ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
Αθήνα, 18/5/2018
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Ομιλία του Πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, κατά τη συζήτηση στη Βουλή
για την υπόθεση «Novartis»
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, επέστρεψα χθες αργά το απόγευμα από τη Σύνοδο Ευρωπαϊκής Ένωσης Δυτικών Βαλκανίων στη Σόφια, όπου η χώρα μας είχε έναν ουσιαστικό ρόλο, γιατί οφείλει και παίζει, κατά την άποψή μου, ηγετικό ρόλο στη Βαλκανική χερσόνησο.
Η χώρα μας ήταν μία από τους εμπνευστές αυτής της Συνόδου. Θα πιάσουμε ξανά το νήμα από τη Σύνοδο της Θεσσαλονίκης το 2003, όπου αποφασίστηκε η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε βαλκανικές χώρες, το νήμα που αφορά αυτή τη στιγμή και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή της βαλκανικής.
Έχω την αίσθηση –και είναι αίσθηση κοινή σε όσους συμμετείχαν πιστεύω σε αυτήν τη Σύνοδο- ότι η χώρα όχι μόνο ανακτά την αυτοπεποίθησή της, όχι μόνο βγαίνει από μια πολύχρονη οικονομική κρίση που της στέρησε δυνατότητες και προοπτικές, αλλά ανακτά και τη γεωπολιτική δυναμική της. Πυλώνας σταθερότητας και χώρα εγγυητής εποικοδομητικών εξελίξεων στην ευρύτερη περιοχή της βαλκανικής.
Στα πλαίσια της Συνόδου αυτής είχα, βεβαίως, την ευκαιρία να βρεθώ και με τον Πρωθυπουργό της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας στα πλαίσια της διαπραγμάτευσης που έχει ξεκινήσει τους τελευταίους πέντε μήνες και αφορά την προσπάθειά μας να βρεθεί μία κοινά αποδεκτή ονομασία που βεβαίως δεν μπορεί να είναι η ονομασία η συνταγματική σήμερα της γειτονικής χώρας, η οποία δυστυχώς ή ευτυχώς –δυστυχώς προφανώς και όχι ευτυχώς- αναγνωρίζεται από πολύ μεγάλη μερίδα κρατών-μελών του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, από την πλειοψηφία των κρατών-μελών του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Όπως δήλωσα χθες, η διαπραγμάτευση αυτή είναι δύσκολη, είναι πολυεπίπεδη, είναι πολύπλοκη, δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, εμείς όμως υπερασπιζόμαστε με αίσθημα ευθύνης μια εθνική γραμμή που έχει χαραχτεί εδώ και πάνω από δέκα χρόνια και την υπερασπιζόμαστε με δημιουργικότητα και με αποφασιστικότητα κι έχουμε καταστήσει σαφές -και αυτό αποδεικνύεται και από τη στήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας των εταίρων μας- ότι η Ελλάδα παίζει έναν εποικοδομητικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή.
Δήλωσα χθες, λοιπόν, και θέλω να το επαναλάβω σήμερα στη Βουλή ότι έχουν γίνει πάρα πολύ σημαντικά βήματα, έχουμε διανύσει μεγάλο μέρος της απόστασης, αλλά υπάρχει ακόμα απόσταση που χρειάζεται να διανυθεί.
Ακριβώς επειδή πολλές φορές, δυστυχώς, οι διαρροές ταξιδεύουν γρηγορότερα από όσο μπορεί να ταξιδέψει ένας Πρωθυπουργός για να γυρίσει πίσω στη χώρα του, είδα σήμερα μια σειρά από δημοσιεύματα στα μέσα μαζικής δικτύωσης και ως όφειλα ανέλαβα την πρωτοβουλία να ενημερώσω αύριο το πρωί τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τους πολιτικούς Αρχηγούς.
Και ακριβώς επειδή αισθάνομαι την ευθύνη της διαχείρισης ενός εθνικού θέματος υψίστης σημασίας, πήρα την πρωτοβουλία σήμερα το μεσημέρι και επικοινώνησα τηλεφωνικά με τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και τον ενημέρωσα προσωπικά για την πορεία της διαπραγμάτευσης.
Η ελληνική πλευρά θεωρεί ότι οι δύο βασικές προϋποθέσεις, δηλαδή το να έχουμε μία και μόνη ονομασία, εντός και εκτός της γειτονικής χώρας, που βεβαίως δεν μπορεί να είναι η σημερινή συνταγματική, αλλά μια σύνθετη ονομασία, αλλά βεβαίως και η προϋπόθεση της συνταγματικής αναθεώρησης που απαιτείται από τη γείτονα, προκειμένου αυτό να επιτευχθεί, οι δύο αυτές προϋποθέσεις αποτελούν, αν θέλετε, και απαράβατο όρο ώστε να καλυφθεί το μέρος της απόστασης που απαιτείται.
Βεβαίως, οποιαδήποτε συζήτηση για προτάσεις που έχουν πέσει στο τραπέζι είτε από τον απεσταλμένο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών είτε από την πλευρά των γειτόνων μας, οποιεσδήποτε προτάσεις για το όνομα είναι κενές περιεχομένου, αν δεν έχουν πρώτα εκπληρωθεί αυτές οι βασικές προϋποθέσεις, τις οποίες η ελληνική πλευρά έχει θέσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, ακολουθώντας την εθνική γραμμή στο ζήτημα αυτό.
Δεν θέλω να επεκταθώ σε λεπτομέρειες, αλλά απλά να δηλώσω ότι, όπως πάντα, είμαι στη διάθεση των πολιτικών Αρχηγών που ενδεχομένως να θέλουν να πληροφορηθούν ευρύτερα για τις τεχνικές λεπτομέρειες αυτής της δύσκολης, επαναλαμβάνω, διαπραγμάτευσης.
Άκουσα, όμως, τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, όχι μονάχα στην τηλεφωνική γραμμή, αλλά και στην ομιλία του εδώ στη Βουλή σε αυτό εδώ το Βήμα για άλλη μια φορά να ζητάει εκλογές. Δεν είναι έκπληξη. Εδώ και δυόμισι χρόνια θαρρώ το ίδιο κάνει. Τον άκουσα, μάλιστα, να τις ζητά, λέει, διότι βγαίνουμε από τη μνημονιακή περίοδο και, άρα, κατ’ αυτόν τώρα υπάρχει ένας λόγος παραπάνω για να γίνουν εκλογές.
Έχω την αίσθηση, όμως, ότι από το Κόμμα του, το οποίο απουσιάζει γιατί επέλεξε να αποχωρήσει από τη σημερινή διαδικασία, δυστυχώς και στο θέμα αυτό ακούγονται διαφορετικές φωνές. Δεν θα μιλήσω για τις φωνές εκπροσώπων κοινωνικών φορέων που προέρχονται από το Κόμμα του, που έχουν δηλώσει ευθαρσώς και με παρρησία ότι η οικονομία, η επιχειρηματικότητα, η σταθερότητα χρειάζεται στη χώρα και, άρα, η οικονομία δεν χρειάζεται μια εκλογική αναμέτρηση τώρα, όπως ο κ. Μίχαλος για παράδειγμα.
Θα μιλήσω, όμως, για εκπροσώπους του Κόμματός του, όχι για ανθρώπους που προέρχονται από την παράταξή του και κατέχουν θέσεις ευθύνης. Ο ίδιος, λοιπόν, ζητάει εκλογές, αν δεν κάνω λάθος, τον Σεπτέμβρη, διότι η τομή της εξόδου από το μνημόνιο είναι το τέλος του Αυγούστου, ο Αντιπρόεδρός του ζητάει εκλογές αύριο, ο κ. Θεοδωρικάκος, σύμβουλός του, που τον ακούσαμε σε μια ραδιοφωνική εκπομπή πριν από λίγες ημέρες, ουσιαστικά εκτιμά ότι οι εκλογές θα γίνουν μαζί με τις Ευρωεκλογές και θα είναι τον Μάη. Ο ίδιος ζητάει τον Σεπτέμβριο, ο Αντιπρόεδρος αύριο, Μάιο δηλαδή, ο σύμβουλός του τον Μάιο σε έναν χρόνο.
Έχω την αίσθηση ότι αυτό το μπάχαλο που εκπέμπεται και στην κεντρική γραμμή και στο ζήτημα των εκλογών από την Αξιωματική Αντιπολίτευση είναι άξιο προσοχής, ανάλογο της σύγχυσης που εξέπεμψε το γεγονός ότι πριν από λίγες ημέρες σε αυτήν εδώ την Αίθουσα η εισηγήτρια της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης για το νομοσχέδιο που αφορούσε την υιοθεσία εισηγήθηκε να μην ψηφιστεί το επίμαχο άρθρο, αλλά η ίδια αμέσως μετά ψήφισε «ναι».
Αυτή είναι μια πραγματικότητα την οποία οφείλω να υποσημειώσω.
Άκουσα, όμως, τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να προσπαθεί για άλλη μια φορά να υπεκφύγει μπροστά σε μια ακόμα πρόταση μεταρρυθμιστική που καταθέτει η Κυβέρνηση με πρωτοβουλία του Υπουργού Εσωτερικών κι έχει να κάνει με την πανθομολογουμένως ώριμη αναγκαιότητα, θα έλεγα, για να σταματήσει αυτή η σχέση διαπλοκής των μεγάλων βαρόνων των κομμάτων, των μεγάλων κομμάτων για την κατάτμηση των μεγάλων περιφερειών, όπως η Β΄ εκλογική περιφέρεια των Αθηνών και το υπόλοιπο της Αττικής, Περιφέρεια Αττικής λέγεται σήμερα. Είναι μια πρόταση που η ίδια η Νέα Δημοκρατία είχε θέσει μάλιστα ως προϋπόθεση σας θυμίζω σε οποιαδήποτε συζήτηση για τον εκλογικό νόμο, όταν φέραμε σε αυτήν εδώ την Αίθουσα την απλή αναλογική.
Και όλως παραδόξως σήμερα, προφανώς κάτω από τις ισχυρές πιέσεις που δέχεται από τους βαρόνους του Κόμματός του, οι οποίοι είναι αυτοί ή παρόμοιοι αυτών που σε άλλες εποχές επίσης απέρριψαν αυτή την πρόταση, έρχεται και ψάχνει να βρει ένα πρόσχημα προκειμένου να αποφύγει την υπερψήφιση αυτής της πρότασης, προκειμένου να εφαρμοστεί από τις επόμενες εκλογές που είναι προγραμματισμένες για το φθινόπωρο του 2019.
Το πρόσχημα αυτή τη φορά είναι η ψήφος των εγγεγραμμένων στους καταλόγους οι οποίοι κατοικούν στο εξωτερικό. Θα ήθελα, λοιπόν, να του απαντήσω και από το Βήμα ότι κρούει ανοιχτές θύρες, διότι αυτούς τους ανθρώπους και ιδιαίτερα αυτούς που τα τελευταία χρόνια αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό, η δική του παράταξη και η δική του Κυβέρνηση τους έδιωξε στο εξωτερικό και σε αυτούς τους ανθρώπους εμείς θα είμαστε οι πρώτοι που θα δώσουμε δικαίωμα ψήφου εξ αποστάσεως.
Δεν έχει, λοιπόν, κανένα νόημα να αναζητεί προσχήματα. Τα παιδιά του brain drain, ναι, έχουν το δικαίωμα να ψηφίζουν από τις χώρες διαμονής τους, διότι είναι τελείως διαφορετικό αυτό σε σχέση με άλλες προτάσεις που έχουν κατατεθεί στο παρελθόν και αφορούν ενδεχομένως μετανάστες τρίτης ή τέταρτης γενιάς.
Ας δούμε, λοιπόν, ποιο θα είναι το πρόσχημα που θα σκαρφιστεί τώρα που επισήμως και δεσμεύομαι ότι θα κατατεθεί αυτή η νομοθετική πρωτοβουλία από την πλευρά του Υπουργείου Εσωτερικών, προκειμένου να αποφύγει, επαναλαμβάνω κάτω από την πίεση των βαρόνων του κόμματός του, να προχωρήσει σε άλλη μία και να ψηφίσει άλλη μία θετική σημαντική μεταρρύθμιση που θα φέρει αυτή εδώ η Κυβέρνηση.
Έρχομαι, όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στο θέμα που συζητάμε σήμερα. Βρισκόμαστε λίγο πριν το τέλος ίσως της δυσκολότερης περιόδου της σύγχρονης ιστορίας μας και βρισκόμαστε στην αυγή μιας νέας εποχής κοινωνικής και οικονομικής ανάκαμψης. Η Ελλάδα με σκληρή προσπάθεια και μετά από πολλές και άδικες σε αρκετές περιπτώσεις θυσίες του λαού μας, πατάει ξανά γερά στα πόδια της.
Κι αυτό συμβαίνει, φίλες και φίλοι, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, εξαιτίας των θυσιών του ελληνικού λαού και είναι στο όνομα αυτών των θυσιών που πρέπει να αποδοθεί αυτό που ζητάει και ο λαός μας, δικαιοσύνη. Διότι οι Ελληνίδες και οι Έλληνες πλήρωσαν πολύ ακριβά τις αμαρτίες του παρελθόντος, αμαρτίες που δεν ήταν δικές τους, αμαρτίες που δεν προέκυψαν τυχαία, αμαρτίες για τις οποίες κάποιος πρέπει να φέρει την ευθύνη.
Και όλοι μας πιστεύω ότι γνωρίζουμε ότι είναι συγκεκριμένοι άνθρωποι που καταχράστηκαν την εξουσία τους, που επέλεξαν απολύτως συνειδητά να εκμεταλλευτούν την εξουσία τους για ιδιοτελείς σκοπούς. Έτσι δημιουργήθηκε ένα τερατώδες σύστημα διαπλοκής και διαφθοράς που συνέβαλε καθοριστικά στη χρεοκοπία της χώρας.
Το μάρμαρο το πλήρωσαν τελικά οι Έλληνες πολίτες, οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι, οι νέοι, οι αποκλεισμένοι απ’ αυτό το σύστημα εξουσίας. Δεν θέλω να παριστάνω τον ηθικοδιδάσκαλο, αλλά έτσι είναι. Υπήρξαν, βεβαίως, και τμήματα της ελληνικής κοινωνίας και συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα που φέρουν ευθύνη, διότι στήριξαν και νομιμοποίησαν αυτό το διεφθαρμένο σύστημα εξουσίας, κινήθηκαν εντός του και στα όρια του, συμμερίστηκαν τις πρακτικές του, υιοθέτησαν τους σκοπούς του.
Σήμερα θέλω να επαναλάβω όμως κάτι. Έχει έρθει η ώρα της ευθύνης, ευθύνη απέναντι σε κάθε πολίτη αυτής της χώρας να μην υποθηκευθεί η νέα εποχή της πατρίδας μας, να μην τεθεί σε διακινδύνευση η μεγάλη προσπάθεια να οικοδομήσουμε το μέλλον σε νέες και στέρεες βάσεις. Και ο μόνος τρόπος να περάσουμε στην εποχή της δίκαιης ανάπτυξης, ο μόνος τρόπος να οικοδομήσουμε ένα νέο παραγωγικό, οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο είναι να ξεριζώσουμε αυτές τις πρακτικές της διαφθοράς, να δημιουργήσουμε, αν θέλετε, θεσμικές εγγυήσεις για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος. Διότι, ξέρετε, η διαφθορά, οι έκνομες πρακτικές, οι καταχρήσεις της εξουσίας, ο θεσμικός και ηθικός εκφυλισμός τόσο της πολιτικής εξουσίας όσο και της δημόσιας διοίκησης είναι ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια για την ανάπτυξη. Αποτρέπει επενδύσεις, ευνοώντας τους «ημέτερους», δημιουργεί κλίμα απογοήτευσης και στασιμότητας, τρέφει φατρίες που λυμαίνονται την οικονομική και πολιτική ζωή.
Και για να ξεριζωθούν αυτές οι πρακτικές της διαφθοράς, το πρώτο αλλά αποφασιστικό βήμα είναι να αποδοθεί δικαιοσύνη απέναντι σε όσους αποδεδειγμένα συμμετείχαν και ωφελήθηκαν από ένα καλοστημένο δίκτυο συναλλαγών, παρανομίας και δωροδοκιών που θέριεψε μεταξύ άλλων και στον χώρο του φαρμάκου. Κι εκεί ένας από τους πρωταγωνιστές ήταν αποδεδειγμένα και καθ’ ομολογία της η εταιρεία NOVARTIS.
Γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά ότι το εγχείρημα αυτό δεν είναι εύκολο. Είναι δύσκολο εγχείρημα, διότι το πολιτικό σύστημα που εξέθρεψε τη διαφθορά φρόντισε να δημιουργήσει ένα πλαίσιο προστασίας, κυρίως για τον εαυτό του, φρόντισε να ορίσει σύντομες παραγραφές για τα ποινικά αδικήματα, φρόντισε να δημιουργήσει πολύπλοκες ειδικές διαδικασίες, να υψώσει δηλαδή δικονομικά τείχη που έχουν έναν και μοναδικό σκοπό: τη συγκάλυψη και την ατιμωρησία.
Όλοι γνωρίζουμε πλέον ότι αυτός είναι και ο στόχος των ειδικών διατάξεων του Συντάγματος για τη διαβόητη ευθύνη των Υπουργών. Και κάποιοι που πάνω στην παραζάλη της εξουσίας μπέρδεψαν το δίκαιο με την επιθυμία τους και την ηθική με την ασυδοσία, ενδεχομένως να θεώρησαν ότι αυτή η νομική τερατωδία που δημιούργησαν, ο λεγόμενος Νόμος Περί Ευθύνης Υπουργών είναι ικανός να καλύψει τα νώτα τους. Και είναι γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο που όλο το προηγούμενο διάστημα αλλά και σήμερα στέκουν έξαλλοι, αγανακτισμένοι και απορημένοι ταυτόχρονα μπροστά στις αποκαλύψεις για το σκάνδαλο NOVARTIS, αλλά και μπροστά στην αποφασιστικότητά μας, στην αποφασιστικότητα αυτής της Κυβέρνησης και της Κοινοβουλευτικής Πλειοψηφίας να κάνουν το παν, ώστε αυτό το σκάνδαλο να αναδειχθεί, να μην κουκουλωθεί.
Απορούν -και τους είδαμε και σήμερα- οι εκπρόσωποι του παλιού πολιτικού συστήματος, πώς είναι δυνατόν να τολμά κάποιος να παραβιάσει τόσο κατάφορα το κληρονομικό τους δικαίωμα στην εξουσία. Πώς είναι δυνατόν να τολμά κάποιος να γκρεμίσει τα προστατευτικά τείχη που ύψωσαν τα προηγούμενα χρόνια, πώς είναι δυνατόν αντί αυτοί σήμερα να παρασημοφορούνται να ελέγχονται για αξιόποινες πράξεις.
Ξέρετε, όμως, η αγανάκτηση και η οργισμένη απορία τους αποτελεί, ταυτόχρονα, και την άλλη όψη της αλαζονείας τους.
Βεβαίως, ο καθένας έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να υπερασπιστεί τον εαυτό του και το τεκμήριο της αθωότητας δεν είναι απλά σεβαστό, είναι ιερό. Και ασφαλώς, δεν προσβάλλεται σε καμμία περίπτωση από την απαρέγκλιτη τήρηση του Κανονισμού της Βουλής και του Συντάγματος, παρά τις προβληματικές πτυχές του, για τις οποίες, βεβαίως, δεν είμαστε εμείς υπεύθυνοι, αλλά οι εμπνευστές τους.
Αναρωτιέμαι, όμως, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, τι είναι άραγε θεσμική απρέπεια. Είναι θεσμική απρέπεια να ερευνούμε και να μην κουκουλώνουμε το σκάνδαλο των σκανδάλων; Αυτό είναι θεσμική απρέπεια; Οι περισσότεροι απ’ όσους μιλήσαν πιο πριν, εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης, θεωρούν θεσμική απρέπεια και μόνο το να ερευνώνται και να καταγγέλλονται πρόσωπα υπεράνω πάσης υποψίας, πρόσωπα πρώτης γραμμής, τέως Πρωθυπουργοί και Υπουργοί και νυν Βουλευτές, και να καταγγέλλονται ότι ευνόησαν, εις βάρος του δημόσιου συμφέροντος, εις βάρος της δημόσιες υγείας, εις βάρος των ασθενών, μια ιδιωτική εταιρεία που φέρεται, όμως, να χρησιμοποιεί, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως, μεθοδεύσεις επιρροής, ικανές να καθορίζουν τη θεραπεία και το φάρμακο εκατομμυρίων ασθενών.
Και το ερώτημα, που σας θυμίζω έθεσα και στην προηγούμενη συνεδρίαση όταν ξεκίναγε η διερεύνηση από τη Βουλή της υπόθεσης αυτής και βεβαίως έμεινε αναπάντητο, θέλω να επαναφέρω και σήμερα: Πώς έγινε αυτό το σκάνδαλο, που όλοι παραδέχονται ότι είναι σκάνδαλο; Πώς έγινε άραγε; Ξεφύτρωσε από μόνο του; Έπεσε από τον ουρανό; Δεν υπήρξαν πολιτικά πρόσωπα και κυβερνητικοί παράγοντες που την κρίσιμη περίοδο ευνόησαν τη συγκεκριμένη εταιρεία με τις αποφάσεις τους, ώστε αυτή να έχει παράνομο κέρδος; Και με ποιο όφελος άραγε;
Θέλω, λοιπόν, για άλλη μια φορά να ρωτήσω ευθέως: Εκδόθηκαν ή δεν εκδόθηκαν υπουργικές αποφάσεις, με τις οποίες ευνοήθηκε η εταιρεία NOVARTIS; Καθόρισαν ή όχι οι αποφάσεις αυτές τιμές συγκεκριμένων φαρμάκων της συγκεκριμένης εταιρείας; Παρακολουθούσαν ή όχι την εξέλιξη των τιμολογήσεων, τη σύνταξη των μελετών που κατέτειναν στη δήθεν επιστημονική θωράκιση των επιλογών της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Υγείας; Ευνοήθηκε η εν λόγω εταιρεία σε σχέση με άλλες ως προς την τάχιστη τιμολόγηση και αποζημίωση των φαρμάκων, ναι ή όχι;
Δεν έδωσε κανένας απάντηση σε αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα. Ή μήπως όλα αυτά έγιναν, αλλά δεν τα έβλεπαν αυτοί που κυβερνούσαν, δεν τα ήξεραν ή δεν τα επεδίωκαν;
Και τολμάνε σήμερα ορισμένοι να μας καταγγέλλουν και ως σκευωρούς, ότι εμείς πείσαμε τους μάρτυρες να καταθέσουν, εμείς πείσαμε τους δικαστές να πάρουν καταθέσεις και να υπάγουν μάρτυρες σε καθεστώς προστασίας κι αφού τη στήσαμε αυτή τη σκευωρία, τώρα επιλέγουμε και να την κουκουλώσουμε. Διότι αυτό ισχυρίστηκαν και αποχώρησαν από την Επιτροπή, αυτό ισχυρίστηκαν και αποχώρησαν και από τη συνεδρίαση σήμερα.
Θα ήθελαν, όμως, να είναι έτσι. Θα ήθελαν να έχουμε επιδίωξη να το κουκουλώσουμε. Δυστυχώς, όμως, γι’ αυτούς, ούτε εγώ ούτε η Κοινοβουλευτική Πλειοψηφία που στηρίζει αυτή την Κυβέρνηση έχουμε καμμία πρόθεση να κουκουλώσουμε, να συγκαλύψουμε και να σιωπήσουμε.
Αντίθετα, σκοπεύουμε να ακολουθήσουμε τη μοναδική διαδικασία –γιατί δεν υπάρχει άλλη- που μπορεί να ρίξει φως στην υπόθεση και να μην επιτρέψει τη σύντομη παραγραφή των αδικημάτων για τα οποία καταγγέλλονται. Κι αυτή η μοναδική διαδικασία είναι η επιστροφή του φακέλου στην τακτική δικαιοσύνη, που είναι και η μόνη αρμόδια για να αποφασίσει.
Και επειδή αυτό το γνωρίζουν πάρα πολύ καλά, γι’ αυτό και εκφράζουν αυτή τη νευρικότητα και αυτήν την επιθετικότητα. Γι’ αυτό και αποχώρησαν από την Επιτροπή.
Με τι επιχείρημα αποχώρησαν από την Επιτροπή; Ότι δήθεν εκεί έπρεπε να γίνει η διερεύνηση. Αλήθεια ποιον κοροϊδεύουν; Εάν γινόταν εκεί η διερεύνηση, πράγμα που θα προϋπέθετε ότι η Επιτροπή θα δεχόταν λανθασμένα την αρμοδιότητά της, τότε όλα θα κατέληγαν στον Καιάδα της παραγραφής.
Και επειδή εμείς δεν παίξαμε αυτό το παιχνίδι, επειδή στέλνουμε την υπόθεση στην τακτική δικαιοσύνη, γι’ αυτό και επέλεξαν έναν άλλο δρόμο. Ποιο δρόμο; Τον δρόμο της τρομοκράτησης των προστατευόμενων μαρτύρων και της συκοφάντησης και τρομοκράτησης των δικαστικών λειτουργών. Και μάλιστα με μηνύσεις εναντίον των δικαστών, οι οποίες κατέληξαν φυσικά εκεί που άξιζε να καταλήξουν.
Και à propos, άκουσα και τις δηλώσεις του κ. Σαμαρά προχθές –εάν δεν είναι αυτό η πιο αισχρή παρέμβαση στη δικαιοσύνη, τότε τι είναι;- που είπε ότι η υπόθεση θα ανασυρθεί από το αρχείο. Πού το ξέρει ο κ. Σαμαράς ότι θα ανασυρθεί από το αρχείο; Εάν γίνει κυβέρνηση η Νέα Δημοκρατία, -ακούστε!- θα ανασύρουν οι δικαστές την υπόθεση από το αρχείο. Μήπως σκοπεύει να διορίσει κανέναν κολλητό του στην εισαγγελία του Αρείου Πάγου; Δεν αποκλείεται. Το έχει ξανακάνει άλλωστε.
Και για να τελειώνουμε, ένα πράγμα είναι η δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης, που έχει πάρει ήδη τον δρόμο της. Αλλά ένα άλλο πράγμα από το οποίο δεν γλιτώνει κανείς –ξέρετε- είναι η λαϊκή συνείδηση. Και όλοι φαντάζομαι κυκλοφορούμε και κυκλοφορούμε με τον κόσμο και ακούμε. Και γνωρίζουμε τι λέει ο κόσμος έξω για την υπόθεση της NOVARTIS. Λέει ότι κάποιοι τα πήραν, κάποιοι πλούτισαν και μακάρι να βρεθούν ικανά στοιχεία ώστε να τιμωρηθούν. Για το πρώτο, ότι τα πήραν, είναι βέβαιοι. Για το ότι θα τιμωρηθούν, υπάρχει πράγματι αμφιβολία. Αυτά λέει ο κόσμος.
Και ξέρετε γιατί τα λέει αυτά ο κόσμος; Γιατί δεν θα τους μάθει τώρα αυτούς που μας κυβέρναγαν για χρόνια. Τους γνωρίζει πάρα πολύ καλά. Τους γνωρίζει –ξέρετε- γιατί όλα αυτά τα τερατουργήματα τα οποία βρίσκουμε μπροστά μας χρόνια τώρα, είναι δικά τους κατασκευάσματα. Είναι δικός τους ο νόμος περί ευθύνης Υπουργών. Δικό τους είναι και το παραδικαστικό σύστημα. Δική τους και η διαπλοκή με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, όπως και οι «κουμπάροι». Δικός τους είναι και ο Τσοχατζόπουλος, ο Χριστοφοράκος, ο Μαντέλης, ο Τσουκάτος, ο Παπαγεωργόπουλος, ο Παπαντωνίου και ο κ. Παπασταύρου -που θα έπρεπε η χώρα να έχει άλλους δέκα, όπως μας είχε πει ο κ. Σαμαράς- που βρίσκεται πίσω από κάθε off shore, η οποία έχει συσταθεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας.
Δικά τους επίσης, είναι επίσης και τα υποβρύχια. Δική τους είναι και η Siemens. Δικά τους είναι και τα «μαύρα» ταμεία, οι off shore, τα αδήλωτα του πόθεν έσχες, τα θαλασσοδάνεια των 400 εκατομμυρίων στα κόμματά τους, που θέλουν να τα πληρώσει ο ελληνικός λαός. Δικά τους, βεβαίως, είναι και τα ξεχασμένα στικάκια και τα δάνεια «μπαλόνια». Και τώρα βεβαίως δική τους είναι και η NOVARTIS. Δεν εκπλήσσεται ο ελληνικός λαός.
Και αυτό ξέρετε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν προκύπτει μόνο από τις καταθέσεις των προστατευόμενων και των υπόλοιπων μαρτύρων. Προκύπτει από το σημείωμα του κ. Σαμαρά με τα δικά του γράμματα στον κ. Φρουζή. Ο κ. Σαμαράς στην προηγούμενη παρουσία του στην αρχική συνεδρίαση εδώ στην Βουλή, κάπου ανάμεσα σε ένα ακροδεξιό παραλήρημα και στις κουτσαβάκικες απειλές του για το πόσο πολύ θα μας κυνηγήσει και πόσο μέχρι το τέλος θα μας πάει, δεν παρέλειψε να διαβεβαιώσει το Σώμα ότι τον κ. Φρουζή δεν τον είχε συναντήσει ποτέ ιδιωτικά, παρά μονάχα μπροστά στις κάμερες της δημόσιας τηλεόρασης. Μάλλον, ο κ. Σαμαράς είχε συνήθεια μπροστά στις κάμερες της ΝΕΡΙΤ να μοιράζει δεξιά και αριστερά το τηλέφωνο του κ. Σταϊκούρα. Έτσι φαίνεται.
Και ποιος ήταν τότε ο κ. Σταϊκούρας; Ήταν ο πολιτικός προϊστάμενος του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Και αναρωτιέμαι: Έχουν όλοι οι πολίτες στους οποίους χρωστάει το δημόσιο αυτήν την προνομιακή σχέση με τον προϊστάμενο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους; Είναι ερωτήματα τα οποία δεν φρόντισε κανένας να απαντήσει κατά τη σημερινή συνεδρίαση.
Και, βεβαίως, η απόλυτη ιδιοκτησία του σκανδάλου NOVARTIS από την προηγούμενη κυβέρνηση προκύπτει επίσης και από τις αυστηρές οδηγίες, που είδαν το φως της δημοσιότητας, του κ. Φρουζή στον τότε Υπουργό Υγείας, τον κ. Γεωργιάδη. Γιατί, βεβαίως, -πώς να το κάνουμε;- είναι και θέμα, αν θέλετε, αξιοπρέπειας. Τέτοιοι ήταν φαίνεται. Όχι μόνο υπάκουα παιδιά της τρόικας, αλλά και υπάκουα παιδιά των πολυεθνικών και των επιχειρηματιών αφεντικών τους. Αντί, λοιπόν, να είναι υπηρέτες του λαού, όπως θα έπρεπε, έγιναν υπηρέτες του κάθε κ. Φρουζή, ο οποίος τους έστελνε αυστηρά μηνύματα με οδηγίες για το τι πρέπει να κάνουν.
Προκύπτει, όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτή η ιδιοκτησία του σκανδάλου -το ownership, που λένε και οι θεσμοί- από την προηγούμενη κυβέρνηση και από την ίδια την έκθεση της NOVARTIS, η οποία είδε το φως της δημοσιότητας από την εισαγγελική έρευνα, η οποία αξιολογούσε –προσέξτε- ένα προς ένα τα πολιτικά στελέχη όχι μόνο της Κυβέρνησης τότε, αλλά και της αντιπολίτευσης. Βλέπω εδώ τον Παύλο Πολάκη, ο οποίος τότε ήταν ένας απλός Βουλευτής, αλλά είχε αξιολόγηση κανονικά. Και πολλοί άλλοι είχαν φάκελο. Γιατί; Γιατί μιλούσαν για το φάρμακο και αυτοί τους παρακολουθούσαν.
Και τι προκύπτει, λοιπόν, από αυτήν την αξιολόγηση; Προκύπτει η προνομιακή σχέση των στελεχών της Νέας Δημοκρατίας με την εταιρεία και φυσικά η όχι και τόσο θετική άποψη για τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν το πηγαίναν το γράμμα, δεν προωθούσαν τη γραμμή της εταιρείας. Τι να κάνουμε; Προϊόν σκευωρίας, λοιπόν, και αυτό. Ας είναι.
Ας έχουμε κατά νου, όμως, ότι αυτά που έχουμε δει προφανώς δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτά τα οποία αναμένεται να βγουν. Δεν το λέω επειδή γνωρίζω κάτι, αλλά το λέω επειδή εξαιτίας αυτού του νόμου και της υποχρέωσης της συνταγματικής των δικαστών μόλις πέφτουν σε πολιτικά πρόσωπα να παραδίδουν τον φάκελο στη Βουλή, είμαστε σε πολύ πρωτόλειο στάδιο της έρευνας, σε πολύ αρχικό στάδιο της έρευνας.
Οπότε, λοιπόν, αυτό το οποίο αποφασίζουμε σήμερα είναι να γυρίσουμε την υπόθεση στη δικαιοσύνη για να συνεχίσει η έρευνα. Προσερχόμαστε στη σημερινή ψηφοφορία, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, με ένα απλό και καθαρό αίτημα που ο κάθε πολίτης μπορεί να αντιληφθεί ως απολύτως αυτονόητο, δηλαδή να συνεχιστεί η έρευνα από την τακτική δικαιοσύνη, η οποία θα ελέγξει τα αδικήματα τα οποία δεν εμπίπτουν στον νόμο περί ευθύνης Υπουργών. Συγκεκριμένα, τα αδικήματα που αφορούν τις πράξεις δωροδοκίας και δωροληψίας, καθώς και της νομιμοποίησης παράνομων εσόδων για τις οποίες η Βουλή είναι αναρμόδια τόσο για τη δίωξη όσο και για την εκδίκασή τους.
Και γιατί πρέπει να συμβεί αυτό; Οι λόγοι είναι απολύτως ξεκάθαροι. Σε ό,τι αφορά τα εγκλήματα της δωροληψίας και δωροδοκίας και της νομιμοποίησης παράνομων εσόδων δεν είναι ούτε νομικά δυνατό ούτε συμβατό με οποιαδήποτε λογική να συνδέονται με την εκτέλεση των καθηκόντων του Υπουργού. Η αναγνώριση ότι τα παραπάνω ερευνόμενα εγκλήματα δεν τελούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων και επομένως δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα της Βουλής, ουσιαστικά αποτρέπει την υπαγωγή τους στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 86 του Συντάγματος.
Διότι πού θα καταλήγαμε στην περίπτωση εφαρμογής του περιβόητου άρθρου 86; Στην εξάλειψη των ποινικών ευθυνών, στην ατιμωρησία, πιο απλά, των ελεγχόμενων προσώπων λόγω παρέλευσης της αποσβεστικής προθεσμίας.
Και για να γίνω σαφέστερος, επιτρέψτε μου να σας παραθέσω το απόσπασμα από το πόρισμα της Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη διεξαγωγή Προκαταρκτικής Εξέτασης κατά του πρώην Υπουργού Οικονομικών, του κ. Παπακωνσταντίνου, που θυμίζω ότι δεν είχε συντάξει η κοινοβουλευτική Πλειοψηφία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αλλά άλλη κοινοβουλευτική Πλειοψηφία, ΠΑΣΟΚ-Νέας Δημοκρατίας. Το είχε συντάξει και το είχε ψηφίσει.
Τι έλεγε τότε; Το διαβάζω, γιατί αυτά πρέπει να ακουστούν και να καταγραφούν στα Πρακτικά. Έλεγε, λοιπόν, το πόρισμα: «Επομένως, κατά την ορθότερη και κρατούσα άποψη η εκβίαση, άρθρο 385 Ποινικού Κώδικα, η παθητική δωροδοκία αδιαφόρως του χρόνου λήψης του δώρου και η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα δεν εμπίπτουν στην εξαιρετική δικαιοδοσία της Βουλής και του Ειδικού Δικαστηρίου, αλλά στη συνήθη δικαιοδοσία των κοινών ποινικών δικαστηρίων, στα οποία υπάγονται όλοι οι πολίτες, ακόμη και αν συναρτώνται με αδίκημα που έχει τελεστεί κατά την άσκηση των καθηκόντων του Πρωθυπουργού, Υπουργού ή Υφυπουργού.
Ισχύουν για αυτά –συνέχιζε- οι κοινές διατάξεις του Ποινικού Δικαίου και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας περί δίωξης, ανάκρισης, αναρμοδιότητας και παραγραφής και δεν συντρέχει ο δικαιολογητικός λόγος εφαρμογής του άρθρου 86 του Συντάγματος και των εκτελεστικών αυτών νόμων».
Επομένως, δεν στέκει εδώ ο ισχυρισμός, που ακούσαμε από τους εκπροσώπους της αντιπολίτευσης ότι κάποιος πάει τάχα να τους παγιδεύσει, διότι η άποψη που κατέθεσε στην Επιτροπή και καταθέτει σήμερα στην Ολομέλεια η κυβερνητική Πλειοψηφία δεν είναι μια νέα άποψη, ούτε έχει χαρακτήρα συγκυριακής σκοπιμότητας. Είναι άποψη διαχρονική, η οποία έχει κατ’ αναλογία διατυπωθεί και στο παρελθόν σε χρόνο ανύποπτο με τον πλέον επίσημο, σαφή και κατηγορηματικό τρόπο και μάλιστα –επαναλαμβάνω- όχι από τις δυνάμεις που σήμερα συγκροτούν στην κοινοβουλευτική Πλειοψηφία.
Αυτή τη θέση, την απολύτως κρατούσα στη νομική θεωρία καλείται να υιοθετήσει σήμερα η Βουλή, ώστε να συνεχιστεί –επαναλαμβάνω- η έρευνα από τις δικαστικές αρχές, οι οποίες με υψηλό αίσθημα επαγγελματισμού, ευσυνειδησίας και σε συνθήκες απόλυτης ανεξαρτησίας είμαι βέβαιος ότι θα προβούν στις απαραίτητες περαιτέρω ενέργειες.
Απέναντι, λοιπόν, σε αυτή την καθαρή θέση, ποιο είναι το αντίθετο επιχείρημα που ακούσαμε σήμερα; Το κυνικό επιχείρημα ότι τα εγκλήματα δωροδοκίας, δωροληψίας και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα, εφόσον τελέστηκαν, αυτό συνέβη στα πλαίσια της άσκησης των καθηκόντων τους από Υπουργούς ή άλλους κυβερνητικούς παράγοντες. Επομένως, εμπίπτουν στον νόμο περί ευθύνης Υπουργών. Άρα, ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε. Αυτό ακούσαμε!
Καταλαβαίνετε, λοιπόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τι λέει στον ελληνικό λαό σήμερα η αντιπολίτευση; Με δύο λόγια λέει ότι οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση της NOVARTIS, αθώοι ή ένοχοι δεν έχει σημασία, έπραξαν, αν έπραξαν, και ό,τι έπραξαν στα πλαίσια των καθηκόντων τους. Υπέρ πίστεως και πατρίδος, δηλαδή. Και στα πλαίσια των καθηκόντων των Υπουργών πήγαν, εάν πήγαν -θα διερευνηθεί από τη δικαιοσύνη- τα πακέτα της NOVARTIS. Αυτό το επιχείρημα -και με συγχωρείτε, αν μακρηγόρησα- ήθελα να θέσω υπόψη του Σώματος, αλλά και υπόψη του ελληνικού λαού που μας παρακολουθεί.
Τελικά, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με αυτά τα ιλαροτραγικά επιχειρήματα έχω την αίσθηση ότι παρακολουθούμε σήμερα ένα πρωτοφανές ρεσιτάλ αμοραλισμού από τα πρόσωπα, που έχουν ταυτιστεί με την κατάρρευση της χώρας, με το όργιο της διαπλοκής και με τις περιπέτειες, που έζησε η χώρα τα τελευταία χρόνια, με την άρση μεγάλου μέρους της εθνικής κυριαρχίας.
Σήμερα η επιχειρηματολογία της αντιπολίτευσης, αλλά και η επιλογή της να αποχωρήσει για άλλη μια φορά από την ψηφοφορία καθιστά, θα έλεγα, ξεκάθαρο ένα πράγμα: ότι εκτός από την άβυσσο, που μας χωρίζει στην ιδεολογία, που φροντίζει ο κ. Μητσοτάκης με τις συχνές παρεμβάσεις του να την αποσαφηνίζει διαρκώς, μας χωρίζει ένα απέραντο χάσμα και στο επίπεδο της ηθικής.
Λοιδορούν χωρίς κανέναν απολύτως δισταγμό στοιχειώδεις κανόνες λογοδοσίας, δημοκρατικού κοινωνικού ελέγχου, διαφάνειας και απόδοσης δικαιοσύνης.
Θα πρέπει, όμως, να γνωρίζουν ότι μια συντεταγμένη πολιτεία έχει ισχυρά αντισώματα απέναντι στον αμοραλισμό και τον κυνισμό σε κάθε του έκφανση. Το ισχυρότερο όλων είναι δημοκρατικός έλεγχος του πολιτικού συστήματος και η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Αυτά τα δύο στοιχειά είναι συστατικά στοιχεία για την Ελλάδα που πιστεύω οραματίζεται ο κάθε πολίτης αυτής της χώρας. Αυτά ακριβώς είναι που υπερασπιζόμαστε στην πράξη.
Γι’ αυτόν τον λόγο, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, σας καλώ σήμερα να κάνουμε το αποφασιστικό βήμα σε μια υπόθεση που έχει στοιχίσει οικονομικά, κοινωνικά και ηθικά στην πατρίδα μας. Η δικαιοσύνη εκ του ρόλου της θα αναλάβει το ύψιστο έργο έναντι της κοινωνίας, να χυθεί άπλετο φως, να αναζητηθούν και να τιμωρηθούν οι ένοχοι, αυτοί οι οποίοι όντως είναι ένοχοι. Διότι πολιτικά ένοχοι είναι –και εκτίουν ήδη ποινή, την ποινή της πολιτικής παρακμής- πολλοί. Η δικαιοσύνη, όμως, πρέπει να αποδώσει ευθύνες -και να αποδοθεί- και για το ποινικό σκέλος της ενοχής σε όσους πραγματικά είναι ένοχοι, το επαναλαμβάνω. Πρέπει βεβαίως να τιμωρηθούν για τις πράξεις τους. Διότι η Ελλάδα στη νέα εποχή πρέπει να είναι απαλλαγμένη, τόσο από τις αμαρτίες του παρελθόντος, όσο όμως και από τα βαρίδια του παρελθόντος.
Ευχαριστώ πολύ.