Από την πλευρά της, η κυβέρνηση προσπαθεί να διαμορφώσει κλίμα αισιοδοξίας στην οικονομία, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων ότι:
α) Το ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ θα υπερβεί φέτος το 2% (αυτό σημαίνει μια επίδοση τουλάχιστον +3% για το δεύτερο μισό του έτους) και θα σκαρφαλώσει στο +2,4% το 2018 (με αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,4%).
β) Δεν θα υπάρξουν νέα δημοσιονομικά μέτρα μέσα στο επόμενο δεκαπεντάμηνο, πέραν εκείνων που έχουν ήδη ψηφιστεί (αντίθετα, θα αρχίσουν κάποιες περικοπές φορολογιών).
γ) Η έξοδος από το «μνημόνιο» θα είναι ομαλή, με τις αγορές να εμπιστεύονται απόλυτα τις προοπτικές και την αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας.
Ωστόσο, υψηλόβαθμα στελέχη επιχειρήσεων με τα οποία μίλησε το Euro2day.gr κρατούν σημαντικές αποστάσεις από ένα τέτοιο σενάριο.
«Εμείς, από την πλευρά μας, είμαστε υποχρεωμένοι να βασίσουμε τον προϋπολογισμό μας για το 2018 σε ένα σαφώς πιο συντηρητικό σενάριο. Άλλωστε εδώ και χρόνια δουλεύουμε με την παραδοχή ότι το ποσοστό ανάπτυξης στην οικονομία θα είναι μηδενικό ή έστω οριακό» δηλώνει οικονομικός διευθυντής εισηγμένης εταιρείας, συμπληρώνοντας: «Ανάλογες πολιτικές ακολουθούν και οι πλείστες επιχειρήσεις που απευθύνονται στην εγχώρια αγορά. Άλλωστε, συνήθως δουλεύουν πάνω σε ένα συντηρητικό βασικό σενάριο, έχοντας παράλληλα προβλέψει τη δυνατότητα μερικής αναπροσαρμογής στις πολιτικές δαπανών και επενδύσεων κατά τη διάρκεια του έτους, στον βαθμό φυσικά που μεταβληθούν τα πράγματα στο εξωτερικό περιβάλλον. Μάλιστα, πιστεύω πως οι περισσότερες εταιρείες θα θελήσουν πρώτα να παγιωθεί ένα κλίμα ηρεμίας έξι-οκτώ μηνών στην οικονομία, πριν αποφασίσουν να προχωρήσουν σε κάποιες επεκτατικές κινήσεις από το δεύτερο εξάμηνο του 2018 και μετά».
Στελέχη εταιρειών από τον κλάδο των τροφίμων, αφενός, υποστηρίζουν ότι ο κίνδυνος της χώρας παραμένει σημαντικός και η ορατότητα περιορισμένη, αφετέρου, προβλέπουν πως το 2018 θα είναι μια ακόμη πολύ δύσκολη χρονιά για τον κλάδο: «Ο οξυμένος ανταγωνισμός στο λιανεμπόριο μέσω συνεχών προσφορών, επιταγών, κουπονιών και εκπτώσεων, αποτελεί απόδειξη για την επικρατούσα κατάσταση. Το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών δεν θα ανέβει σημαντικά το επόμενο έτος και η όποια αύξησή του θα κατευθυνθεί στους φόρους και στις τράπεζες, προκειμένου να μειωθούν τα απλήρωτα δάνεια. Αν τώρα, δούμε ένα γρήγορο κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης και γενικότερα τη διαμόρφωση ενός ασφαλέστερου περιβάλλοντος, τότε θα μπορούσαμε να περιμένουμε μια περιορισμένη τόνωση της κατανάλωσης, προερχόμενη κυρίως από το μέτωπο της βελτιωμένης ψυχολογίας».
Ιδιαίτερα συγκρατημένοι είναι και οι παράγοντες άλλων κλάδων όπως της πληροφορικής και των κατασκευών. Στην πληροφορική όλα δείχνουν πως τα έργα του νέου ΕΣΠΑ θα ξεκινήσουν από το 2019, ενώ του χρόνου πιθανολογούνται μόνο κάποιες συμβάσεις του προηγούμενου προγράμματος που απλά μεταφέρθηκαν στο τρέχον. Στα δημόσια κατασκευαστικά έργα, υπάρχει χρονικό κενό καθώς οι αυτοχρηματοδοτούμενοι οδικοί άξονες ολοκληρώθηκαν φέτος, ενώ οι μεγάλες συμβάσεις θα ξεκινήσουν από το 2019 και μετά. Μόνο κάποιες ιδιωτικές επενδύσεις -αν αυτές έρθουν- αναμένεται να τονώσουν ως ένα βαθμό την αγορά.
Αντίθετα, πηγή αισιοδοξίας για την οικονομία αποτελεί η νέα φετινή αύξηση του τουριστικού ρεύματος,που αναμένεται να συνεχιστεί και μέσα στο 2018. «Είμαστε πολύ χαρούμενοι γιατί ακόμη και μέσα στον Οκτώβριο παρατηρούμε μεγάλο αριθμό τουριστών τόσο στην Αττική, όσο και σε άλλους γνωστούς προορισμούς. Παίρνουμε μηνύματα από πολλά εμπορικά καταστήματα ότι οι τουρίστες ανεβάζουν τις πωλήσεις τους σε σχέση με πέρυσι, σε βαθμό μάλιστα που να υπερκαλύπτονται οι απώλειες από το μειωμένο διαθέσιμο εισόδημα των Ελλήνων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που κατά τους τελευταίους μήνες αυξάνονται οι καταθέσεις των τραπεζών. Πρόκειται κυρίως για χαρτονομίσματα που ξοδεύουν οι τουρίστες στην εσωτερική αγορά» δηλώνεται χαρακτηριστικά.
Κλίμα συγκρατημένης αισιοδοξίας επικρατεί και στις εξαγωγικές επιχειρήσεις, καθώς το ΑΕΠ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναμένεται να κινηθεί ανοδικά το 2018, η κατάσταση σε κάποιες άλλες χώρες αρχίζει να ομαλοποιείται (π.χ. Αίγυπτος, Λιβύη) και, τέλος, έχουν αρχίσει να αποδίδουν κάποιες κινήσεις δημιουργίας εξαγωγικών υποδομών που είχαν ξεκινήσει κατά το παρελθόν.
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, ανασταλτικό παράγοντα αποτελεί η ανατίμηση του ευρώ έναντι του αμερικανικού δολαρίου και άλλων σκληρών νομισμάτων.
Στέφανος Kοτζαμάνης
Αναδημοσίευση από : http://www.euro2day.gr