Έψαχνα μια άλλη γη για να βρω, δίχως το γκρίζο του πολέμου και της βίας.
Ακόμα ήμουνα μωρό μα ζωγράφισα μια πόρτα για να βγω.
Στον γκρεμισμένο τοίχο του σπιτιού, από τα όπλα των μεγαλοιδεατών , βγήκαμε στο φως . Στα στήθια της μάνας μου έμεινα σιωπηλός, το κρύο τρύπαγε κάθε μας ελπίδα. Καμία υποψία φωτός…
Δυστυχισμένα καραβάνια, ανθρώπινες ψυχές , καρδιές σκορπισμένες κορμιά χωρίς αντοχές. Φοβάμαι να κλάψω, σωπαίνω πεινάω. Η μάνα σωπαίνει κι αυτή, σφικτά μ αγκαλιάζει , καμένη ζωή. Στοιβαγμένοι άνθρωποι, κοπάδι απελπισμένο. Την καλύτερη γη , να αντικρύσω περιμένω.
Παιδί μου, ψυχή μου, τρέμεις πονάς.
Καράβι ελπίδα κι ας είναι σαπισμένο, θα μας πάει στη γη που περιμένω. Οι κόποι μιας ζωής, εξασφαλίζουν μια θέση ντροπής. Σ ένα σύννεφο κάνω ευχή να βρω μια πατρίδα να αγαπήσω απ την αρχή. Να μεγαλώσω να γίνω αγόρι μεγάλο παιδί. Τα όνειρα μου μικρά και η λαχτάρα μεγάλη για να ζήσω. Μα ο αέρας αλλάζει και χάνεται η ελπίδα. Σανίδια σπασμένα βρήκαν πατρίδα. ..
Πιάσαμε στεριά, ψυχούλα μου. Ξεκουράσου.
Για να μην ξεχνάμε… η αμνημοσύνη είναι έλλειψη αξιοπρέπειας τουλάχιστον. Την ακολουθεί η αδράνεια και η αποστασιοποίηση. Εύχομαι το 2019 να θυμόμαστε και να παλεύουμε.
ΝΜΣ.