Το λέγαμε τα τελευταία χρόνια να πάμε στην Ικαρία μιας και η φήμη της είχε εξάψει και την δική μας περιέργεια. Φέτος έφτασε η ώρα και η αλήθεια το νησί δεν μας απογοήτευσε καθόλου.
Καταγάλανες παραλίες ιδιαίτερης ομορφιάς και πρωτοτυπίας σε συνδυασμό με καλό φαγητό και γλέντι κάνουν την Ικαρία μοναδική. Η στροφή της νεολαίας προς την εξερεύνηση του νησιού και η αναβίωση των πανηγυριών δίνει στο νησί έναν το δικό του προσωπικό χαρακτήρα.
Γιατί τι θα ήταν η Ικαρία χωρίς όλη αυτήν την νεολαία που συρρέει για να ζήσει εναλλακτικές διακοπές κοντά στην φύση και να γλεντήσει, όχι σε μπαρ και καφετέριες αλλά σε ένα διαφορετικό πανηγύρι κάθε βράδι. Ο Ικαριώτικος χορός σε παρασέρνει ξανά και ξανά μέχρι το πρωί και ο χαλαρός τρόπος ζωής των κατοίκων επίσης. Ήρεμοι πολύ ευγενικοί και εξυπηρετικοί βιώνουν το νησί με τους φιλοξενούμενους που δεν τους βλέπουν ως ξένους αλλά τους αγκαλιάζουν από την πρώτη καλημέρα.
Στην πρωτεύουσα το μεγάλο γλυπτό της πτώσης του Ικάρου είναι το πρώτο επιβλητικό καλωσόρισμα. Ιδιαίτερα εντυπωσιακά και τα εκθέματα στο αρχαιολογικού μουσείο του νησιού το οποίο από μόνο του είναι ένα πραγματικό κόσμημα. Βρίσκεται στον Άγιο Κήρυκο, την πρωτεύουσα του νησιού και στεγάζεται στο κτίριο του Παλαιού Γυμνάσιου του Αγίου Κηρύκου. Είναι διατηρητέο και αποτελεί ένα αριστούργημα νεοκλασικού ρυθμού που χρονολογείται από το 1925, με χαρακτηριστικά αετώματα, επιχρίσματα, μαρμάρινη σκάλα που οδηγεί στην κεντρική είσοδο και μεγάλη αυλή μπροστά.
Το κτίριο είναι διώροφο και κατασκευάστηκε από ομογενείς Ικαριώτες της Αμερικής.
Το ίδιο εντυπωσιακές είναι και οι εκκλησίες του νησιού από τον Άγιο Κήρυκο που βρίσκεται στην πρωτεύουσα μέχρι και το πιο μικρό εκκλησάκι σε κάνει να μην μπορείς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω του ακόμα και αν δεν σου αρέσουν οι εκκλησίες αρχιτεκτονικά.
Ένα νησί που παραγάγει τα δικά του αναψυκτικά και την δική του μπύρα με τις πολύ χαρακτηριστικές συσκευασίες I love Ikaria και τα φτερά του Ίκαρου.
Μπορεί να είναι πόλος έλξης νέων όμως οι φυσικές πηγές καυτού ιαματικού νερού στην Παραλία Λευκάδος και τα λουτρά δίνουν μια ωραία αντίθεση και κάνουν το νησί επισκέψιμο από άτομα τρίτης ηλικίας. Τα Θέρμα η λουτρόπολη της Ικαρίας είναι ένα μοναδικό ατόφιο κομμάτι μιας παλιάς Ελλάδας. Είναι θαρρείς και ο χρόνος δεν πέρασε ποτέ από πάνω από αυτές της περιοχές η πάγωσε πριν 30 χρόνια.
Νοικιάζοντας στα Θέρμα σε ένα εκπληκτικής θέας δωμάτιο μας ξυπνούσε κάθε πρωί ο καραβοκύρης με τις φωνές του που μας ενημέρωναν πως το μικρό πλοίο είναι έτοιμο να σαλπάρει για το διπλανό λιμάνι της πρωτεύουσας. Ένα μικρό τοπικό λεωφορείο μιας άλλης εποχής σπάει συχνά πυκνά την ησυχία και προσπαθεί να μπει μέσα στο μικρό χωρίο να πάρει τουρίστες προς την πρωτεύουσα.
Στα Θέρμα βρίσκει κανείς καρτοτηλέφωνα παραδοσιακά ζαχαροπλαστεία και ταβέρνες, εικόνες βγαλμένες από παλιές καρτ ποστάλ. Στα αναβλύζοντα ιαματικά νερά τρία κέντρα ιαματικών πηγών προσφέρουν σπα, λουτρό και χαμάμ με πιο εντυπωσιακό το «Σπήλαιο» που στεγάζεται μέσα σε έναν πραγματικό βράχο από όπου αναβλύζει νερό. Καθ όλη την διάρκεια της ημέρας μπορεί κανείς να δει συμπαθέστατους κύριους και κυρίες με τα μπουρνούζια να μπαινοβγαίνουν στα λουτρά και στην παραλία. Γλυκύτατοι άνθρωποι που έχουν πάντα ένα χαμόγελο και μια καλή κουβέντα. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σύμφωνα με μαρτυρίες στροφή των νέων και σ’ αυτήν την περιοχή του νησιού και όχι μόνο στις πιο νεολαιίστικες του Νας και του Αρμενιστή.
Σε μια από τις παρέες των ηλικιωμένων ένα παππούς, ο κύριος Δημήτρης, φορώντας ανοιχτό πουκάμισο και καπνίζοντας ένα τσιγαράκι μας ξεδίπλωσε την ιστορία της ζωής του. Ξεκίνησε λέγοντας μας πως από πιτσιρικάς δούλεψε στην Ικαρία σαν οικοδόμος χτίζοντας με ξύλο και πέτρα πολλά από τα σπίτια που σώζονται μέχρι και σήμερα στο νησί. Επιβίωσε στην κατοχή τρώγοντας χόρτα βραστά ή τηγανισμένα χωρίς λάδι. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν καύσιμα για τις βάρκες και ακόμα και το ψάρεμα ήταν δύσκολο. Όταν έφυγαν οι Γερμανοί μας είπε πως οι ψαράδες βάζανε το μπαρούτι από τα πυρομαχικά σε κουτιά το ρίχνανε στην θάλασσα να κάνει έκρηξη για να βγάλουν ψάρια.
«Από τότε δεν μπορώ να ξαναφάω χόρτα, μου φέρνουν αναγούλα δεν έχω ξαναδοκιμάσει ποτέ» μας είπε.
Μετά τον πόλεμο βρέθηκε όπως πολλοί άλλοι Έλληνες στην Αθήνα για να κυνηγήσει μια καλύτερη τύχη. Δούλεψε και εκεί ως οικοδόμος. Τα υλικά εκεί ήταν πλέον τούβλο ασβέστης και τσιμέντο. Κανείς δεν έχτιζε με τον παλιό παραδοσιακό τρόπο. Δεν υπήρχε οικοδομή χωρίς νοθευμένα υλικά. Ήταν όλοι μιλημένοι και έμπαινε και σκάρτο πράγμα. Καλούπωναν ξεκαλούπωναν με τις ίδιες πρόκες για να γλυτώσουν χρήματα.. Την πιο πολύ δουλειά θυμάται ο κυρ Δημήτρης πως την είχε επί χούντας όταν το καθεστώς προσπαθούσε να αποδείξει ότι κάνει δρόμους και μεγάλα έργα. Δεν μπορούσες να βρεις εργάτη με τίποτα. Γυρνούσες Σύνταγμα και Ομόνοια να τους βρεις και δεν μπορούσες και μάλιστα γ αυτό το λόγο είχαν ανεβάσει πολύ τα μεροκάματα. Με τα χρόνια η δουλειά άρχισε να πέφτει μέρα με την μέρα και να γίνεται η επιβίωση πολύ δύσκολη.
«Σαν όνειρο είναι απορώ καμιά φορά αν τα έζησα εγώ όλα αυτά και πως επιβίωσα» μας είπε ο κύριος Δημήτρης.
Σαν όνειρο φαντάζει κάποιες φορές το παρελθόν, η ίδια μας η ζωή. Σαν όνειρο και οι αναμνήσεις από τις διακοπές μας. Ένα ωραίο όνειρο γιατί οι διακοπές λόγο της μικρής τους διάρκεια φαντάζουν ως μια μικρή παραμονή σε κάτι παραδεισένιο και ο καθένας μέσα στο μυαλό του μπορεί εύκολα να της εξιδανικεύει.
Tips: Στον γυρισμό για Θεσσαλονίκη πήραμε την πτήση από Μύκονο. Στο εκεί αεροδρόμιο ο μοναδικός επισκέπτης που μπορεί να μπαίνει ανενόχλητα σε όλους τους χώρους αναμονής, ελέγχου ακόμα και στην πίστα προσγείωσης απογείωσης χωρίς κανέναν απολύτως έλεγχο ήταν μια καφετιά ναζιάρα γάτα.
Αναδημοσίευση από: http://parallaximag.gr