάρας φωνάζοντας: «σιγά μην καθίσω να με κάψετε… πάτε καλά»; Κι έτσι απέτυχε η θεραπεία… την επομένη ήρθε ο Ζαχαριάδης ο καλός μας γιατρός από τον Εύδηλο με το μικρό παραγεμισμένο βαλιτσάκι του κι έτσι το θέμα λύθηκε επιστημονικώς ακριβώς στην ώρα του κι όπως έπρεπε!

         Η δε λάμπα κρεμασμένη στον τοίχο πάντα στην θέση της φώτιζε τον χώρο κατά τρόπο «ποιητικό»! έτσι τον φέρνω τώρα στο μυαλό μου, με σκιές στους τοίχους να τρεμοπαίζουν σε κάθε μας κίνησή, με μία ηρεμία να απλώνεται παντού φορτωμένη και νοτισμένη με τους ήχους της νύχτας εισχωρώντας από τις πόρτες και τα παράθυρα που έμπαζαν σε όλους τους αέρηδες, ακόμα ακούω την μουσική από τις στάλες της βροχής στάζοντας πολλές φορές από τις «ρατσούνες»* μέσα στο σπίτι πάνω σε ντεζερέδια… Ένα φως θαμπό, αδύναμο που σκορπιόταν στο χώρο τόσο όσο να μην σκοντάφτει κανείς στα λιγοστά έπιπλα του δωματίου και να μπορεί να διακρίνει τα απαραίτητα γύρω του… αν το γυαλί ήταν καθαρό σήμαινε ότι το πετρέλαιο ήταν  κι αυτό καθαρό ή ότι η νοικοκυρά ήταν πολύ νοικοκυρά και το έπλενε τακτικά… ό,τι και να πεις η μουτζούρα ήταν πάντα μουτζούρα! Κι η φωνή του «Μακρονησιώτη» Πατέρα κάθε φορά σαν επωδός δωρικού χορού: «Μη φοβάστε βρε αυτές τις μουτζούρες που φεύγουν με τον καιρό, εκείνες τις “άλλες” να φοβάστε που λερώνουν ακόμα και την ιστορία»… τι πάω και θυμάμαι τώρα!

      Υπήρχε ακόμα κι ο κανόνας που όριζε ρητά να μην ανεβάζουμε υπερβολικά το φυτίλι στη «φεραλούδα»  γιατί εγκυμονούσε πολλαπλούς κινδύνους: ο ένας ήταν η άσκοπη σπατάλη ακάθαρτου πετρελαίου και τούτο υπονοούταν σε δεύτερο πλάνο ενώ ο άλλος, ο φανερός λόγος και πιο αξιοπρεπής ήταν να μην σπάσει το γυαλί,  πράγμα που θα σήμαινε ότι θα μέναμε στο σκοτάδι ποιος ξέρει πόσες βραδιές έως την αντικατάστασή του… 

       Κι όμως όπως μαθαίναμε την εποχή εκείνη του χειμώνα όπου οι νύχτες ήταν «αιώνες», υπήρχαν και γυναίκες, έτσι τουλάχιστον έλεγαν και δεν υπήρχε λόγος να το αμφισβητήσουμε, όπου τα βράδια κάτω από το κιτρινωπό φως  της πενιχρής λάμπας μπάλωναν με τις ώρες τα ρούχα των παιδιών και των μεγάλων σ΄ ένα νοικοκυριό που κυριαρχούσε: ο κάματος από την δουλειά της μέρας, η φτώχεια και η ανέχεια κι όπου θα νόμιζε κανείς πως ετούτοι εδώ οι ξεχασμένοι, για πολλούς, νησιώτες συνέχιζαν αγόγγυστα την ζωή των προγόνων τους αλλά ενώ συνέβαιναν όλα αυτά, ετούτοι δεν έχαναν ποτέ και με τίποτα το γέλιο τους, το κέφι τους, την απαντοχή τους και μπορεί η «λάμπα» να έδινε μια τσιγκουνεμένη αχτίδα γύρω αλλά, το καλαμπούρι, το τραγούδι έστω και παράφωνο έβγαινε από μέσα τους χείμαρρος! χωρίς κανόνες και φραγμούς  ενίοτε δε και το ζεύκι με φίλους και γειτόνους σε κάθε ευκαιρία! γιατί αυτή ήταν η Νικαριά προπολεμικά αλλά και ως τα μέσα σχεδόν του αιώνα που μας πέρασε… φτωχή σε υλικά αγαθά δηλαδή πάμφτωχη, σιγανή και ταπεινή στις εκδηλώσεις της, σεμνή στα προσκυνήματά της αλλά πλούσια σε παραδόσεις και αξίες, φιλόξενη σε όλους σε «ξένους» και σε «δικούς», ανοιχτή στην έφοδο του «σύγχρονου» πολιτισμού! Ας μην είναι αυτό το λάθος της! 

      Τοιουτοτρόπως πορεύτηκε η γενιά μου, μ΄ ένα τρανζιστοράκι κρεμασμένο κι αυτό στον τοίχο δίπλα στην λάμπα κι όπου κάθε πρωί ανυπομονούσαμε να συναντήσουμε την «θεία Λένα» την αγαπημένη μας Παραμυθού, εκεί η φαντασία μας ελεύθερη αρμένιζε καταστρώνοντας σχέδια για μακρινά ταξίδια… Δεν θα το πιστέψετε αλλά έρχονται στιγμές που και στα δικά μου παιδιά σιγοψιθυρίζω « και τώρα πέρασε η ώρα…»  κάτι  προλάβαμε στα «ξέφτια» της ιστορίας, αυτοί είναι οι «θησαυροί» μας! Όσο για το τρανζιστοράκι δεν υπάρχει πια ενώ η λάμπα πάνω στο τζάκι συνεχίζει να καμαρώνει για το ένδοξο, πάνφωτο παρελθόν της… 

Πολλές φορές έτσι όπως κοιταζόμαστε είναι σαν να μου λέει:

« Νομίζετε ότι ξεμπερδέψατε μαζί μου; Κάνετε λάθος… πάλι θα με γεμίσετε ακάθαρτο πετρέλαιο, πάλι θα με ανάψετε, πάλι από απροσεξία θα μου σπάσετε το γυαλί…                     Εγώ είμαι ταμένη να σας φέγγω, ίσως για τούτο με κρατάτε και με προσέχετε τόσο»…

«κείνοι κι απομονάχοι μας»! που λέμε στη Νικαριά … λέτε; 

Χαρούλα Κ. Κοτσάνη /2022

*ρατσούνες/ τα ανοίγματα στη στέγης των Ικαριώτικων σπιτιών

Διαβάστε ακόμα

Ο ραδιοσταθμός της Ικαρίας με ζωντανό πρόγραμμαενημέρωσης και ψυχαγωγίας.

Editorial

απαραιτητα

©2023 ikariaki. All Right Reserved. Designed and Developed by Fekas Brothers & Digital Avenue