Σε μία αιφνίδια κίνηση έκπληξη προχώρησε χθες βράδυ η Moody’s, αναβαθμίζοντας την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας κατά δύο βαθμίδες στο «B3» από το «Caa2», συντασσόμενη σε έναν βαθμό με τις αξιολογήσεις των δύο άλλων οίκων που έχουν προηγηθεί και οι οποίοι το τελευταίο διάστημα έβλεπαν πιο αισιόδοξα την πορεία της χώρας έναντι της ίδιας. Ο οίκος διατηρεί επίσης θετική την προοπτική. Στην έκθεση, που συνοδεύει την ανακοίνωση, ο διεθνής οίκος βλέπει «καθαρή έξοδο» της Ελλάδας από το πρόγραμμα στήριξης και κάνει λόγο για ουσιαστική δημοσιονομική πρόοδο.
Η Moody’s εξηγεί ότι θα μπορούσε να αναβαθμίσει περαιτέρω την αξιολόγηση εάν οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια του προγράμματος αποφέρουν αποτελέσματα πιο θετικά από τα αναμενόμενα. Πρόκειται για την τρίτη διαδοχική αναβάθμιση σε λιγότερο από έναν μήνα, καθώς την Παρασκευή η Fitch αναβάθμισε το αξιόχρεο της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα, σε «Β» από «Β-«, με θετικό το outlook, ενώ στις 19 Ιανουαρίου η S&P είχε αναβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα, σε «Β» από «Β-».
Οι κύριοι λόγοι
Οι κύριοι λόγοι που οδήγησαν στη βελτίωση της αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας, σύμφωνα με τη Moody’s, είναι:
1. Η Ελλάδα έχει επιτύχει σημαντικές δημοσιονομικές και θεσμικές βελτιώσεις στο πλαίσιο του τρέχοντος προγράμματος προσαρμογής, κατάσταση η οποία εκτιμά η Moody’s θα διατηρηθεί τα επόμενα χρόνια. Αυτές οι βελτιώσεις με τη σειρά τους θα συμβάλουν στη στήριξη της ανάκαμψης τόσο της οικονομίας όσο και του τραπεζικού τομέα.
2. Η Moody’s πιστεύει ότι η Ελλάδα θα ολοκληρώσει με επιτυχία το τρίτο πρόγραμμα στήριξης και θα επιστρέψει στις αγορές. Η «καθαρή έξοδος» θα υποστηριχθεί βραχυπρόθεσμα από ένα σημαντικό αποθεματικό ταμειακών διαθεσίμων και μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα από την ισχυρή δέσμευση των πιστωτών της χώρας να παρέχουν περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους.
3. Με βάση τα παραπάνω, ο κίνδυνος αφερεγγυότητας ή αναδιάρθρωσης του χρέους που κατέχεται από ιδιώτες επενδυτές έχει μειωθεί σημαντικά. Έτσι, ενώ η Ελλάδα βρισκόταν σε μια παρόμοια συγκυρία στα μέσα του 2014, η Moody’s πιστεύει ότι ο κίνδυνος αντιστροφής και εκτροχιασμού της οικονομικής προόδου που επιτεύχθηκε είναι τώρα ουσιαστικά χαμηλότερος.
Πάνω από τις προσδοκίες
Σύμφωνα με τη Moody’s, η ανταπόκριση της Ελλάδας στο πλαίσιο του τρέχοντος τρίτου προγράμματος προσαρμογής ξεπέρασε τις προσδοκίες και ήταν πολύ ισχυρότερη από ό,τι στα δύο προηγούμενα προγράμματα. Συγκεκριμένα, η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να θέσει τα δημόσια οικονομικά της σε πιο βιώσιμη βάση, με πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 2% του ΑΕΠ και σχεδόν ισοσκελισμένα το 2016 και το 2017. Σημαντικό μέρος της βελτίωσης οφείλεται στα διαρθρωτικά μέτρα που θα παράσχουν διαρκή δημοσιονομικά οφέλη.
Επίσης εκτιμά ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί μπορούν να οδηγήσουν σε μείωση του δημόσιου χρέους κατά περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, σε μόλις πάνω από 174% του ΑΕΠ το 2019, από την κορυφή άνω του 181% το 2017.
Ακόμα, ενώ η Moody’s δεν αναθεωρεί τις προβλέψεις ανόδου του πραγματικού ΑΕΠ της τάξης του 2% και 2,2% αντίστοιχα για το 2018 και το 2019, ο οργανισμός είναι πιο σίγουρος από ό,τι προηγουμένως ότι οι προβλέψεις αυτές θα πραγματοποιηθούν, δεδομένου ότι η επιτυχής ολοκλήρωση του προγράμματος θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και των επιχειρήσεων, και την υποστήριξη εισροών ιδιωτικών κεφαλαίων.
Η Moody’s θεωρεί πλέον πολύ πιθανό ότι η Ελλάδα θα ολοκληρώσει με επιτυχία το τρίτο πρόγραμμα υποστήριξής της τον Αύγουστο. Η «καθαρή έξοδος» της Ελλάδας από το πρόγραμμα -χωρίς να απαιτείται περαιτέρω στήριξη- και η επιστροφή της στις αγορές θα υποστηριχθεί βραχυπρόθεσμα από ένα σημαντικό αποθεματικό ταμειακών διαθεσίμων, χρησιμοποιώντας μέρος από τα υπόλοιπα του προγράμματος ύψους 86 δισ. ευρώ. Η Moody’s αναμένει να δημιουργηθεί αρχικά ένα αποθεματικό ύψους τουλάχιστον 18 δισ. ευρώ (περίπου 10% του ΑΕΠ του 2018), έτσι ώστε να υποστηριχθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών και να διευκολυνθεί η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές. Αυτό συγκρίνεται με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 17,3 δισ. μεταξύ Σεπτεμβρίου 2018 και Δεκεμβρίου 2020. Ένα τέτοιο αποθεματικό θα ήταν μεγαλύτερο από εκείνο που στόχευαν άλλες χώρες που ήταν σε πρόγραμμα κατά την έξοδό τους.
Τράπεζες
Οι κυριότερες αδυναμίες του τραπεζικού τομέα -συμπεριλαμβανομένων των πολύ υψηλών επιπέδων NPEs- αντιμετωπίζονται πλέον πιο δυναμικά. Οι νομικές και τεχνικές απαιτήσεις για τη διεξαγωγή ηλεκτρονικών πλειστηριασμών -ένα βασικό μέτρο για τις τράπεζες που έχουν στόχο να επιταχύνουν τον «καθαρισμό» των ισολογισμών τους- έχουν πλέον τεθεί σε ισχύ και οι τράπεζες έχουν δεσμευτεί να επιτύχουν μεμονωμένους στόχους μείωσης των NPLs.
Οι τράπεζες είναι επίσης σε θέση να εκδίδουν καλυμμένα ομόλογα τους τελευταίους μήνες, διαφοροποιώντας τη χρηματοδότησή τους, μακριά από τη χρηματοδότηση των κεντρικών τραπεζών.
Από τα 25 δισ. ευρώ που διατέθηκαν στο πρόγραμμα για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, απαιτήθηκαν μόνο 5,4 δισ. ευρώ.
Αναδημοσίευση από : http://www.naftemporiki.gr