Του Νάσου Μπράτσου
Η συγκεκριμένη ημερομηνία της ενάτης Μαΐου «κρύβει» μέσα τις δύο σημαντικές επετείους, που συνδέονται ιστορικά με το νήμα της αναπόφευκτης εξέλιξης της ήττας που συμβολίζει η μία που οδήγησε στην απελπισία της δικτατορίας και του πολέμου, να ανατρέπεται με την ελπίδα που γέννησε η νίκη που συμβολίζει η άλλη.
Στις 9 Μάη του 1936 είχαμε τη βίαιη καταστολή της γενικής απεργίας του 1936 στη Θεσσαλονίκη, που όμως ήταν η κορυφαία στιγμή ενός πανελλαδικού απεργιακού κινήματος, που δεν αναδείχθηκε όσο θα έπρεπε, αφού τα κορυφαία γεγονότα της Θεσσαλονίκης επισκίασαν την υπόλοιπη πανελλαδική εικόνα. Όλοι οι κλάδοι διεκδικούσαν σημαντικά αιτήματα για τη δυνατότητα της εργατικής τάξης να επιβιώσει με αξιοπρέπεια και η αρχικά καπνεργατική απεργία στη Θεσσαλονίκη, μετά τα χτυπήματα της χωροφυλακής και φασιστικών συμμοριών (ναι υπήρχε η Χρυσή Αυγή της εποχής) είχε εξαγριωθεί και γενίκευσε την απεργία με συμμετοχή τουλάχιστον 25.000 απεργών στις απεργιακές διαδηλώσεις.
Στο πολιτικό πεδίο, η επιτυχία το Γενάρη του 1936 του Παλλαϊκού Μετώπου (ΚΚΕ και Αγροτικό Κόμμα, με 73.411 ψήφους και 15 βουλευτές) το ανέδειξε σε ρυθμιστικό παράγοντα για την εξασφάλιση κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και προέκυψε το σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαθνα.
Στο πρόγραμμά του περιλάμβανε την ακύρωση της αφαίρεσης δικαιωμάτων όσων είχαν καταδικαστεί για παράβαση του «ιδιώνυμου», θα καταργούσε τις επιτροπές ασφάλειας, θα έδινε αμνηστία στον Ν. Ζαχαριάδη, στον Β. Βερβέρη και στον Β. Νεφελούδη, αλλά και σε όλους τους πολιτικούς κατάδικους, τους φυλακισμένους και τους εξόριστους. Επίσης θα διέλυε όλες τις φασιστικές οργανώσεις (σήμερα βρίσκεται σε εξέλιξη η δίκη της Χρυσής Αυγής), θα καθιέρωνε σαν μόνιμο εκλογικό σύστημα την αναλογική, θα ελάττωνε, μέσα σε δυο μήνες, την τιμή του ψωμιού, θα απαγόρευε την προσωποκράτηση για οφειλές προς το Δημόσιο μέχρι τρεις χιλιάδες δραχμές, θα καθιέρωνε πεντάχρονο χρεοστάσιο χωρίς όρους για τα χρέη των αγροτών στις τράπεζες και στους ιδιώτες και θα προχωρούσε στην άμεση εφαρμογή των Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Σήμερα μιλάμε για την προστασία της πρώτης κατοικίας, τις ρυθμίσεις των 100 δόσεων στην εφορία, τα κοινωνικά τιμολόγια, την κάρτα του ανασφάλιστου και άλλα παραπλήσια. Τότε κινήθηκε γη και ουρανός για να αποτρέψουν φιλολαϊκές φιλεργατικές εξελίξεις. Σήμερα κινούνται τα κανάλια και ο Σόιμπλε και όσοι (συνήθως πολιτικοί) κάνουν τον κούριερ μεταξύ των δύο.
Γυρνάμε όμως στο 1936.
Δράστης και πρωταγωνιστής της καταστολής ο τότε πρωθυπουργός και λίγους μήνες αργότερα και δικτάτορας, Ιωάννης Μεταξάς. Είχε δώσει διαταγή ένα σύνταγμα στρατού από τη Λάρισα να μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη και μοίρα του στόλου να καταπλεύσει στο λιμάνι της πόλης προς αντιμετώπιση των εργατών που βρίσκονταν σε απεργία.
Εντυπωσιακά όμοιο με τα σύγχρονα διαγγέλματα των σφουγγοκωλάριων της τρόικας, ήταν το «διάγγελμα» του Μεταξά που έλεγε: «Κατέστη φανερόν ότι οι σκοποί οι επιδιωκόμενοι από τους διευθύνοντας την απεργιακήν κίνησιν είναι πολιτικοί, ανατρεπτικοί. Αν ήσαν οικονομικοί θα εδέχοντο οι ιθύνοντες τας δύο εργατικάς ομοσπονδίας την λύσιν, την οποίαν η κυβέρνησις επέβαλε εις τους καπνεμπόρους, και η οποία όχι μόνον καθορίζει κατώτατον ημερομίσθιον 90 δραχμών, αλλά προβλέπει και περί μέσου ημερομισθίου 100 περίπου δραχμών… Η κυβέρνησις δε θα εμποδίση βεβαίως το δικαίωμα της απεργίας από εκείνους οι οποίοι το έχουν, αλλά δε θα επιτρέψη διατάρραξιν της τάξεως. Όσοι το επιχειρήσουν, θα συναντήσουν το κράτος του νόμου».
Αποτέλεσμα της κτηνώδους βίας που εξαπέλυσε η χωροφυλακή ήταν η δολοφονία του αυτοκινιτιστή Τάσου Τούση, της εργάτριας Αναστασίας Καρανικόλα, αλλά και των Β. Σταύρου, Ιντο Σενόρ, Γ. Πανόπουλου, Αγλαμίδη, Σαλβατόρ Ματαράσο, Δημ. Λαϊλάνη, Σ. Διαμαντόπουλου, Γιάννη Πιτάρη, Ευθύμη Μάνου, Μανώλη Ζαχαρίου.
Η ήττα του απεργιακού κινήματος έστρωσε το δρόμο για την επιβολή δικτατορίας με καθεστώς ομογάλακτο των Χίτλερ και Μουσολίνι, άσχετα αν βρέθηκε στον πόλεμο αντίπαλό τους, που και εκεί έχουν καταγραφεί οι απόψεις για συμβολική αντίσταση, που ανατράπηκαν από τον αντιφασιστικό ενθουσιασμό και τον απαράμιλλο ηρωισμό του ελληνικού λαού.
Η συνεργασία με τον κατακτητή κορυφαίων Ελλήνων στρατιωτικών της μεταξικής περιόδου, είναι άλλωστε χαρακτηριστικό παράδειγμα, όπως και ο ρόλος του στα μπλόκα και τις εκτελέσεις Ελλήνων αντιστασιακών.
Μετά από ποτάμια αίματος, άλλοτε δολοφονημένων απεργών, άλλοτε φαντάρων στα μέτωπα και άλλοτε αντιστασιακών στα μπουντρούμια των δυνάμεων κατοχής και στους τοίχους των εκτελέσεων, φτάσαμε σε μια άλλη 9η Μάη, αυτή του 1945, που τυπικά έληξε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Και εκεί επανήλθαν όλοι στους ρόλους που τους αναλογούσαν και πριν. Οι εργάτες να παλεύουν για την ανοικοδόμηση της χώρας και για το μεροκάματο και οι στυλοβάτες της μεταξικής περιόδου και μετέπειτα συνεργάτες των Γερμανών, που ακολούθως έγιναν φίλοι των Εγγλέζων, να επιτίθενται στα συνδικάτα, να ματοκυλούν τον κόσμο στα Δεκεμβριανά του 1944, να επιβάλλουν διώξεις και εξορίες.
Μερικά πράγματα πάντως δεν είναι τυχαία, άλλωστε μόνο ένα στόχο αρνήθηκαν συστηματικά να βομβαρδίσουν οι σύμμαχοι –το Άουσβιτς και τις σιδηροδρομικές γραμμές που οδηγούσαν σε αυτό.
Μπορεί λοιπόν την 9η Μάη του 1936 να τη χωρίζουν εννέα χρόνια από την 9η Μάη του 1945, αλλά συνδέονται με ισχυρούς συμβολισμούς, σαν αρχή και τέλος μιας ενιαίας ιστορικής περιόδου.
Υ.Γ. Ο Γιάννης Ρίτσος με αφορμή το θρήνο της μάνας του Τάσου Τούση, που τη βλέπουμε στη φωτο να θρηνεί το γιό της, έγραψε το «Μέρα Μαγιού μου μίσεψες», με τους ακόλουθους στίχους:
Μέρα Μαγιού μου μίσεψες
μέρα Μαγιού σε χάνω
άνοιξη γιε που αγάπαγες
κι ανέβαινες απάνω
Στο λιακωτό και κοίταζες
και δίχως να χορταίνεις
άρμεγες με τα μάτια σου
το φως της οικουμένης
Και μου ιστορούσες με φωνή
γλυκιά ζεστή κι αντρίκεια
τόσα όσα μήτε του γιαλού
δεν φτάνουν τα χαλίκια
Και μου `λεγες πως όλ’ αυτά
τα ωραία θα `ν’ δικά μας
και τώρα εσβήστης κι έσβησε
το φέγγος κι η φωτιά μας