Η Ικαριώτικη κοινωνία και τα πανηγύρια της στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα
Στο πρώτο μέρος αυτού του κειμένου έγινε προσπάθεια να περιγραφεί ένα χαρακτηριστικό Καριώτικο πανηγύρι εκείνο του Χριστού στις Ράχες, και η πορεία του μέσα στο χρόνο, από τη δεκαετία του 50 μέχρι και σήμερα. Στο δεύτερο αυτό μέρος θα εξετάσουμε την εικόνα του πανηγυριού σήμερα, σε συνδυασμό με τη γενικότερη εικόνα οικονομική και κοινωνική της Ικαρίας, τις αλλαγές που έχουν συντελεσθεί και τα προβλήματα που ανακύπτουν.
Αναμφισβήτητα στις μέρες μας, τόσο η ικαριώτικη κοινωνία, όσο και τα πανηγύρια της
απέχουν πολύ από αυτό που ήταν στην δεκαετία του 50,
ή πολύ περισσότερο στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Σε επίπεδο οικονομίας, η Ικαρία έχει πάψει από καιρό να στηρίζεται στην “εσωτερική οικονομία της αυτάρκειας από τη μια και της κατανάλωσης των εμβασμάτων των Ικαριωτών της διασποράς από την άλλη”. Ο τουρισμός, η εστίαση, η μελισσοκομία, η κτηνοτροφία, οι κατασκευές υποδομών και κατοικιών, οι δημόσιες υπηρεσίες, το εμπόριο είναι μερικά μόνο δείγματα οικονομικής δραστηριότητας που αναπτύσσονται τα τελευταία 50 χρόνια στο νησί. Να σημειωθεί εδώ ότι δεν μιλάμε για ολοκληρωμένες μορφές καπιταλιστικής οικονομίας, ούτε γίνεται κάποια σύγκριση σε σχέση με άλλα μέρη της Ελλάδας. Εύκολα αποδεικνύεται ότι η όποια ανάπτυξη, ξεκίνησε με τελείως στρεβλούς τρόπους και θα συνεχίσει το ίδιο, σε βάρος του τόπου και της κοινωνίας, ειδικά στις σύγχρονες συνθήκες παρατεταμένης και βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης. Αλλά δεν θα επεκταθούμε σε αυτό περισσότερο από εδώ. Εκείνο που χρειάζεται να κρατήσουμε σαν διαπίστωση, είναι η αδυσώπητη εισβολή της «εμπορευματοποίησης», των «νόμων της αγοράς».
Πρώτη σοβαρή συνέπεια, η ενίσχυση του ρόλου της ατομικής ιδιοκτησίας. Η αξία της γης ανέβηκε σε δυσθεώρητα ύψη, ειδικά στις παράλιες περιοχές. Στη θέση της «χρήσης των κοινών», της «αλλαξάς» και της «παράδοσης του κοινοτισμού», οι εναλλάξ αγωγές για «καταπάτηση ιδιωτικής περιουσίας» συνωστίζονται στα πινάκια των ειρηνοδικείων στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών.
Όταν η “εμπορική αξία” της γης πέρασε και τα 500 ευρώ το τετρ. μέτρο, πόσοι είναι αυτοί που θα μιλήσουν για “αξία χρήσης”, χωρίς να κινδυνεύουν να δεχτούν ειρωνικά σχόλια; Η κουλτούρα των «κοινών γαιών», έχει περιοριστεί σε κοινωνιολογικές συζητήσεις μεταξύ ολίγων ειδικών, που, ανεξάρτητα από τις καλές προθέσεις, δεν έχουν μέχρι στιγμής να αποδώσουν κάτι το πρακτικά χρήσιμο; Γεγονός είναι ότι από αυτές τις συζητήσεις απουσιάζουν οι απλοί άνθρωποι, οι άνθρωποι των συλλόγων, οι άνθρωποι των χωριών, οι άνθρωποι που αντικειμενικά θα έπρεπε να είναι οι πρώτοι ανησυχούντες, οι πρώτοι ενδιαφερόμενοι. Αντί αυτού, προτιμούν οι περισσότεροι είτε να αδιαφορούν είτε να καταναλώνουν το χρόνο τους σε γκρίνιες και στείρες αντιπαλότητες της; καθημερινότητας. Τη στιγμή μάλιστα που βρίσκεται σε εξέλιξη μια γενικότερη επίθεση κατά του συστήματος των “κοινών γαιών”, με δραστήριους πρωτεργάτες το αστικό κράτος με τους θεσμούς του και το μεγάλο κεφάλαιο. Επιγραμματικά αναφέρονται, ο ΣΧΟΟΑΠ, οι δασικοί χάρτες, η απαγόρευση ελεύθερης σφαγής, η μέσω της κρατικής (ακόμα;) ΔΕΗ προώθηση του Μυτηλιναίου στις ΑΠΕ, οι τράπεζες επίσης, που, μέσω του δανεισμού, έχουν πατήσει γερά το πόδι τους και στο δικό μας νησί. Όλα αυτά φαίνεται ότι αποτελούν σοβαρά ζητήματα που πρόκειται να μας απασχολήσουν άμεσα…
Η κοινωνική σύνθεση των Ικαριωτών έχει επίσης αλλάξει. Τα μικρά και μεσαία κυρίως στρώματα αποτελούν πια ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού. Οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες στον τουρισμό, τον επισιτισμό και στο εμπόριο, οι συστηματικοί αγρότες, μελισσοκόμοι, κτηνοτρόφοι, ειδικά όσοι είναι ενταγμένοι σε διάφορα ευρωπαϊκά προγράμματα, οι εργαζόμενοι στην εκπαίδευση και στην υγεία αλλά και στις κατασκευές και τις τεχνικές υπηρεσίες, συνθέτουν τη σύγχρονη Ικαριώτικη κοινωνία σε δυναμικούς διακριτούς ρόλους.
Η σχέση του νησιού με την κεντρική εξουσία έχει κι αυτή αλλάξει. Η κεντρική διοίκηση δεν αποτελεί πια τον «αδύναμο παράγοντα» του οθωμανικού φεουδαρχικού κράτους, ούτε και τα πρώτα σκιρτήματα ενός νεαρού αστικού «κράτους- έθνους». Το σύγχρονο οργανωμένο και πανίσχυρο από πολλές απόψεις αστικό κράτος, μέσω αλλεπάλληλων καλλικρατικών (και όχι μόνο) νόμων, έχει αφαιρέσει κάθε έννοια τυπικού και ουσιαστικού αυτοδιοίκητου. Η επέλαση με στόχο τον «εγκλεισμό των κοινών» βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, ενώ εντείνεται η προσπάθεια μεταφοράς όλο και περισσότερων βαρών από την κεντρική διοίκηση προς την τοπική και μέσω αυτής, στις πλάτες των δημοτών.
Και εδώ ελλοχεύει το σύγχρονο παράδοξο: Κάποτε το καριώτικο πανηγύρι γινόταν για να συγκεντρωθούν χρήματα να χτιστεί ένα σχολείο που έλειπε από το χωριό. Κεντρική εξουσία υπήρχε μόνο για τον τύπο, έτσι τέτοια ζητήματα λύνονταν απ’ ευθείας από την κοινότητα, στα πλαίσια του πατροπαράδοτου αυτοδιοικητικού της χαρακτήρα και στα πλαίσια της διαχείρισης των «κοινών» της. Σήμερα όμως, στο όνομα ποιας παράδοσης και ποιου αυτοδιοίκητου, το πανηγύρι θα συγκεντρώσει χρήματα για την ανέγερση μιας ακόμα αίθουσας στο ίδιο σχολείο; Υπό την επίκληση ποιου ιδεολογήματος θα δοθεί άλλοθι στην κεντρική διοίκηση όχι μόνο να μην αναλάβει τις πάγιες υποχρεώσεις της αλλά και να φορτώνει τα δικά της βάρη για δεύτερη φορά στον πολίτη; Να ένα ακόμα ζήτημα που θα χρειαστεί προσεκτική αντιμετώπιση.
Μια ακτινογραφία υπό το φως των κοινών, του δώρου και της προσφοράς
Τα πανηγύρια, ως επιτομή της κοινωνίας, αντανακλούν με διαυγή τρόπο την κοινωνική συνείδηση της εποχής τους. Ας δούμε λοιπόν το πανηγύρι του Χριστού με βάση τα σημερινά δεδομένα και ας συγκρίνουμε την εικόνα που παρουσιάζει σε σχέση τόσο με την αναλυτική περιγραφή της Μαρίας Μπαρέλη, όσο και με όσα συνέβαιναν στη δεκαετία του 50.
Πρέπει να σημειώσουμε από την αρχή ότι η φήμη του πανηγυριού ολοένα απλώνεται, ξεπερνώντας τα τοπικά όρια, αλλά και εκείνα, όσων είχαν έστω και μια φορά την εμπειρία του. Μαζί με τη φήμη βλέπουμε να αυξάνεται ο αριθμός των επισκεπτών αλλά και να αυξάνεται συνεχώς η έλξη του, το δέσιμο των ανθρώπων με το πανηγύρι, η επιθυμία να το ζήσουν και να το ξαναζήσουν με κάθε ευκαιρία. Εξακολουθεί να ασκεί μια μεταφυσική σχεδόν μαγεία στους ντόπιους, σε όσους κατάγονται από την Ικαρία και μένουν μακριά από το νησί, αλλά και στους επισκέπτες που συνεχώς αυξάνονται.
Οι Ικαριώτες προβάλλουν την «ταυτότητά» τους και το «αναπαλλοτρίωτο» της παράδοσης του πανηγυριού με υπερηφάνεια και πάθος που εντυπωσιάζουν. Οι ξένοι επισημαίνουν την γοητεία που ασκεί πάνω τους, τα δυνατά συναισθήματά που τους δημιουργεί η εξαιρετική μοναδικότητα του νησιού, των κατοίκων, του πανηγυριού ως πολιτισμικού φαινομένου. Επικεντρώνονται όλοι στην συνύπαρξη των μεγάλων συναρπαστικών αντιθέσεων που δεν συναντιούνται οπουδήποτε αλλού. Μοναδικά άγρια φύση, μοναδικοί ανθρώπινοι χαρακτήρες, ψυχική ηρεμία και διονυσιακή έκσταση…
Κι όμως… Αν ψάξουμε λίγο καλύτερα ανάμεσά τους, θα ανακαλύψουμε κάτι περίεργο. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία, όλοι αυτοί οι θαυμαστές και ένθερμοι διαφημιστές της Ικαρίας και των πανηγυριών της, στην ουσία δεν έχουν ποτέ γνωρίσει το πανηγύρι στην πραγματική του διάσταση! Η σχέση τους μαζί του είναι απλά σχέση επισκέπτη, που απολαμβάνει κάτι, χωρίς βασικά να γνωρίζει ή να ενδιαφέρεται για το πριν και το μετά, για το πώς και το γιατί.
Σύμφωνα με την ανάλυση της κ. Μαρίας Μπαρέλη, τα ικαριώτικα πανηγύρια, διαμόρφωσαν ταυτότητα και παράδοση, σαν επιτομή της ικαριώτικης κοινωνίας. Μιας κοινωνίας δομημένης πάνω στην οικονομία των «κοινών γαιών». Μιας κοινωνίας που διαμορφώνει τη δική της ιδιαίτερη παράδοση «κοινοτισμού», ενώ σύμφωνα με την κυρίαρχη κοινωνική συνείδηση επικρατούν σχέσεις αναδιανομής των παραγόμενων στα «κοινά» υλικών και άυλων αγαθών, στα πλαίσια μιας εναλλαγής της «προσφοράς» και της «αποδοχής» του δώρου, του «δικαιώματος» και της «υποχρέωσης». Στην ανάλυσή της, η συντοπίτισσα μας γράφει:
«…Στα πλαίσια του πανηγυριού, οι άνθρωποι προσφέρουν και διαδρούν μεταξύ τους και με το περιβάλλον με τρόπο δημιουργικό, όχι ως παθητικοί καταναλωτές, αλλά ως ενεργοί δρώντες, που αισθάνονται καθήκον να προσφέρουν. …ένας θεσμός, με κύρια χαρακτηριστικά την αναδιανομή και τη συμμετοχή… Και παρακάτω:
«…Εντός του (πανηγυριού), όλα προσφέρονται και αντιπροσφέρονται, χρήματα, εργασία, υπηρεσίες, επισκέψεις, κομπλιμέντα, χοροί ανάμεσα σε άλλα…»
Είναι φανερό ότι το σύγχρονο πανηγύρι, απέχει πολύ από την περιγραφή της συμπατριώτισσας μας. Όπως εξηγείται και πιο πάνω, είναι αναμφισβήτητο ότι η σύγχρονη καριώτικη κοινωνία ελάχιστα έως καθόλου σχετίζεται και ενδιαφέρεται για τα «κοινά». Το ίδιο το πανηγύρι διοργανώνεται και υλοποιείται στη βάση καθαρά αγοραίων συναλλαγών. Το χρήμα και οι νόμοι της αγοράς παίζουν κυρίαρχο ρόλο, στο σχεδιασμό, την προετοιμασία, την υλοποίηση του πανηγυριού καθ’ αυτό. Τόσο στοιχίζει το «ρασκό» αλλά είναι λίγο, θα χρειαστούμε και οικόσιτα… Αυτό το κρασί είναι φτηνό αλλά κακής ποιότητας… Ο περσινός προμηθευτής κηπευτικών δεν μας καλύπτει πια… Πατάτες, λάδι και λοιπά φαγώσιμα από τον χονδρέμπορο ή θα τα παραγγείλουμε απ’ ευθείας από τον Πειραιά… Τόσο πουλάμε τη μερίδα, τόσο τη σαλάτα, τόσα προβλέπουμε να μείνουν κέρδος… Ακόμα και το «κοινωφελές έργο» θα μετρηθεί πρώτα και κύρια με βάση τη σχέση κόστους/ωφέλειας… Η πρόβλεψη κατασκευής του με «υποχρεωτική» προσωπική εργασία, έχει και αυτή περιοριστεί στο ελάχιστο.
Η μεγάλη πλειοψηφία όσων συμμετέχουν σε ένα πανηγύρι, είναι απλοί επισκέπτες. Είτε πρόκειται για ξένους τουρίστες που έρχονται για πρώτη φορά, είτε για Καριώτες μετανάστες πρώτης, δεύτερης ή τρίτης γενιάς, είτε ακόμα και για Καριώτες από άλλα απομακρυσμένα χωριά, όλοι βρίσκονται τελείως απομονωμένοι από τις πιο πάνω διαδικασίες. Το πανηγύρι γι’ αυτούς είναι ένα «event», ένα «happening» ένα «τσιμπούσι» όπου κανείς πληρώνει για να διασκεδάσει. Ένα «προϊόν» που το καταναλώνουμε, που το αξιολογούμε σαν μοναδικό και σπάνιο, για λόγους καθαρά συναισθηματικούς, χωρίς να μπορούμε να δώσουμε μια λογική εξήγηση. Ποτέ δεν θα τους απασχολήσουν σοβαρά ερωτήματα όπως ποιος το οργανώνει; Πέτυχε η διοργάνωση; Ποιο «κοινωφελές έργο» έχει προγραμματιστεί; Ολοκληρώθηκε το έργο αυτό ποτέ;
Τελείως αντίθετη είναι η εικόνα των συναισθημάτων που επικρατούν ανάμεσα στους μόνιμους κατοίκους του χωριού και κυρίως σε όσους είναι από συνείδηση «χρεωμένοι» με την υπηρέτηση της παράδοσης, οι οργανωτές του πανηγυριού. Ανάμεσά τους πληθαίνουν οι φωνές όσων αισθάνονται «αποδιωγμένοι» από τον τόπο τους, αποξενωμένοι από την παράδοσή τους, όσων εκφράζουν αντιρρήσεις για τη σημερινή εικόνα του πανηγυριού. Πληθαίνουν και οι φωνές εκείνων των Ικαριωτών της διασποράς που αρχίζουν να ρυθμίζουν το χρόνο των διακοπών τους με τρόπο ώστε να …αποφεύγουν το πανηγύρι, σαν κάτι ασυμβίβαστο με τα πρότυπα που έχουν κρατήσει στο μυαλό τους!
Κι όμως, είναι αυτοί, οι μόνιμοι κάτοικοι που οργανώνουν με επιτυχία κάθε χρόνο το πανηγύρι, που υλοποιούν με συνέπεια τους στόχους του, που εξελίσσουν την παράδοση μέσα σε ένα σύνθετο και αντιφατικό περιβάλλον. Για να τους καταλάβουμε καλύτερα, παραθέτουμε ένα ακόμα χαρακτηριστικό απόσπασμα από την ανάλυση της Μαρίας Μπαρέλη:
«…Η μεγάλη ποσότητα εργασίας που χρειάζεται για τη διεξαγωγή του πανηγυριού γίνεται αντιληπτή ως καθήκον και ως ευθύνη, κάτι που γίνεται ιδιαίτερα εμφανές μέσα στην κουζίνα ή στο “κελί” …πριν, κατά τη διάρκεια, και μετά το πανηγύρι. Το πανηγύρι παρέχει το πλαίσιο εντός του οποίου άτομα, οικογένειες και χωριά έρχονται αντιμέτωπα, ανταγωνίζονται σε γενναιοδωρία και αξιώνουν, επιβεβαιώνουν ή αναπαράγουν την αξία τους που διαρκώς διακυβεύεται …δηλαδή η κατασκευή κοινωφελών έργων, θεωρείται ζήτημα τιμής για τις οικογένειες που εμπλέκονται στη διεξαγωγή του… Και παρακάτω:
«…Η διαχείριση των εσόδων του πανηγυριού αποτελεί επιπλέον πεδίο ανταγωνισμών μεταξύ των ανθρώπων…».
Αυτή ακριβώς η διαδικασία διεξαγωγής του καριώτικου πανηγυριού, δεν πρέπει να διαταραχτεί περισσότερο. Η δυναμική υπεράσπισης της Ικαριώτικης πολιτιστικής κληρονομιάς και της μετεξέλιξης της στο σύγχρονο αντίστοιχό της, αρχίζει με την ενεργό παρουσία και δράση των κατοίκων ως συνόλου, των αφανών συντελεστών, στις πλάτες των οποίων πέφτει κάθε χρονιά το βάρος της επιτυχίας κάθε ξεχωριστού πανηγυριού. Το ζητούμενο της δημοκρατικότητας στη λήψη των αποφάσεων των συλλόγων ή των επιτροπών και στη συμμετοχή στις δράσεις τους, δεν μπορεί να αποτελεί τροχοπέδη, ούτε και οι οποιεσδήποτε αντιπαλότητες που αναπτύσσονται μέσα από την καθημερινότητα. Πρέπει να είναι κατανοητό σε όλους ότι το πανηγύρι αποτελεί την «ανάσα» της ικαριώτικης κοινωνίας. Χωρίς αυτήν την ανάσα, είναι καταδικασμένη όχι απλά να χάσει την πολιτιστική της ταυτότητα, αλλά να υποστεί τις βαρύτατες συνέπειες της “επέλασης των βαρβάρων” που για αιώνες είχε καταφέρει να κρατήσει μακριά.
Σε αυτό το δεύτερο μέρος καταγράψαμε συνοπτικά τις τεράστιες σε βάθος και έκταση κοινωνικοοικονομικές αλλαγές που συμβαίνουν στην Καριώτικη κοινωνία και την επίδρασή τους στην εικόνα των καριώτικων πανηγυριών. Στο τρίτο και τελευταίο μέρος που ακολουθεί, θα γίνει μια πρώτη προσπάθεια καταγραφής των κινδύνων και θα διατυπωθούν κάποιες πρώτες σκέψεις σε μια προσπάθεια απάντησης στο ερώτημα:
Υπάρχει ελπίδα αναστροφής; Τι πρέπει να γίνει γι’ αυτό;
Ιούνιος 2017
Κων. Χ. Χαραλαμπίδης
mypoliticalandhistoricaldiaries.blogspot.com
Πηγή στοιχείων : Μαρίας Μπαρέλη Γαγλία: «Το Ικαριώτικο πανηγύρι, το δώρο και τα κοινά» όπως βρίσκεται δημοσιευμένο στο e-book «Διάλογοι ενάντια στην κρίση – Διάλογοι από και με αφορμή το 1ο Σεμινάριο Ματαρόα στην Ικαρία», Εκδόσεις ελεύθερες πτήσεις, Ιούλιος 2014, σε επιμέλεια: Μαρία Μπαρέλη-Γαγλία & Αργυρώ Φάκαρη
Το πρώτο μέρος αυτής της δουλειάς βρίσκεται εδώ
Υ.Γ. Ικαριακής Ραδιοφωνίας : Σήμερα δημοσιεύουμε το Β’ μέρος της εργασίας του συμπατριώτη μας Ντίνου Χαραλαμπίδη για το ευαίσθητο θέμα τον Ικαριώτικων πανηγυριών. Θα χαρούμε παράλληλα με αυτή τη δημοσίευση ή μετά και τη δημοσίευση του Γ’ μέρους να δούμε και την θέση άλλων συμπατριωτών μας πάνω στο ίδιο θέμα για να αναπτυχθεί ένας γόνιμος διάλογος και να βγουν τα ιδανικά συμπεράσματα για να σωθεί μια πολύ ευαίσθητη υπόθεση του λαϊκού πολιτισμού της Ικαρίας, που κινδυνεύει με πραγματική αλλοτρίωση των στόχων και “εισαγωγή” επικίνδυνων νεωτερισμών, που δεν αποτελούν συνέχεια της παράδοσης που παραλάβαμε από τους προγόνους μας, αλλά κάτι άλλο που ο καθένας το “βαπτίζει” κατά το δοκούν.